Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Ἐπίλογος

Ἐπίλογος

Τὸν ἐπίλογον τοῦ βιβλίου μας θὰ τὸν γράψη καὶ πάλιν ὁ σοφὸς Σειρὰχ μὲ μίαν προτροπήν του πρὸς ἐμᾶς καὶ μὲ μίαν περίληψιν προσευχῆς τοῦ πρὸς τὸν Θεόν. Ἡ πατρική του προτροπὴ εἶναι:
«Ἐμοῦ τοῦ πατρὸς ἀκούσατε, τέκνα, καὶ οὕτως ποιήσατε. ἵνα σωθῆτε» (γ´, 1).
Προκειμένου, μᾶς λέγει, νὰ κατακτήσετε τὴν σωτηρίαν σας, ἀκοῦστε καὶ πράξετε ὅσα ἤδη σᾶς εἶπα.
Ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν Κύριον προσευχηθῆτε ὡς ἀκολούθως μαζί μου:
«Ἐξομολογήσομαί σοι, Κύριε βασιλεῦ, καὶ αἰνέσω σε Θεὸv τὸν Σωτῆρα μου, ἐξομολογοῦμαι τῷ ὀνόματί σου, ὅτι σκεπαστὴς καὶ βοηθὸς ἐγένου μοι... Αἰνέσω τὸ Ὄνομά σου ἐνδελεχῶς καὶ ὑμνήσω ἐν ἐξομολογήσει... Ἔσωσας γὰρ με ἐξ ἀπωλείας καὶ ἐξείλου με ἐκ καιροῦ πονηροῦ. Διὰ τοῦτο ἐξομολογήσομαι καὶ αἰνέσω σε καὶ εὐλογήσω τῷ ὀνόματι Κυρίου» (να´, 1-2, 11-12).

Κ´. Θεὸς καὶ ἄνθρωπος

Κ´. Θεὸς καὶ ἄνθρωπος

Ὡς ἐπιστέγασμα τῶν προβληματισμῶν καὶ σκέψεων τοῦ σοφοῦ Σειράχ, θὰ ἀναφέρουμε ὅσα γράφει ἀναφορικὰ μὲ τὸν τρόπον, μὲ τὸν ὁποῖον πρέπει οἱ ἄνθρωποι νὰ προσεγγίζουν τὸν Θεόν.

1) Εἶναι ὁ Δημιουργός μας

Ἀναφέρεται ὁ Σειρὰχ στὴν δημιουργίαν τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἐξαίρει ὡς ἑξῆς τὰ χαρίσματα, ποὺ ὁ θεῖος Δημιουργὸς ἔδωσε στὸν ἄνθρωπον:
«Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς ἄνθρωπον... Καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τῶν ἐπ᾿ αὐτοῖς. Καθ᾿ ἑαυτοὺς ἐνέδυσεν αὐτοὺς ἰσχὺν καὶ κατ᾿ εἰκόνα αὐτοῦ ἐποίησεν αὐτούς... Διαβούλιον καὶ γλῶσσαν καὶ ὀφθαλμούς, ὦτα καὶ καρδίαν ἔδωκε διανοείσθαι αὐτοῖς. Ἐπιστήμην συνέσεως ἐνέπλησεν αὐτοὺς καὶ ἀγαθὰ καὶ κακὰ ὑπέδειξεν αὐτοῖς» (ιζ´, 1, 2-3, 6 -7). Αὐτὸς ἐξ ἀρχῆς ἐποίησεν ἄνθρωπον καὶ ἀφῆκεν αὐτὸν ἐν χειρὶ διαβουλίου αὐτοῦ» (ιε´, 14).
Ὁ Θεός, γράφει, ἔπλασε τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν γῆν. Παρεχώρησε δὲ στοὺς πρωτοπλάστους ἐξουσίαν πάνω σ᾿ ὅλα τὰ ζῷα τῆς ξηρᾶς καὶ τῆς θάλασσας. Ἐχάρισεν ὅμως ὁ Θεὸς καὶ στὸν κάθε ἄνθρωπον χωριστὰ ἰδιαίτερην δύναμιν. Διότι ὅλους τοὺς ἐδημιούργησε κατ᾿ εἰκόνα ἰδικήν του. Τοὺς ἔδωσεν ἐπίσης ἐλευθερίαν βουλήσεως καὶ γλῶσσαν καὶ ὀφθαλμοὺς καὶ αὐτιὰ καὶ καρδιάν, διὰ νὰ σκέπτωνται. Τοὺς ἐγέμισεν ἀκόμη μὲ τὴν ἱκανότητα νὰ κρίνουν καὶ νὰ διανοοῦνται συνετά. Τοὺς ἔκαμε καὶ ἱκανοὺς νὰ διακρίνουν μεταξὺ καλοῦ καὶ κακοῦ. Ὁ Θεὸς λοιπὸν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἐδημιούργησε τὸν ἄνθρωπον ἐλεύθερον καὶ τὸν ἄφησε στὴν ἐλεύθερήν του θέλησιν.
Δικαιολογημένα λοιπὸν ὁ Σειρὰχ προτρέπει τὸν λογικὸν καὶ ἐλεύθερον ἄνθρωπον νὰ ἐκτιμήση τὰ θεῖα αὐτὰ δῶρα καὶ νὰ σέβεται μ᾿ ὅλην του τὴν ψυχὴν καὶ νὰ ἀγαπᾷ μ᾿ ὅλην τὴν δύναμιν τῆς καρδίας τοῦ τὸν Κύριον καὶ Δημιουργόν του. Καὶ τοῦ λέγει:

ΙΘ´. Οἱ γονεῖς μας

ΙΘ´. Οἱ γονεῖς μας

Πολλὴν βαρύτητα δίδει ὁ σοφὸς Σειρὰχ στὸν Θεοδίδακτον νόμον τοῦ σεβασμοῦ τῶν τέκνων πρὸς τοὺς γονεῖς τους, ποὺ στὴν Παλαιὰν Διαθήκην διατυπώνεται ὡς ἑξῆς μὲ τὴν τέταρτην ἐντολὴν τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου: «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. Ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένη ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἔξοδ. κ´, 12). Ὑπόσχετο δηλαδὴ ἡ ἀρχαία ἐντολὴ στοὺς τηρητὲς τῆς εὐτυχίαν καὶ μακροημέρευσιν στὴν γῆν. Αὐτὴν τὴν ἐντολὴν ἀναπτύσσει πλατύτερο καὶ ὁ Σειράχ.

1) Χρέος καὶ καθῆκον

Διὰ νὰ μᾶς ὑπενθυμίση ὅτι ἡ πρὸς τοὺς γονεῖς τιμὴ εἶναι χρέος καὶ καθῆκον ὅλων γενικὰ τῶν ἀνθρώπων, ὁ σοφὸς Σειρὰχ γράφει:

ΙΗ´. Οἰκογενειακὰ θέματα

ΙΗ´. Οἰκογενειακὰ θέματα

Ὁ σοφὸς Σειρὰχ στὸ σύγγραμμά του ἀσχολεῖται καὶ μὲ προβλήματα, ποὺ ἀφοροῦν στὴν οἰκογενειακὴν ζωὴν καὶ στὸν ρόλον, ποὺ κάθε μέλος μιᾶς οἰκογένειας ἔχει νὰ διαδραματήσῃ. Μερικὲς ἀπὸ τὶς σοφὲς ἀπόψεις του θὰ μελετήσουμε στὴν συνέχειαν.

1) Ὁ ἄνδρας

Σημαντικὸν καὶ σπουδαῖον βλέπει καὶ περιγράφει κατ᾿ ἀρχὴν ὁ Σειρὰχ τὸν ρόλον τοῦ ἄνδρα στὴν ὅλην πορείαν μιᾶς οἰκογένειας. Καὶ γράφει:
«Οὐ οὐκ ἔστι φραγμός, διαραταγήσεται κτῆμα, καὶ οὐ οὐκ ἔστι γυνή, στέναξα πλανώμενος. Τὶς γὰρ πιστεύσει εὐζώνω λῃστὴ σφαλλομένω ἐκ πόλους εἰς πόλιν; οὕτως ἀνθρώπω μὴ ἔχοντι νοσσιᾶν καὶ καταλύοντι οὐ ἐὰν ὀψίση» (λστ´, 25-27).
Ὑποδεικνύει δηλαδὴ ὁ Σιρὰχ στοὺς ἄνδρες τὸ καθῆκον τους νὰ συνάπτουν ἔγκαιρα γάμον καὶ νὰ δημιουργοῦν ἰδικὴν τοὺς οἰκογένειαν, ἂν θέλουν νὰ ζοῦν μὲ ἀξιοπρέπειαν καὶ ἐντιμότητα. Καὶ λέγει:
Ὅπως σ᾿ ἕνα κτῆμα ξέφραγο εὔκολα ὁ καθένας μπαίνει καὶ ἀνεξέλεγκτα ἁρπάζει ὅ,τι θέλει, ἔτσι καὶ ὁ ἄγαμος ἀφήνει τὸν ἑαυτόν του ἐκτεθειμένον στοὺς ἠθικοὺς κινδύνους. Καὶ ἐπειδὴ λείπει ἀπὸ τὴν ζωήν του ἡ σύζυγος, περιπλανᾶται ἐδῶ καὶ ἐκεῖ καὶ ἀναστενάζει. Διότι, ὅπως κανένας δὲν ἐμπιστεύεται ἕνα περιπλανώμενον ἀπὸ πόλιν σὲ πόλιν τυχοδιώκτην καὶ λῃστήν, ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ἄνθρωπον, ποὺ δὲν ἐδημιούργησε οἰκογενειακὴν φωληᾶν, ἀλλὰ διανυκτερεύει ὅπου τὸν εὕρῃ ἡ νύκτα.

ΙΖ´. Ὁ κοινωνικὸς ἄνθρωπος

ΙΖ´. Ὁ κοινωνικὸς ἄνθρωπος

Σποραδικὰ στὸ σύγγραμμα τοῦ ὁ Σειρὰχ ἐκφράζει διάφορες ἀπόψεις καὶ γύρω ἀπὸ ἐκδηλώσεις καὶ ἔργα τῶν ἀνθρώπων στὴν καθημερινήν τους ζωήν, ποὺ ἀνάλογά με τὴν ποιότητα τοὺς τοὺς ἀναδεικνύουν καλοὺς ἢ κακοὺς πολῖτες.

1) Ἐργατικοί

Πιστεύει ὁ σοφὸς Σειρὰχ ὅτι ὅλοι γενικὰ οἱ ἄνθρωποι ἔχουν καθῆκον ἱερὸ νὰ ἐργάζωνται καὶ νὰ ἀξιοποιοῦν τὶς ἱκανότητές τους, διὰ τὸ συμφέρον τὸ ἰδικό τους καὶ τῶν συνανθρώπων τους. Γράφει δὲ σχετικά:
«Κρείσσων ἐργαζόμενος καὶ περισσεύων ἐν πάσιν ἢ περιπατῶν δοξαζόμενος καὶ ἀπορῶν ἄρτων» (Ι´, 27). «Ζωὴ αὐτάρκους ἐργάτου γλυκανθήσεται» (μ´, 18).
Καλύτερος δηλαδὴ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ ἐργάζεται καὶ ἐξασφαλίζει μὲ τὸ παραπάνω τὰ ἀναγκαία της ζωῆς του, παρὰ ἐκεῖνος ποὺ μένει ἀργόσχολος καὶ περιφέρεται καὶ καυχᾶται διὰ τὸν ἑαυτόν του, ἐνῷ στερεῖται καὶ αὐτὸ ἀκόμη τὸ ψωμί του.
Γλυκειὰ ἐπίσης καὶ εὐτυχισμένη εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ ἐργατικοῦ ἀνθρώπου, ποὺ παράλληλα ξεύρει νὰ ἀρκῆται σ᾿ ὅσα μὲ τὸν ἱδρῶτα τοῦ κερδίζει. Ἀναφέρεται ἐπίσης ὁ Σειρὰχ καὶ στὰ διάφορα χειρωνακτικὰ ἐπαγγέλματα, ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἐξασκοῦσαν στὴν ἐποχήν του, διὰ νὰ τονίση ὅτι διὰ τῶν ταπεινῶν καὶ σκληρῶν αὐτῶν ἐργασιῶν ἐξυπηρετεῖται τὸ σύνολο τῶν ἀνθρώπων. Σὰν τέτοια δὲ ἐπαγγέλματα ἀναφέρει τὴν γεωργίαν, τὴν κτηνοτροφίαν, τὴν ξυλουργικήν, τὴν γλυπτικήν, τὴν σιδηρουργίαν καὶ τὴν κεραμοποιίαν (Πρβ. Μόλις ἐξελεῖται ἔμπορος ἀπὸ πλημμελείας, καὶ οὐ δικαιωθήσεται κάπηλος ἀπὸ ἁμαρτίας» (κστ´, 29).

ΙΣΤ´. Κοινωνικὰ φαινόμενα

ΙΣΤ´. Κοινωνικὰ φαινόμενα

Ὁ Σειράχ, ὅπως καὶ στὸν πρόλογον τοῦ βιβλίου μας ἐσημειώσαμε, ἔκαμε πολλὰ ταξείδια καὶ ἐγνώρισεν ἀπὸ κοντὰ τὴν νοοτροπίαν τῶν ἀνθρώπων διαφόρων λαῶν καὶ γενικώτερα τὴν κοινωνικὴν κατάστασιν. Στὸ σύγγραμμά του λοιπὸν ἀναφέρεται καὶ σὲ μερικὲς κοινωνικὲς καταστάσεις, ποὺ τοῦ ἔκαμαν ἄλλοτε μὲν εὐχάριστην ἄλλοτε δὲ δυσάρεστην ἐντύπωσιν. Μὲ ἁπλότητα δὲ καὶ πολὺ παραστατικὰ διατυπώνει ὡς ἀκολούθως τὶς σκέψεις του.

ΙΕ´. Ποιὸς εἶναι εὐτυχισμένος;

ΙΕ´. Ποιὸς εἶναι εὐτυχισμένος;

Στὸ ἐρώτημα, ποιὸς θὰ ἠμποροῦσε νὰ χαρακτηρισθῆ εὐτυχισμένος, οἱ ἄνθρωποι, ἀνάλογά με τὶς προσωπικές τους ἐκτιμήσεις, θὰ ἔδιδαν διάφορες ἀπαντήσεις. Καὶ ὁ Σειρὰχ ὅμως ἀσχολεῖται μὲ τὸ θέμα αὐτὸ στὸ σύγγραμμά του. Μερικὲς δὲ ἀπὸ τὶς σοφές του ἀπόψεις ἀναλύουμε στὴν συνέχειαν.

1) Πρῶτα ἡ ὑγεία

Στὸ νὰ αἰσθάνεται ἕνας ἄνθρωπος χαρούμενος καὶ εὐτυχισμένος συμβάλλουν πολλὰ πράγματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς. μὲ ἀποκορύφωμα τοὺς τὴν ὑγείαν καὶ τὴν ψυχικὴν εὐεξίαν. Αὐτὸ πιστεύει ὁ ἔμπειρος καὶ μελετημένος Σειράχ.
Περιληπτικὰ δὲ πρῶτα λέγει ὅτι εὐτυχισμένος θεωρεῖται ὅποιος ἀποκτήσει πολλὰ παιδιὰ καὶ ἔχει συγχρόνως καλὴν καὶ ἄμεμπτην σύζυγον. Ἀλλὰ καὶ τὸ κρασὶ καὶ ἡ μουσικὴ εὐφραίνουν τὴν καρδιὰν τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ μουσικὰ ὄργανα, ὅπως εἶναι ὁ αὐλὸς καὶ τὸ ψαλτήρι, τέρπουν τὸν ἄνθρωπον, ὅπως καὶ τὸ μέλι. Εὐχάριστα ἐπίσης αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀκούῃ κάποιον νὰ ὁμιλῇ μὲ γλυκειὰν γλῶσσαν ἡ ὅταν βλέπῃ χαρούμενα πρόσωπα ἡ ὅταν ἀντικρύζη τὶς ὀμορφιὲς τῆς φύσεως καὶ ἰδιαίτερα τὴν γεμάτην σπέρματα καὶ καρποὺς βλάστησιν τῆς ὑπαίθρου. Εὐχάριστη ἀκόμη εἶναι ἡ συνάντησις ἑνὸς ἄνθρωπου μὲ τὸν φίλον του ἡ μὲ τὸν ἣ τὴν σύντροφον τῆς ζωῆς του. Καὶ ἡ βοήθεια μεταξὺ ἀδελφῶν ἢ φίλων δίδει στήριγμα καὶ ἀνακούφισιν. Ἰδιαίτερα σ´ ὅποιον εὑρίσκεται μέσα σὲ θλίψεις.
Ἐπίσης καὶ μία καλῇ συμβουλὴ συμβάλλει στὴν εὐδοκίμησιν ὅποιου τὴν δέχεται. Τέλος καὶ ὁ χρυσὸς καὶ ὁ ἄργυρος καὶ τὰ χρήματα καὶ ἡ δύναμις στηρίζουν τὰ πόδια καὶ ἀνυψώνουν τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων.

ΙΔ´. Ἡ γλῶσσα

ΙΔ´. Ἡ γλῶσσα

Μὲ τὴν γλῶσσαν οἱ ἄνθρωποι ἐξωτερικεύουν τοὺς ἐσωτερικούς τους διαλογισμοὺς καὶ ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς συνανθρώπους τους. Δυστυχῶς ὅμως μὲ τὴν γλῶσσαν τοὺς οἱ ἄνθρωποι συχνὰ παρασύρονται καὶ σὲ σοβαρὰ ἁμαρτήματα, ποὺ ἀποδεικνύονται ὀλέθρια, τόσον σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ τὰ διαπράττει ὅσον καὶ σ᾿ ἄλλους ἀνθρώπους. Ἀξίζει ἑπομένως νὰ προσέξουμε τὶς σοφὲς σκέψεις, ποὺ ὁ Σειρὰχ διατυπώνει γύρω ἀπὸ τὸ θέμα τῆς γλώσσας καὶ τῆς καλῆς ἢ κακῆς χρησιμοποιήσεως τῆς ἐκ μέρους μας.

1) Προσοχὴ στὰ λόγια μας

Πόσην σημασίαν δίδει ὁ Σειρὰχ στὴν γλῶσσαν, ὡς ἐκφραστικοῦ ὀργάνου τοῦ ἀνθρώπου, φανερώνουν οἱ ἀκόλουθες παρατηρήσεις του:
«Παιδείαν στόματος ἀκούσατε, τέκνα, καὶ ὁ φυλάσσων οὗ μὴ ἁλῶ. Ἐν τοῖς χείλεσιν αὐτοῦ καταληφθήσεται ἁμαρτωλός, καὶ λοίδορος καὶ ὑπερήφανος σκανδαλιαθήσονται ἐν αὐτοῖς» (κγ´ 7-8). «Ὀλίσθημα ἀπὸ ἐδάφους μᾶλλον ἢ ἀπὸ γλώσσης» (κ´ 18). «Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ὠλίσθησεν ἐν στόματι αὐτοῦ καὶ οὗ κατενόγη ἐν λύπῃ ἁμαρτίας» (ιδ´ 1).
Μὲ πατρικὴν στοργὴν λοιπὸν ὁ Σειρὰχ λέγει πρὸς τοὺς ἀναγνῶστες τοῦ συγγράμματός του: Παιδιά μου, ἀκοῦστε συμβουλές, ποὺ θὰ σᾶς βοηθήσουν στὴν ὀρθὴν χρησιμοποίησιν τῆς γλώσσας σας. Ὅποιος δὲ θὰ τὶς ἐφαρμόση, δὲν θὰ πέση στὴν παγίδα τῶν ἁμαρτημάτων τῆς γλώσσας. Ἀντίθετα, ἀπὸ τὰ λόγια του θὰ συλληφθῆ ὁ ἁμαρτωλός. Ἀλλὰ καὶ ὁ κάθε ὑβριστὴς καὶ ὑπερήφανος, ἀπὸ ἀπροσεξίες στὰ λόγια του, θὰ σκοντάψη καὶ θὰ πέση.
Εἶναι τόσον σοβαρὰ τὰ ἁμαρτήματα τῆς γλώσσας, προσθέτει ὁ Σειράχ, ὥστε νὰ θεωρῆται προτιμότερον νὰ πέση κάποιος στὸ ἔδαφος καὶ νὰ κτυπήση, παρὰ νὰ τοῦ ξεφύγουν ἄπρεπα λόγια. Εἶναι ἑπομένως εὐτυχισμένος ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ ὁποίου δὲν ξεφεύγουν λόγια ἁμαρτωλά. Διότι αὐτὸς δὲν θὰ ἔχῃ τύψεις συνειδήσεως καὶ δὲν θὰ λυπᾶται διὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ στόματός του.
«Ε τὶς ἐν λόγῳ οὗ πταιει, οὗτος τέλειος ἀνήρ» (Ἰακ. γ´ 2), γράφει καὶ ὁ θεῖος Ἰάκωβος. Καὶ τονίζει καὶ αὐτὸς θεοπνεύστως ὅτι, ὅποιος κατορθώνει νὰ μὴ ἁμαρτάνῃ μὲ τὰ λόγια του, αὐτὸς ἠμπορὴ νὰ χαρακτηρισθῆ σὰν τέλειος ἄνθρωπος.

ΙΓ´. Ἁμαρτία καὶ μετάνοια

ΙΓ´. Ἁμαρτία καὶ μετάνοια

Καὶ ὁ σοφὸς Σειρὰχ τονίζει ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι «εὐπερίστατος» (Ἔβρ. ιβ´, 1). Ἐπειδὴ δὲ ἀκριβῶς γνωρίζει ὅτι εὔκολα ὅλοι οἱ ἄνθρωποι παρασύρονται καὶ διαπράττουν διάφορες ἁμαρτίες, μᾶς συμβουλεύει πρῶτα νὰ ἀποφεύγουμε τοὺς πειρασμοὺς τῆς ἁμαρτίας καὶ θεληματικᾶ τουλάχιστον νὰ μὴ διαπράττουμε ὁποιανδήποτε ἀνομίαν. Ἐπίσης μας προτρέπει, ὅταν δι᾿ ὁποιονδήποτε λόγον καθιστάμεθα ἔνοχοι, νὰ διορθώνουμε μὲ τὴν μετάνοιαν τὰ λάθη μας.

IB´. Προσέχετε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους

IB´. Προσέχετε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους

Ὁ Σειράχ, ποὺ ἐμελέτησε καὶ ἐγνώρισε καλὰ τοὺς ἀνθρώπους, κατέληξε στὸ συμπέρασμα ὅτι πολλὰ κακὰ ἠμπορεῖ νὰ πάθη κάποιος, ἂν δὲν προσέξη στὶς συναναστροφὲς καὶ ἐπικοινωνίες του μὲ διαφόρους τύπους ἀνθρώπων. Στὸ σύγγραμμά του δὲ ἐπισημαίνει καὶ τοὺς κινδύνους καὶ τοὺς ἀνθρώπους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ φυλαγώμεθᾳ.

Θ´. Ἡ προσευχή

Θ´. Ἡ προσευχή

Ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ μυστικὴ γέφυρα, διὰ μέσου της ὁποίας ὁ φτωχὸς καὶ ἀδύνατος ἄνθρωπος συναντᾷ τὸν οὐράνιον Θεὸν καὶ συνομιλεῖ μαζί του. Διὰ τῆς προσευχῆς ἐπίσης ὁ εὐσεβὴς ἄνθρωπος ἐξασφαλίζει τοὺς θησαυροὺς τῆς θείας ἀγάπης καὶ τὴν ἀπαραίτητην ἐνίσχυσιν, διὰ νὰ βγῆ νικητὴς μέσα ἀπὸ τὶς δυσκολίες καὶ τοὺς πειρασμοὺς τῆς ζωῆς καὶ νὰ κατάκτηση «τὸν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἰακ. α´, 12).
Τὶς ἀλήθειες αὐτὲς τονίζει καὶ ὁ σοφὸς Σειράχ, ἐνῷ συγχρόνως καὶ ὑποδεικνύει τὸ γνωρίσματα, ποὺ πρέπει νὰ ἔχῃ μία θεάρεστη προσευχή.

Η´. Ἡ ταπείνωσις

Η´. Ἡ ταπείνωσις

Ἡ ταπείνωσις θεωρεῖται γενικὰ ἀπὸ τὴν χριστιανικὴν διδασκαλίαν, τὸν Κύριον, τοὺς θεοπνεύστους συγγραφεῖς τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὡς ἡ ἀκλόνητη βάσις καὶ τὸ σταθερὸ θεμέλιο τοῦ πνευματικοῦ μας οἰκοδομήματος. Καὶ ὁ σοφὸς Σειρὰχ ὅμως τὴν ταπεινοφροσύνην προβάλλει σὰν τρόπον σκέψεως καὶ ζωῆς σ᾿ ὅσους θέλουν νὰ ἐξελιχθοῦν σὲ ὁλοκληρωμένες προσωπικότητες.

Ζ´. Ἡ ἐγκράτεια

Ζ´. Ἡ ἐγκράτεια

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἐπιθυμίες καὶ ὀρέξεις. Μερικὲς ἀπὸ τὶς ἔμφυτες ἢ ἐπίκτητες, τὶς φυσικὲς ἢ πνευματικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἀνάγκες μας εἶναι ἄμεσα συνδυασμένες μὲ ἁμαρτίες. Ἄλλες ὅμως αὐτὲς καθ᾿ ἑαυτὲς δὲν εἶναι ἐφάμαρτες. Τέτοιες ἐπιθυμίες εἶναι ἐκεῖνες, ποὺ ἀπὸ τὴν χριστιανικὴν ἠθικὴν χαρακτηρίζονται σὰν «ἀδιάβλητα πάθη», διὰ τὴν ἱκανοποίησιν τῶν ὁποίων κανένας δὲν θὰ ἐκατηγορεῖτο, ἐφ᾿ ὅσον βέβαια γίνεται μὲ μέτρο καὶ μέσα σὲ λογικὰ καὶ ἠθικὰ ὅρια. Ἀδιάβλητα δὲ πάθη εἶναι π.χ. ἡ πεῖνα, ἡ δίψα, ἡ ἀνάγκη διὰ ξεκούρασιν καὶ ὕπνον κλπ.
Παρὰ ταῦτα ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει καὶ νὰ ὑποδουλωθῆ στὶς ἁμαρτωλές του ἐπιθυμίες, ἀλλὰ καὶ νὰ δώση ὅλην του τὴν προσοχὴν στὶς ὑλικές του ἀνάγκες καὶ νὰ ἀδιαφορήση πλήρως διὰ τὴν πνευματικήν του ὑπόστασιν. Δικαιολογημένα λοιπὸν καὶ ὁ σοφὸς Σειράχ μας συμβουλεύει νὰ δείχνουμε ἐγκράτειαν στὶς ὀρέξεις μας καὶ μὲ αὐτοκυριαρχίαν νὰ ρυθμίζουμε τὸν τρόπον τῆς ζωῆς μας.

Στ´. Καλὴ χρῆσις τοῦ πλούτου

Στ´. Καλὴ χρῆσις τοῦ πλούτου

Τὰ χρήματα προξενοῦν πνευματικὴν βλάβην στὸν φιλάργυρον καὶ ἐγωιστὴν ἄνθρωπον. Διότι καὶ σαρκολάτρην τὸν κάμνουν καὶ ἀπὸ τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης τὸν ἀποξενώνουν καὶ ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους τὸν χωρίζουν. Ἀντίθετα, ὅποιος ξεύρει νὰ χρησιμοποιῇ ὀρθὰ τὰ πλούτη, ποὺ τοῦ ἐχάρισεν ὁ Θεός, αὐτὸς καὶ τοὺς ἀνθρώπους εὐεργετεῖ καὶ στὸν Θεὸν γίνεται εὐάρεστος καὶ ἀπὸ τώρα, ποὺ εὑρίσκεται στὴν γῆν, θησαυρίζει θησαυροὺς στὸν οὐρανόν. Αὐτὲς τὶς ἀλήθειες ὑπενθυμίζει σ᾿ ὅλους μας μὲ σοφὰ γνωμικὰ ὁ Σειράχ.

Ε´. Τὰ πλούτη

Ε´. Τὰ πλούτη

Τὰ χρήματα καὶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ θεωροῦνται συνήθως πηγὴ εὐτυχίας. Διὰ τοῦτο πολλοὶ μακαρίζουν καὶ ζηλεύουν τοὺς πλουσίους, ἀλλὰ καὶ κάμνουν τὸ πᾶν, διὰ νὰ γίνουν καὶ οἱ ἴδιοι πλούσιοι. Ποιὲς ὅμως ἀπόψεις ἔχει πάνω στὸ θέμα αὐτὸ ὁ σοφὸς Σειράχ;

Δ´. Ἡ εἰρήνη

Δ´. Ἡ εἰρήνη

Ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς εἶναι πολύτιμο ἀγαθό. Ἀξίζει δὲ ὁ κάθε ἄνθρωπος νὰ κάνῃ ὅτι ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν ἴδιον, διὰ νὰ κατακτᾷ καὶ νὰ διατηρῇ μέσα τοῦ τὸ θεῖο αὐτὸ δῶρο. Καὶ ὁ σοφὸς Σειρὰχ στὸ περισπούδαστο ἔργο του ὑποδεικνύει συγκεκριμένους τρόπους, μὲ τοὺς ὁποίους καὶ τὶς ἀφορμὲς διασαλεύσεως τῆς ψυχικῆς μας γαλήνης θὰ ἀποφεύγουμε ἀλλὰ καὶ τοῦ Θεοῦ τὴν εὔνοιαν θὰ ἀποσπάσουμε πάνω μας, ὥστε καὶ στὴν αἰωνιότητα νὰ ἐξασφαλίσουμε τὴν μόνιμην εἰρήνην καὶ ἀνάπαυσιν.

1) Ἀποφυγὴ τῶν ἁμαρτιῶν

Πεποίθησις καὶ βασικὴ διδασκαλία τοῦ Σειρὰχ εἶναι ὅτι ἡ ἁμαρτία γενικὰ εἶναι πηγὴ ταραχῆς διὰ τὸν ἄνθρωπον. Οἱ τύψεις τῆς συνειδήσεως, ποὺ αὐτὴ προκαλεῖ στὸν ἁμαρτωλόν, τὸν κάμνουν νὰ ταλαιπωρεῖται καὶ νὰ ὑποφέρῃ ἀφάνταστα, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀποχωρίζουν ἀπὸ τὸν Θεόν, τὴν πηγὴν τῆς εἰρήνης. Διὰ τοῦτο καὶ βεβαιώνει:
«Μακάριος ἀνήρ, ὅς... οὐ κατενύγῃ ἐν λύπῃ ἁμαρτίας. Μακάριος οὐ οὗ κατέγνω ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ὃς οὐκ ἔπεσεν ἀπὸ τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ» (ιδ´, 1-2).
Εἶναι δηλαδὴ εὐτυχισμένος ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, ποὺ κατορθώνει νὰ μὴ ἁμαρτάνῃ. Διότι αὐτὸς δὲν δοκιμάζει τὴν πίκραν καὶ τὴν ταραχήν, ποὺ προκαλοῦν οἱ ἔλεγχοι τῆς συνειδήσεως. Εὐτυχισμένος ἐπίσης εἶναι ὅποιος ἔχει ἥσυχην τὴν συνείδησίν του, διότι αὐτὸς δὲν χάνει ποτὲ τὴν πρὸς τὸν Θεὸν ἐλπίδα του.

Γ´. Μὲ ὑπομονὴ καὶ θάρρος

Γ´. Μὲ ὑπομονὴ καὶ θάρρος

Ὁ σοφὸς Σειρὰχ δὲν ἐπισημαίνει μόνον στοὺς θεοσεβεῖς τὶς θλίψεις καὶ τὶς δοκιμασίες, ποὺ θὰ συναντήσουν στὴν ζωήν τους. Ὑποδεικνύει σ᾿ αὐτοὺς καὶ τοὺς ὀρθοὺς τρόπους ἀντιμετωπίσεώς τους.

1) Καταφυγὴ πρὸς τὸν Κύριον

«Τέκνον, εἰ προσέρχῃ δουλεύειν Κυρίω Θεῷ, ἑτοίμασον τὴν ψυχήν σου εἰς πειρασμόν. Εὔθυνον τὴν καρδίαν σου καὶ καρτέρησον καὶ μὴ σπεύσῃς ἐν καιρῷ ἐπαγωγῆς· κολλήθητι αὐτῷ καὶ μὴ ἄαοστης, ἵνα αὐξηθῆς ἐπ᾿ ἐσχάτων σου. Πὰν ὃ ἐὰν ἐπαχθῇ σοι δέξαι καὶ ἐν ἀλλάγμασι ταπεινώσεώς σου μακροθύμησον ὅτι ἐν πυρὶ δοκιμάζεται χρυσὸς καὶ ἄνθρωποι δεκτοὶ ἐν καμίνῳ ταπεινώσεως. Πίστευσον αὐτῷ καὶ ἀντιλήψεταί σου· εὔθυνον τὰς ὁδούς σου καὶ ἔλπισον ἐπ᾿ αὐτόν» (β´, 1 -6).
Παιδί μου, λέγει ὁ Σειρὰχ πρὸς κάθε θεοφοβούμενο ἄνθρωπον, ἂν πραγματικὰ θέλῃς νὰ εὐαρεστήσης στὸν Κύριον καὶ νὰ ἐργάζεσαι τὸ θέλημά του, τότε νὰ προετοιμάζῃς τὸν ἑαυτόν σου διὰ τοὺς πειρασμούς, ποὺ ὁπωσδήποτε θὰ σὲ εὕρουν. Τονίζει ἑπομένως ὅτι ἰδιαίτερα ἡ ζωὴ τῆς ἀρετῆς εἶναι συνδυασμένη μὲ πολλὲς δυσκολίες καὶ πειρασμούς. Καὶ ἡ πορεία τοῦ εὐσεβοῦς ἀνθρώπου εἶναι δρόμος, μᾶλλον μονοπάτι ἀνηφορικὸ καὶ δύσβατο καὶ κουραστικό. Ἂν δὲ κάποιος ἀρχίση τὸν δρόμον αὐτὸν ἀπροετοίμαστος ψυχικά, διατρέχει τὸν κίνδυνον νὰ ἀποκάμῃ καὶ νὰ ἀκολουθήση τὸν εὔκολον δρόμον τοῦ κακοῦ καὶ τὴν πλατειὰν λεωφόρον της ἁμαρτίας, ποὺ ὁδηγεῖ ὅμως στὴν ἀπώλειαν καὶ τὴν πνευματικὴν καταστροφήν.
Ἑτοίμασε λοιπὸν τὸν ἑαυτόν σου καὶ ἄγνισε τὴν καρδιάν σου, προτρέπει στὴν συνέχειαν κάθε ἄνθρωπον ὁ συνετὸς καὶ ἔμπειρος Σειράχ. Ἔτσι θὰ μείνης πιστὸς στὸν Κύριον καὶ δὲν θὰ ἀπομακρυνθῆς ἀπ᾿ Αὐτὸν στὶς σκληρὲς ὧρες τῶν δοκιμασιῶν σου. Μεῖνε διὰ πάντα προσκολλημένος καὶ στενὰ ἑνωμένος μὲ τὸν Κύριον καὶ μὴ ἀπομακρυνθῆς ἀπὸ κοντά του, διὰ νὰ διασωθῆς ἀπὸ τὸν κίνδυνον τῆς ἀπογνώσεως καὶ νὰ γίνῃς στὴν συνέχειαν μεγάλος καὶ σταθερὸς στὴν πίστιν καὶ ἄξιος της θείας ἀγάπης. Δέξου μὲ ὑπομονὴν κάθε πειρασμὸν καὶ κάθε θλῖψιν, ποὺ θὰ σὲ εὕρουν. Καὶ ἂν οἱ δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς σου πληθύνουν, δεῖξε περισσότερην σταθερότητα καὶ καρτερίαν καὶ χαρούμενην διάθεσιν, διὰ νὰ βγῆς πνευματικὰ κερδισμένος.
Διότι, ὅπως μὲ τὴν φωτιὰν καθαρίζεται καὶ γίνεται λαμπρότερος ὁ χρυσός, ἔτσι καὶ μέσα στὸ καμίνι τῶν θλίψεων οἱ ψυχὲς τῶν ἀλοδιαθέτων ἀνθρώπων καθαρίζονται ἀπὸ τὴν σκουριὰν τῆς ἁμαρτίας καὶ γίνονται δεκτὲς ἀπὸ τὸν Κύριον. Καὶ σὺ λοιπὸν ἐμπιστεύσου τὸν ἑαυτόν σου στὸν Κύριον καὶ νὰ εἶσαι βέβαιος ὅτι Αὐτὸς θὰ σὲ προστατεύση. Φρόντισε νὰ βαδίζῃς πάντοτε τὸν εὐθὺν δρόμον τῆς ἀρετῆς καὶ στηρίξου μὲ βεβαιότητα καὶ ἐλπίδα στὴν βοήθειαν τοῦ Κυρίου.

Β´. Θλίψεις καὶ δοκιμασίες

Β´. Θλίψεις καὶ δοκιμασίες

Οἱ θλίψεις καὶ οἱ δοκιμασίες καὶ οἱ πειρασμοὶ τῆς ζωῆς εἶναι φαινόμενο πανανθρώπινο καὶ πρόβλημα σοβαρώτατο. Δικαιολογημένα λοιπὸν καὶ ὁ σοφὸς Σειρὰχ τονίζει τὴν σκληρὴν αὐτὴν πραγματικότητα στοὺς ἀναγνῶστες τοῦ βιβλίου του καὶ ἐπισημαίνει σ᾿ αὐτοὺς τὶς πιὸ συνηθισμένες ἀφορμὲς τῶν ἀνθρωπίνων δοκιμασιῶν.

1) Ὅλοι δοκιμάζονται σκληρά

«Ἀσχολία μεγάλη ἔκτισται παντὶ ἀνθρώπω καὶ ζυγὸς βαρὺς ἐπὶ υἱοὺς Ἀδὰμ ἀφ᾿ ἡμέρας ἐξόδου ἐκ γαστρὸς μητρὸς αὐτῶν ἕως ἡμέρας ἐπιστροφῆς εἰς μητέρα πάντων... Ἀπὸ καθήμενου ἐπὶ θρόνου ἐν δόξῃ καὶ ἕως τεταπεινωμένου ἐν γῇ καὶ σποδῷ, ἀπὸ φοροῦντος ὑάκινθον καὶ στέφανον καὶ ἕως περιβαλλόμενου ὠμόλινον... Ὀλίγον, ὡς οὐδὲν ἐν ἀνάπαυσᾳ, καὶ ἀπ᾿ ἐκείνου ἐν ὕπνοις ὡς ἐν ἡμέρᾳ σκοπιᾶς τεθορυβημένος ἐν δράσει καρδίας αὐτοῦ, ὡς ἐκπεφευγῶς ἀπὸ προσώπου πολέμου» (μ´, 1, 3, 6).
Σ᾿ ὅλους δηλαδὴ τοὺς ἀνθρώπους, κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ, ἐπεβλήθησαν πολυάριθμες στενοχώριες καὶ μέριμνες. Καὶ πάνω σ᾿ ὅλους τοὺς ἀπογόνους του Ἀδὰμ ἐπιβάλλεται βαρὺ φορτίο θλίψεων, ἀπὸ τὴν ἡμέραν ποὺ θὰ γεννηθοῦν μέχρι καὶ τὴν ἡμέραν ποὺ θὰ ἀποθάνουν καὶ θὰ ἐπιστρέψουν στὴν κοινὴν μητέρα ὅλων μας γῆν. Συμβαίνει δὲ αὐτὸ σ᾿ ὅλους γενικὰ τοὺς ἀνθρώπους, ἀπὸ τοὺς πιὸ τρανούς, ποὺ κάθονται πάνω σὲ ἔνδοξον θρόνον, μέχρι καὶ τοὺς πιὸ ἄσημους, ποὺ κάθονται πάνω σὲ χῶμα καὶ στάκτην. Ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες ποὺ φοροῦν πολύτιμο καὶ κόκκινο ἔνδυμα καὶ φέρουν στεφάνι στὴν κεφαλήν τους, μέχρι καὶ τοὺς πιὸ πτωχούς, ποὺ περιβάλλονται μὲ χονδροκαμωμένα λινὰ ὑφάσματα. Εἶναι δὲ τόσες οἱ σκοτοῦρες κάθε ἄνθρωπου, ὥστε νὰ εἶναι ἀναπαυμένος ὀλίγον, μᾶλλον δὲ νὰ μὴ ἀναπαύεται καθόλου. Ἀκόμη καὶ κατὰ τὸν ὕπνον τοῦ ὁ ἄνθρωπος πολιορκεῖται ἀπὸ μέριμνες καὶ μοιάζει μὲ τὸν φρουρόν, ποὺ στέκεται πάνω σὲ φυλάκιο καὶ περιστοιχίζεται ἀπὸ ἐχθρούς. Ἀναστατώνεται δὲ τόσον ἀπὸ τὶς φαντασιώσεις τῆς διανοίας του, ὥστε νὰ αἰσθάνεται σὰν ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει διασωθῆ ἀπὸ τὸν πόλεμον.

Α´. Ἡ σοφία

Α´. Ἡ σοφία

Ἡ σοφία εἶναι ἡ βασικὴ ἰδέα τοῦ βιβλίου τοῦ Σειράχ. Αὐτὴ κατευθύνει τὴν σκέψιν του. Αὐτὴν καὶ προβάλλει στοὺς ἀναγνῶστες τοῦ βιβλίου του σὰν τρόπον ζωῆς καὶ σὰν βάσιν καὶ προϋπόθεσιν διὰ τὴν βίωσιν τῶν ἠθικῶν ἀληθειῶν καὶ σὰν μέσο κατακτήσεως τῆς πραγματικῆς εὐτυχίας. Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ σοφία, ποῦ τόσον συγκινεῖ τὸν θεόπνευστον Σειράχ;

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ
ΜΕΛΧΟΛ (ΜΙΧΑΛ) 
 
Η Μελχόλ ή Μιχάλ ήταν η μεγαλύτερη κόρη του βασιλιά Σαούλ και της Αχινοάμ. Η Μελχόλ είχε μία αδερφή της Μερόβ (Μεράβ) και τρεις αδερφούς, τον Ιωνάθαν, τον Ιεσσιού (Ιουεί ή Ισβί ή Αμιναδάβ κατά το Α' Βασιλειών 31,2) και τον Μελχισά (Μελχίσουε ή Μαλκίσουα)(Α' Βασιλειών 14,49-50).
 
Ο Σαούλ μετά τη νίκη του Δαβίδ επί του Γολιάθ, τον ζήλεψε και τον φθόνησε επειδή είχε γίνει πολύ αγαπητός στο λαό. Έτσι αποφάσισε να τον σκοτώσει και σκέφτηκε ότι μέσω της κόρης του θα τον παγιδεύσει και θα σκοτωνόταν σε κάποια μάχη με τους Φιλισταίους. Έτσι ήθελε να παντρέψει το Δαβίδ με τη μεγαλύτερη κόρη του, τη Μερόβ, για τις υπηρεσίες του που είχε προσφέρει πολεμώντας τους Φιλισταίους. Όταν όμως ήρθε ο καιρός να του τη δώσει, ο Σαούλ άλλαξε γνώμη και την έδωσε στον Αδριήλ το Μοθυλαθείτη.  Αλλά η Μελχόλ (Μιχάλ), η μικρότερη κόρη του Σαούλ, αγαπούσε το Δαβίδ και το ανάγγειλαν στον πατέρα της.
Του Σαούλ του άρεσε η ιδέα και έκανε πρόταση στο Δαβίδ να τον παντρέψει με τη μικρότερη κόρη του, με τον όρο να του πάει εκατό ακροβυστίες Φιλισταίων, να κόψει δηλαδή ο Δαβίδ το άκρο του γεννητικού μορίου εκατό αντρών και θα αποδείκνυε έτσι ότι πράγματι είχε φονεύσει τους εκατό Φιλισταίους.
Ο Δαβίδ δέχτηκε να γίνει γαμπρός του βασιλιά μ' αυτόν τον όρο. Προτού μάλιστα συμπληρωθούν οι μέρες της διορίας,  ο Δαβίδ με τους άντρες του, σκότωσε διακόσιους Φιλισταίους κι έφερε τις ακροβυστίες τους και τις μέτρησε ακριβώς στο βασιλιά, για να γίνει γαμπρός του. Έτσι ο Σαούλ του έδωσε την κόρη του, τη Μελχόλ, για γυναίκα.
Όταν ο Σαούλ κατάλαβε ότι ο Κύριος ήταν με το Δαβίδ κι ότι και η Μελχόλ τον αγαπούσε, άρχισε να φοβάται ακόμη περισσότερο το Δαβίδ, και η ζήλεια του και ο φθόνος του μεγάλωσαν ακόμη περισσότερο (Α' Βασιλειών 18,17-29).
 
Μια μέρα ο Σαούλ έστειλε ανθρώπους, να παραφυλάξουν στο σπίτι του Δαβίδ και το πρωί να τον σκοτώσουν. Αλλά η γυναίκα του Δαβίδ, η Μελχόλ, τον ειδοποίησε και εκείνος διέφυγε από το παράθυρο και ξέφυγε.
Τότε ο Σαούλ κάλεσε την κόρη του και τη ρώτησε γιατί τον άφησε να ξεφύγει και η Μελχόλ του είπε ότι δήθεν ο Δαβίδ την απείλησε να τη σκοτώσει (Α' Βασιλειών 19,11-17).
 
Αργότερα ο Σαούλ, όταν έμαθε ότι ο Δαβίδ παντρεύτηκε την Αβιγαία και την Αχινοάμ, έδωσε την κόρη του τη Μελχόλ, στον Φαλτί, γιο του Αμίς, ο οποίος καταγόταν από τη Ρομμά (Γαλλίμ) (Α' Βασιλειών 25,43-44).
Η Μελχόλ, αν και αγαπούσε το Δαβίδ, εν τούτοις όταν τον είδε να χορεύει ενώπιον του Κυρίου κατά τη μεταφορά της Κιβωτού της Διαθήκης, τον χλεύασε κι ένιωσε μεγάλη περιφρόνηση γι' αυτόν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην αποκτήσει ποτέ παιδί (Β' Βασιλειών 6,16-23).
 
 
ΑΒΙΓΑΙΑ 
 
Η Αβιγαία ήταν η δεύτερη σύζυγος του Δαβίδ. Πριν απ' αυτόν ήταν σύζυγος του Νάβαλ, ενός πλούσιου, σκληρού και κακού ανθρώπου. Η γυναίκα του η Αβιγαία ήταν έξυπνη και με ωραία εμφάνιση (Α' Βασιλειών 25,2-4)
 
Tον καιρό που ο Σαούλ καταδίωκε το Δαβίδ, εκείνος κατέφυγε στην έρημο Μαάν (Φαράν). Εκεί ζούσε κάποιος από την οικογένεια του Χάλεβ, που είχε τα κτήματα του στη γειτονική πόλη Κάρμηλο. Το όνομα του ήταν Νάβαλ και ήταν πάρα πολύ πλούσιος με τρεις χιλιάδες πρόβατα και χίλια γίδια. 
Ο Δαβίδ έμαθε ότι ο Νάβαλ είχε πάει στον Κάρμηλο να κουρέψει τα πρόβατα του. Έστειλε λοιπόν ανθρώπους να του ζητήσουν τρόφιμα. Εκείνος αρνήθηκε να προσφέρει βοήθεια στο Δαβίδ. Τότε ένας από τους δούλους του Νάβαλ πήγε στην Αβιγαία, τη γυναίκα του αφεντικού, και της ανέφερε τα γεγονότα. Της τόνισε την καλοσύνη του Δαβίδ και την κακία του αφεντικού του.
Η Αβιγαία χωρίς να πει τίποτα στον άντρα της, πήρε διακόσια καρβέλια ψωμί, δυο ασκιά κρασί, πέντε πρόβατα σφαγμένα, πέντε γαβάθες ψημένο στάρι, εκατό τσαμπιά ξερή σταφίδα και διακόσιες αρμαθιές ξερά σύκα και τα φόρτωσε στα γαϊδούρια για να τα δώσει στο Δαβίδ. Ενώ η Αβιγαία πήγαινε καβάλα στο γαϊδούρι της, ο Δαβίδ και οι άντρες του έρχονταν προς το μέρος της και συναντήθηκαν. Μόλις είδε το Δαβίδ, κατέβηκε βιαστικά από το γαϊδούρι, έσκυψε το κεφάλι της μπροστά του και τον προσκύνησε ως το έδαφος.  Έπεσε στα πόδια του και ζήτησε συγχώρεση για τη συμπεριφορά του συζύγου της.
Ο Δαβίδ δέχτηκε τα δώρα που του πρόσφερε η Αβιγαία και την καθησύχασε ότι δεν πρόκειται να πειράξει κανένα από την οικογένειά της. Όταν η Αβιγαία γύρισε στον Νάβαλ, εκείνος είχε φαγοπότι στο σπίτι του και ήταν τύφλα στο μεθύσι. Την άλλη μέρα το πρωί, όταν ο Νάβαλ είχε πια ξεμεθύσει, η γυναίκα του του διηγήθηκε όλα όσα συνέβησαν. Τότε αυτός έπαθε συμφόρηση και παρέλυσε. Μετά από δέκα περίπου μέρες πέθανε.
Όταν έμαθε ο Δαβίδ ότι ο Νάβαλ πέθανε, έστειλε ανθρώπους να προτείνουν στην Αβιγαία να γίνει γυναίκα του. Εκείνη σηκώθηκε κι έπεσε με το πρόσωπο καταγής και αποδέχτηκε την πρόταση. Μετά η Αβιγαία σηκώθηκε βιαστικά, ανέβηκε στο γαϊδούρι και ξεκίνησε με συνοδεία τις υπηρέτριές της, ακολούθησε τους ανθρώπους του Δαβίδ και έγινε γυναίκα του (Α' Βασιλειών κεφ. 25).
 
Όταν ο Δαβίδ με τους εξακόσιους άντρες του, για να γλιτώσουν από την καταδίωξη του Σαούλ, κατέφυγαν στους Φιλισταίους, πήραν μαζί τους και τις οικογένειές τους και εγκαταστάθηκαν στη Σεκελάκ (Σικλάγ). Έτσι και ο Δαβίδ είχε μαζί του τις δύο γυναίκες του, την Αβιγαία και την Αχινοάμ (Α' Βασιλειών 27,1-3).
Τον επόμενο χρόνο που ο Δαβίδ με τους άντρες του ακολούθησαν τους Φιλισταίους σε πόλεμο με τους Ισραηλίτες, οι Αμαληκίτες βρήκαν την ευκαιρία και επιτέθηκαν στη Σεκελάκ. Πυρπόλησαν την πόλη, αιχμαλώτισαν άντρες και γυναίκες, και τους πήραν μαζί τους. Όταν ήρθε ο Δαβίδ και οι άντρες του στην πόλη, τη βρήκαν πυρπολημένη και είδαν ότι οι γυναίκες τους και τα παιδιά τους είχαν απαχθεί. Τότε άρχισαν όλοι τους να κλαίνε με γοερές κραυγές, ώσπου εξαντλήθηκαν από το κλάμα. Αιχμαλωτίστηκαν επίσης και οι δύο γυναίκες του Δαβίδ, η Αχινοάμ και η Αβιγαία.
Ο Δαβίδ με τους άντρες του καταδίωξαν τους Αμαληκίτες, και με τη βοήθεια ενός νεαρού Αιγυπτίου, τους πρόλαβε και τους πολέμησε με επιτυχία. Κανείς απ αυτούς δε σώθηκε κι έτσι ο Δαβίδ ελευθέρωσε τις δύο γυναίκες του και όλες τις οικογένειες των στρατιωτών του.  Ακόμη πήρε πίσω όλα όσα είχαν αρπάξει οι Αμαληκίτες, αλλά και όλα τα ζώα των Αμαληκιτών (Α' Βασιλειών 30,1-20). Κατόπιν εγκαταστάθηκαν στις πόλεις που είναι γύρω από τη Χεβρών (Β' Βασιλειών 2,2 και 3,2).
 
 
ΑΧΙΝΟΑΜ (ΑΧΙΝΟΟΜ) 
 
Η Αχινοάμ ήταν η τρίτη σύζυγος του βασιλιά Δαβίδ (Α' Βασιλειών 25,43 και 27,3). Καταγόταν από την Ιεζραέλ.
 
Μαζί με την Αβιγαία, ακολούθησαν το Δαβίδ και εγκαταστάθηκαν στη Σεκελάκ (Σικλάγ) (Α' Βασιλειών 27,1-3). Κατόπιν αιχμαλωτίστηκαν από τους Αμαληκίτες όταν αυτοί βρήκαν την ευκαιρία και πυρπόλησαν την πόλη. Όταν ο Δαβίδ και οι άντρες του βρήκαν πυρπολημένη την πόλη, και είδαν ότι οι γυναίκες τους και τα παιδιά τους είχαν απαχθεί, καταδίωξαν τους Αμαληκίτες, και με τη βοήθεια ενός νεαρού Αιγυπτίου, τους πρόλαβαν και τους νίκησαν. Κανείς απ αυτούς δε σώθηκε κι έτσι ο Δαβίδ ελευθέρωσε τις δύο γυναίκες του και όλες τις οικογένειες των στρατιωτών του.  Ακόμη πήρε πίσω όλα όσα είχαν αρπάξει οι Αμαληκίτες, αλλά και όλα τα ζώα των Αμαληκιτών (Α' Βασιλειών 30,1-20).
Κατόπιν εγκαταστάθηκαν στις πόλεις που είναι γύρω από τη Χεβρών (Β' Βασιλειών 2,2 και 3,2). Από την Αχινοάμ ο Δαβίδ απέκτησε τον πρωτότοκο γιο του, τον Αμνών (Β' Βασιλειών 3,2).
 
 
ΒΗΡΣΑΒΕΕ (ΒΗΘΣΑΒΕΕ) 
 
Η Βηρσαβεέ ή Βηθσαβεέ ήταν κόρη του Ελιάβ (Ελιάμ) (Β' Βασιλέων 11,3) ή του Αμμιήλ (Α' Παραλειπομένωνν 3,5), εγγονή του Αχιτόφελ (Αχιτόλεφ) του Γελωνίτη (Β' Βασιλειών 23,34). Υπήρξε σύζυγος πρώτα του Ουρία του Χετταίου, αξιωματικού του Δαβίδ, και έπειτα του ίδιου του Δαβίδ.
 
Η ομορφιά και η γοητεία της Βηρσαβεέ παρέσυραν το Δαβίδ στο να την αποκτήσει. Έτσι ένα βράδυ που ο Δαβίδ περπατούσε στο ανάκτορό του, είδε μια πολλή ωραία γυναίκα που έπαιρνε το λουτρό της. Αφού πήρε πληροφορίες για αυτή τη γυναίκα, τότε έστειλε τους ανθρώπους του και την κάλεσε στην κατοικία του. Εκείνη πήγε κι αυτός πλάγιασε μαζί της. Η Βηρσαβεέ, όμως, έμεινε έγκυος κι έστειλε ειδοποίηση στο Δαβίδ (Β' Βασιλειών 11,2-5).
 
Τότε εκείνος για να καλύψει την πράξη του κάλεσε πίσω τον Ουρία από τη μάχη που βρισκόταν, έτσι ώστε να πάει σπίτι του και να κοιμηθεί με τη γυναίκα του. Ο Ουρίας όμως δεν κοιμήθηκε στο σπίτι του, αλλά στην πύλη του ανακτόρου, μαζί με τη βασιλική φρουρά.
Τότε ο Δαβίδ δε δίστασε να οργανώσει το θάνατο του Ουρία. Τον έστειλε ξανά στη μάχη, και μάλιστα ζήτησε να τον βάλουν στην πρώτη γραμμή της σκληρότερης μάχης, έτσι ώστε να τον χτυπήσει ο εχθρός και να σκοτωθεί, κάτι που τελικά έγινε.
 
Η Βηρσαβεέ, όταν έμαθε ότι σκοτώθηκε ο άντρας της, κράτησε πένθος γι' αυτόν. Όταν πέρασε το πένθος, ο  Δαβίδ έστειλε και την πήρε στο παλάτι κι έγινε γυναίκα του (Β' Βασιλειών 11,14-27).
Επειδή όμως ο Κύριος είχε δυσαρεστηθεί από την πράξη του Δαβίδ, γι' αυτό έκανε ν' αρρωστήσει βαριά το παιδί που γέννησε η Βηρσαβεέ. Μετά από εφτά μέρες το παιδί πέθανε (Β' Βασιλειών 12,15-23).
Τότε ο Δαβίδ πήγε στη γυναίκα του τη Βηρσαβεέ, την παρηγόρησε και συνευρέθηκε μαζί της. Εκείνη του γέννησε γιο που ο Δαβίδ τον ονόμασε Σολομώντα. Ο Κύριος αγάπησε το παιδί και το γνωστοποίησε στο Δαβίδ μέσω του προφήτη Νάθαν. Επίσης έδωσε εντολή στο Νάθαν να ονομάσουν για χάρη του το παιδί Ιεδεδί, που σημαίνει «αγαπημένος από τον Κύριο» (Β' Βασιλειών 12,24-25).
 
Από την Βηρσαβεέ ο Δαβίδ απέκτησε τον Σολομώντα και άλλους τρεις γιους. Υπήρξε δυναμική και με επιρροή στο Δαβίδ. Όταν ο Αδωνίας, ένας από τους γιους του, θέλησε να καταλάβει το θρόνο, η Βηρσαβεέ μετά από τις συμβουλές του Νάθαν ενημέρωσε το Δαβίδ, ο οποίος ματαίωσε τα σχέδια του Αδωνία και εξασφάλισε τη διαδοχή του θρόνου στον Σολομώντα (Γ' Βασιλέων 1,15-53).

Παλαιά Διαθήκη


Παλαιά Διαθήκη

 


  H Παλαιά Διαθήκη είναι το πρώτο μέρος της Αγίας Γραφής. Το περιεχόμενο της περιλαμβάνει την Γένεση του κόσμου, το προπατορικό αμάρτημα, καθώς και την ιστορία του Ισραήλ ως εκλεκτού λαού του Θεού. Μέσα από την Π.Δ ο αναγνώστης ανακαλύπτει το σχέδιο της Θείας οικονομίας που ο ίδιος ο Θεός «επινόησε» για να σώσει  την ανθρωπότητα από την αμαρτία.

  Πολλοί πιστοί στις μέρες μας θεωρούν ή πιστεύουν ότι η Π.Δ δεν έχει θέση στην ζωή της Εκκλησίας. Σε αυτό ακριβώς τo σημείο τίθεται και το ερώτημα: Έχει θέση η Π.Δ στην ζωή της Εκκλησίας; Aς αφήσουμε όμως την Εκκλησία να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα. Συγκεκριμένα, αν η Εκκλησία δεν παραδέχονταν την Π.Δ θα αναιρούσε και την πίστη στην Κ.Δ ταυτόχρονα, καθώς μέσω της Παλαιάς Διαθήκης ερμηνεύεται το περιεχόμενο της Καινής Διαθήκης και αντίστροφα. Δεύτερον πως θα εξηγούνταν στα Ευαγγέλια πολλοί όροι (κυρίως στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο) χωρίς την Π.Δ (π.χ εβραϊκά έθιμα, τίτλοι κλπ); Επίσης, πως είναι δυνατόν η Εκκλησία μας να απορρίπτει την Π.Δ και ταυτόχρονα η Υμνολογία της να εκθειάζει σε μεγάλο βαθμό τα γεγονότα της Π.Δ; Γιατί η Εκκλησία τιμά τους Προφήτες και τους πατέρες της Θρησκείας του Ισραήλ;

  Το συμπέρασμα όλων των παραπάνω είναι ότι η Π.Δ είναι εξίσου σημαντική και ισάξια στη ζωή της Εκκλησίας όσο και η Καινή Διαθήκη. Η θρησκεία που περιγράφεται στα βιβλία της Π.Δ ( δηλ. η εβραϊκή) όσο και αν μας φαίνεται παράξενο αποτέλεσε την βάση στην οποία ο Ιησούς Χριστός θεμελίωσε την δική μας Ορθόδοξη πίστη. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι πολλά στοιχειά της Ορθόδοξης παράδοσης βρίσκουν τις ρίζες τους στην εβραϊκή θρησκεία (π.χ το Πάσχα τον Ορθοδόξων Χριστιανών σημαίνει το πέρασμα στην νέα εποχή του Χριστού μας  και το Πάσχα των Ισραηλιτών σήμαινε το πέρασμα της θαλάσσης από τον Μωυσή).

  Το τελευταίο στοιχείο μας δείχνει ότι η Π.Δ εκτός του ότι περιγράφει την Ιστορία και την εξέλιξη της εβραϊκής θρησκείας είναι και ένα προφητικό βιβλίο καθώς πολλά γεγονότα της προεικονίζουν την ζωή του Χριστού. Επίσης, τα προφητικά της βιβλία είναι καταλυτικά στην ερμηνεία της Κ.Δ όπως έχει προαναφερθεί.

  Τα βιβλία της Π.Δ στην Ορθόδοξη παράδοση ανάγονται σε 49 σύμφωνα με τον Αλεξανδρινό κανόνα( μετάφραση των Ο’) και χωρίζονται στις εξής κατηγορίες:

 

Α) Ιστορικά

    

      Γένεσις

      Έξοδος

      Λευιτικόν

      Αριθμοί

      Δευτερονόμιον

      Ιησούς του Ναυί

      Κριταί

      Ρούθ

      Α’ Βασιλειών

      Β’ Βασιλειών

      Γ’ Βασιλειών

      Δ’ Βασιλειών

      Α’ Παραλειπομένων

      Β’ Παραλειπομένων

      Α’ Έσδρας ή Ιερεύς

      Β’ Έσδρας

      Νεεμίας

      Τωβίτ

       Ιουδίθ

       Εσθήρ

       Α’ Μακκαβαίων

       Β’ Μακκαβαίων

       Γ’ Μακκαβαίων

      

Β) Ποιητικά ή Διδακτικά

      

       Ψαλμοί

        Ιώβ

        Παροιμίαι Σολομώντος

        Εκκλησιαστής

        Άσμα Ασμάτων

        Σοφία Σολομώντος

        Σοφία Σειράχ

 

Γ) Προφητικά

 

     Ωσηέ

     Αμώς

     Μιχαίας

     Ιωήλ

     Οβδιού

     Ιωνάς

     Ναούμ

     Αββακούμ

     Σοφονίας

     Αγγαίος

     Ζαχαρίας

     Μαλαχίας

     Ησαΐας

     Ιερεμίας

     Βαρούχ

     Θρήνοι Ιερεμίου

     Επιστολή Ιερεμίου

     Ιεζεκιήλ

     Δανιήλ

 

  Τέλος θα ήταν μεγάλη παράληψη, να μην τονίσουμε την σημασία της πεντατεύχου(5 πρώτα ιστορικά βιβλία) και την πορεία που χάραξε στην Ιστορία του ισραηλίτικου λαού. Ήταν ακριβώς εκείνος ο Νόμος για τον οποίο ο Ιησούς Χριστός ήρθε στην γη για να τελειοποιήσει καθιστώντας τον στην νέα του μορφή ως πρότυπο ζωής των Χριστιανών.

ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΑΡΟΙΜΙΩΝ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΓΩΓΗ

 ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΑΡΟΙΜΙΩΝ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΓΩΓΗ

Παροιμίαι
Οι Παροιμίαι (ή Παροιμίαι Σολομώντος) είναι ένα από τα βιβλία του κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης. Στον ιουδαϊκό κανόνα συναριθμείται με τον τίτλο Παροιμίαι Σολομώντος μεταξύ των βιβλίων που ονομάζονται «Αγιόγραφα», ενώ στον αντίστοιχο ελληνικό κανόνα εντάσσεται στη συλλογή των Ποιητικών ή Διδακτικών βιβλίων.
 
Το βιβλίο οφείλει τον τίτλο του στο περιεχόμενο του, που συνιστά μια συλλογή συμβουλών, παραινέσεων και γνωμικών που αφορούν στην ηθική οικοδομή του ανθρώπου.
Οι "παροιμίες" συνιστούν συνήθως σύντομες φράσεις στις οποίες αποτυπώνεται η ατομική ή συλλογική εμπειρία από την αντιμετώπιση διαφόρων καταστάσεων της καθημερινής ζωής και οι οποίες μεταδίδονται προφορικά από γενιά σε γενιά με σκοπό να προσφέρουν στους ανθρώπους συμβουλές για την επίτευξη της ευτυχίας και της ευημερίας. Αυτό το είδος της σοφίας καλλιεργήθηκε και στον Ισραήλ και εμπλουτίστηκε με θρησκευτικές ιδέες. Ως πρώτος και σπουδαιότερος σοφός αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη ο βασιλιάς Σολομών, στον οποίο αποδίδονται πολλά σοφιολογικά έργα. Αργότερα και αλλά πρόσωπα ασχολήθηκαν με τη συλλογή και καταγραφή παροιμιών.
Παρ' όλο που το βιβλίο έχει το χαρακτήρα ηθικού εγχειριδίου, βασική ιδέα του έργου είναι ή αρχή ότι η επιτυχία στη ζωή δεν εξαρτάται μόνον από την ανθρώπινη εξυπνάδα, αλλά προϋποθέτει πρώτα και κύρια την αναγνώριση του Θεού και την τήρηση των εντολών του. Συχνά επίσης η σοφία παριστάνεται ως πρόσωπο που ζει κοντά στο Θεό και δια της οποίας ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο.
 
 
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18- Συλλογή παροιμιών του Σολομώντα για τη ζωή και τη διαγωγή.
Παρ. 18,1          Προφάσεις ζητεῖ ἀνὴρ βουλόμενος χωρίζεσθαι ἀπὸ φίλων, ἐν παντὶ δὲ καιρῷ ἐπονείδιστος ἔσται.
Παρ. 18,1                  Προφάσεις ζητεί εκείνος, ο οποίος θέλει και επιδιώκει να χωρισθή από τους φίλους του. Αυτός όμως θα είναι πάντοτε άξιος κατακρίσεως και χλευασμού.
Παρ. 18,2          οὐ χρείαν ἔχει σοφίας ἐνδεὴς φρενῶν, μᾶλλον γὰρ ἄγεται ἀφροσύνῃ.
Παρ. 18,2                 Ο ασύνετος και άμυαλος άνθρωπος, σκοτισμένος από τον εγωϊσμόν του, δεν αισθάνεται την ανάγκην να συμβουλευθή σοφούς. Δι' αυτό και σύρεται τήδε κακείσε από την αμυαλωσύνην του.
Παρ. 18,3          ὅταν ἔλθῃ ἀσεβὴς εἰς βάθος κακῶν, καταφρονεῖ, ἐπέρχεται δὲ αὐτῷ ἀτιμία καὶ ὄνειδος.
Παρ. 18,3                  Οταν ο ασεβής και χωρίς φόβον Θεού άνθρωπος πάρη τον κατήφορον και ολισθήση εις βάθος κακών, αναίσχυντος πλέον και πωρωμένος καταφρονεί τους πάντας. Δια τούτο επέρχεται εναντίον του ο εξευτελισμός και η καταισχύνη.
Παρ. 18,4          ὕδωρ βαθὺ λόγος ἐν καρδίᾳ ἀνδρός, ποταμὸς δὲ ἀναπηδύει καὶ πηγὴ ζωῆς.
Παρ. 18,4                 Ο λόγος, που αναβλύζει από την καρδίαν του συνετού ανθρώπου, είναι τόσον βαθύς και ωφέλιμος, όπως το ανεξάντλητον ύδωρ ενός βαθέος φρέατος. Ποταμός δε αναβλύζει από την ψυχήν του και πηγή ύδατος ζωής από το στόμα του.
Παρ. 18,5          θαυμάσαι πρόσωπον ἀσεβοῦς οὐ καλόν, οὐδὲ ὅσιον ἐκκλίνειν τὸ δίκαιον ἐν κρίσει.
Παρ. 18,5                  Το να θαυμάζη κανείς το πρόσωπον και την ζωήν του ασεβούς δεν είναι ορθόν· ούτε δε και είναι πρέπον και σύμφωνον προς το θέλημα του Θεού να διαστρέφη κανείς το δίκαιον κατά την ώραν της δίκης.
Παρ. 18,6          χείλη ἄφρονος ἄγουσιν αὐτὸν εἰς κακά, τὸ δὲ στόμα αὐτοῦ τὸ θρασὺ θάνατον ἐπικαλεῖται.
Παρ. 18,6                 Τα λόγια που βγαίνουν από το στόμα του ασύνετου, τον οδηγούν εις πειρασμούς και καταστροφάς. Το δε θρασύ του στόμα με τα προκλητικά του λόγια είναι, σαν να προκαλή εναντίον του τον θάνατον.
Παρ. 18,7          στόμα ἄφρονος συντριβὴ αὐτῷ, τὰ δὲ χείλη αὐτοῦ παγὶς τῇ ψυχῇ αὐτοῦ.
Παρ. 18,7                  Το στόμα του άφρονος είναι η καταστροφή του και τα λόγια των χειλέων του είναι παγίς, όπου συλλαμβάνεται και καταστρέφεται η ζωή του.
Παρ. 18,8          ὀκνηροὺς καταβάλλει φόβος, ψυχαὶ δὲ ἀνδρογύνων πεινάσουσιν.
Παρ. 18,8                 Οι οκνηροί και απρόθυμοι εις την εργασίαν καταβάλλονται από φόβον, οι δε θηλυπρεπείς και μαλθακοί θα πεινάσουν.
Παρ. 18,9          ὁ μὴ ἰώμενος ἑαυτὸν ἐν τοῖς ἔργοις αὑτοῦ ἀδελφός ἐστι τοῦ λυμαινομένου ἑαυτόν.
Παρ. 18,9                 Εκείνος ο οποίος δεν καταπολεμεί την οκνηρίαν και δεν προσπαθεί να εξυπηρετήση τον εαυτόν του με την εργατικότητά του, αυτός είναι όμοιος με εκείνον, που οδηγεί τον εαυτόν του στον όλεθρον.
Παρ. 18,10         ἐκ μεγαλωσύνης ἰσχύος ὄνομα Κυρίου, αὐτῷ δὲ προσδραμόντες δίκαιοι ὑψοῦνται.
Παρ. 18,10                Το όνομα του Κυρίου είναι όνομα μεγαλοπρεπείας και παντοδυναμίας. Εις αυτό όταν καταφεύγουν οι δίκαιοι, υψώνονται και δοξάζοναι.
Παρ. 18,11         ὕπαρξις πλουσίου ἀνδρὸς πόλις ὀχυρά, ἡ δὲ δόξα αὐτῆς μέγα ἐπισκιάζει.
Παρ. 18,11                Η περιουσία του ευσεβούς πλουσίου είναι ασφαλής, όπως η οχυρά πόλις· η δόξα δε αυτής τον επισκιάζει και τον επαναπαύει.
Παρ. 18,12         πρὸ συντριβῆς ὑψοῦται καρδία ἀνδρός, καὶ πρὸ δόξης ταπεινοῦται.
Παρ. 18,12                Η υψηλοφροσύνη της καρδίας προηγείται από την συντριβήν του αλαζόνος, όπως και η ταπεινοφροσύνη προηγείται από την δόξαν του ταπεινού.
Παρ. 18,13         ὃς ἀποκρίνεται λόγον πρὶν ἀκοῦσαι, ἀφροσύνη αὐτῷ ἐστι καὶ ὄνειδος.
Παρ. 18,13                Εκείνος ο οποίος δίδει απάντησιν, πριν ακούση τι του λέγουν, είναι ασύνετος και εντροπιάζεται.
Παρ. 18,14         θυμὸν ἀνδρὸς πραΰνει θεράπων φρόνιμος, ὀλιγόψυχον δὲ ἄνδρα τίς ὑποίσει;
Παρ. 18,14                Τον θυμόν ενός οργισμένου κυρίου ημπορεί να καταπραΰνη και διαλύση ένας συνετός υπηρέτής. Τον μικρόψυχον όμως και λεπτολόγον άνθρωπον ποιός ημπορεί να τον υποφέρη;
Παρ. 18,15         καρδία φρονίμου κτᾶται αἴσθησιν, ὦτα δὲ σοφῶν ζητεῖ ἔννοιαν.
Παρ. 18,15                Ο νους και η καρδιά του συνετού ανθρώπου ζητεί και αποκτά συνεχώς την αληθινήν γνώσιν. Τα αυτιά δε των σοφών ευχαριστούνται να ακούουν υψηλάς εννοίας.
Παρ. 18,16         δόμα ἀνθρώπου ἐμπλατύνει αὐτὸν καὶ παρὰ δυνάσταις καθιζάνει αὐτόν.
Παρ. 18,16                Το δώρον, που με αγάπην και φιλίαν προσφέρει κανείς, ανοίγει εμπρός του πλατείς τους δρόμους της προόδου και επιτυχίας, και τον βάζει να καθήση κοντά εις άρχοντας και επισήμους.
Παρ. 18,17         δίκαιος ἑαυτοῦ κατήγορος ἐν πρωτολογίᾳ, ὡς δ᾿ ἂν ἐπιβάλῃ ὁ ἀντίδικος ἐλέγχεται.
Παρ. 18,17                Ο δίκαιος, όταν παρασυρθή εις κάποιαν αδικίαν, πρώτος θα κατηγορήση τον εαυτόν του ενώπιον του δικαστηρίου, διότι εάν τον προλάβη ο κατήγορός του και τον ελέγξη, η θέσις του θα επιβαρυνθή.
Παρ. 18,18         ἀντιλογίας παύει σιγηρός, ἐν δὲ δυναστείαις ὁρίζει.
Παρ. 18,18                Η άφωνος κλήρωσις καταπαύει αντιθέσεις και φιλονεικίας. Και κατά τας διαφωνίας των αρχόντων ο ανασυρόμενος κλήρος ορίζει το ορθόν.
Παρ. 18,19         ἀδελφὸς ὑπὸ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρὰ καὶ ὑψηλή, ἰσχύει δὲ ὥσπερ τεθεμελιωμένον βασίλειον.
Παρ. 18,19                Αδελφός, όταν με αγάπην βοηθήται από τον αδελφόν, είναι ωσάν ωχυρωμένη και απόρθητος πόλις, κτισμένη επάνω εις υψηλόν μέρος. Είναι δε ισχυρός ωσάν το ασάλευτον ανάκτορον, που έχει θεμελιωθή εις στερεόν έδαφος.
Παρ. 18,20         ἀπὸ καρπῶν στόματος ἀνὴρ πίμπλησι κοιλίαν αὐτοῦ, ἀπὸ δὲ καρπῶν χειλέων αὐτοῦ ἐμπλησθήσεται.
Παρ. 18,20               Από τα λόγια του, ωσάν από άλλους καρπούς, θα γεμίση κάθε άνθρωπος την ψυχήν του. Από τα λόγια του τα καλά η κακά θα πλημμυρίση και θα χορτάση ο ίδιος.
Παρ. 18, 21        θάνατος καὶ ζωὴ ἐν χειρὶ γλώσσης, οἱ δὲ κρατοῦντες αὐτῆς ἔδονται τοὺς καρποὺς αὐτῆς.
Παρ. 18,21                Εις την εξουσίαν της γλώσσης είναι ο θάνατος και η ζωη. Οσοι κατορθώνουν να συγκρατούν την γλώσσαν των, θα φάγουν τους γλυκείς και θρεπτικούς αυτής καρπούς.
Παρ. 18,22         ὃς εὗρε γυναῖκα ἀγαθήν, εὗρε χάριτας, ἔλαβε δὲ παρὰ Θεοῦ ἱλαρότητα.
Παρ. 18,22               Εκείνος, που με τον φωτισμόν του Θεού ευρήκε σύζυγον ενάρετον, επέτυχε πολλάς ωφελείας και κέρδη. Επρε από τον ίδιον τον Θεόν ήρεμον και ευχέριστον ζωήν.
Παρ. 18,22α       ὃς ἐκβάλλει γυναῖκα ἀγαθήν, ἐκβάλλει τὰ ἀγαθά, ὁ δὲ κατέχων μοιχαλίδα ἄφρων καὶ ἀσεβής.
Παρ. 18,22α             Οποιος όμως διώχνει την ενάρετον σύζυγόν του, διώχνει μαζή με αυτήν και τα αγαθά. Εκείνος δε ο οποίος κρατεί πλησίον του και συζή με μοιχαλίδα, είναι ασύνετος και ασεβής ενώπιον του Θεού.
 
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 19- Συλλογή παροιμιών του Σολομώντα για τη ζωή και τη διαγωγή.
Παρ. 19,3          Ἀφροσύνη ἀνδρὸς λυμαίνεται τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ, τὸν δὲ Θεὸν αἰτιᾶται τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ.
Παρ. 19,3                  Η απερισκεψία του ανθρώπου καταστρέφει τας πορείας της ζωής του. Αυτός δε εσωτερικώς κατηγορεί τον Θεόν ως αίτιον του ολέθρου του.
Παρ. 19,4          πλοῦτος προστίθησι φίλους πολλούς, ὁ δὲ πτωχὸς καὶ ἀπὸ τοῦ ὑπάρχοντος φίλου λείπεται.
Παρ. 19,4                 Ο πλούτος προσθέτει πολλούς φίλους, ανειλικρινείς κατά κανόνα και κόλακας, ο πτωχός όμως άνθρωπος εγκαταλείπεται πολλάκις και από αυτόν τον υπάρχοντα μοναδικόν φίλον του.
Παρ. 19,5          μάρτυς ψευδὴς οὐκ ἀτιμώρητος ἔσται, ὁ δὲ ἐγκαλῶν ἀδίκως οὐ διαφεύξεται.
Παρ. 19,5                  Ο ψευδομάρτυς δεν θα μείνη ατιμώρητος, αν οχι παρά των ανθρώπων, ασφαλώς όμως από τον Θεόν. Αλλά και εκείνος ο οποίος εισάγει εις δίκην τον αθώον, δεν θα διαφύγη την παρά του Θεού τιμωρίαν.
Παρ. 19,6          πολλοὶ θεραπεύουσι πρόσωπα βασιλέων, πᾶς δὲ ὁ κακὸς γίνεται ὄνειδος ἀνδρί.
Παρ. 19,6                 Πολλοί είναι εκείνοι, οι οποίοι υπηρετούν τους βασιλείς, ένας όμως κακός αυλικός υπηρέτης γίνεται αιτία εξευτελισμού του βασιλέως.
Παρ. 19,7          πᾶς, ὃς ἀδελφὸν πτωχὸν μισεῖ, καὶ φιλίας μακρὰν ἔσται. ἔννοια ἀγαθὴ τοῖς εἰδόσιν αὐτὴν ἐγγιεῖ, ἀνὴρ δὲ φρόνιμος εὑρήσει αὐτήν. ὁ πολλὰ κακοποιῶν τελεσιουργεῖ κακίαν, ὃς δὲ ἐρεθίζει λόγους οὐ σωθήσεται.
Παρ. 19,7                  Εκείνος που μισεί τον πτωχόν αδελφόν του, θα είναι μακράν και θα στερηθή από κάθε φιλίαν, δηλαδή ο κακός αδελφός είναι απαράδεκτος στους άλλους ως φίλος. Η καλή και συνετή γνώσις θα πλησίαση εκείνους, οι οποίοι γνωρίζουν την αξίαν της και την επιζητούν. Καθε δε συνετός και φρόνιμος ανήρ θα την αναζητήση και θα την εύρη. Εκείνος ο οποίος συνεχώς διαπράττει πολλά κακά, και έχει συνηθίσει και προχωρεί μέχρι τέλους εις την διάπραξιν του κακού, όπως και αυτός που με τα λόγια του εξερεθίζει εις φιλονεικίας και μάχας τους άλλους, εν τέλει δεν θα κατορθώσουν να διασωθούν.
Παρ. 19,8          ὁ κτώμενος φρόνησιν ἀγαπᾷ ἑαυτόν, ὃς δὲ φυλάσσει φρόνησιν, εὑρήσει ἀγαθά.
Παρ. 19,8                 Εκείνος ο οποίος συνεχώς προσπαθεί να αποκτά σοφίαν και σύνεσιν, αυτός πράγματι αγαπά τον εαυτόν του. Εκείνος δε ο οποίος διαφυλάττει και τηρεί την φρόνησιν, θα εύρη ασφαλώς αγαθά, υλικά και πνευματικά.
Παρ. 19,9          μάρτυς ψευδὴς οὐκ ἀτιμώρητος ἔσται, ὃς δ᾿ ἂν ἐκκαύσῃ κακίαν, ἀπολεῖται ὑπ᾿ αὐτῆς.
Παρ. 19,9                 Κανείς ψευδομάρτυς δεν θα μείνη ατιμώρητος, αν οχι από τους ανθρώπους βεβαίως όμως από τον Θεόν. Εκείνος δε ο οποίος ανάπτει πυρκαϊάς κακίας, θα εξολοθρευθή από αυτήν ταύτην την κακίαν.
Παρ. 19,10         οὐ συμφέρει ἄφρονι τρυφή, καὶ ἐὰν οἰκέτης ἄρξηται μεθ᾿ ὕβρεως δυναστεύειν.
Παρ. 19,10                Εις τον άμυαλον και ασύνετον δεν συμφέρει η τρυφηλή ζωή και τα άφθονα υλικά. Οπως επίσης εάν ένας δούλος ανελθη εις τα ανώτατα αξιώματα, θα κυβερνά με αλαζονείαν και έπαρσιν, πράγμα το οποίον δεν συμφέρει ούτε αυτόν ούτε τους άλλους.
Παρ. 19,11         ἐλεήμων ἀνὴρ μακροθυμεῖ, τὸ δὲ καύχημα αὐτοῦ ἐπέρχεται παρανόμοις.
Παρ. 19,11                Ο ελεήμων και γεμάτος καλωσύνην ανήρ είναι υπομονητικός και πράος, έστω και αν συναντά την αχαριστίαν. Οπωσδήποτε όμως ο έπαινος και η δόξα του δια τας καλωσύνας του θα πέση επάνω στους παρανόμους και θα τους αποστομώση.
Παρ. 19,12         βασιλέως ἀπειλὴ ὁμοία βρυγμῷ λέοντος, ὥσπερ δὲ δρόσος ἐπὶ χόρτῳ, οὕτως τὸ ἱλαρὸν αὐτοῦ.
Παρ. 19,12                Η απειλή του βασιλέως είναι ομοία με τον βρυχηθμόν του λέοντος, εξ αντιθέτου δε η ιλαρότης και η καλωσύνη του προσώπου του ομοιάζει με την δρόσον, η οποία σταλάζει ζωογόνος στο χορτάρι.
Παρ. 19,13         αἰσχύνη πατρὶ υἱὸς ἄφρων· οὐχ ἁγναὶ εὐχαὶ ἀπὸ μισθώματος ἑταίρας.
Παρ. 19,13                Ο αμυαλος και ασύνετος υιός είναι εντροπή δια τον πατέρα. Ταματα προερχόμενα από χρήματα πωλουμένης πόρνης δεν είναι καθαρά και ευπρόσδεκτα ενώπιον του Κυρίου.
Παρ. 19,14         οἶκον καὶ ὕπαρξιν μερίζουσι πατέρες παισί, παρὰ δὲ Κυρίου ἁρμόζεται γυνὴ ἀνδρί.
Παρ. 19,14                Οι μεν γονείς διαμοιράζουν εις τα παιδιά των τα σπίτια και την άλλην περιουσίαν· εκ μέρους όμως του Κυρίου ταιριάζεται η καλή γυναίκα προς τον άνδρα, ως ανεκτίμητος δι' αυτόν περιουσία.
Παρ. 19,15         δειλία κατέχει ἀνδρόγυνον, ψυχὴ δὲ ἀεργοῦ πεινάσει.
Παρ. 19,15                Δειλία καταλαμβάνει τον θηλυπρεπή και μαλθακόν, ο δε οκνηρός, που αποφεύγει την εργασίαν, θα πεινάση.
Παρ. 19,16         ὃς φυλάσσει ἐντολήν, τηρεῖ τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν, ὁ δὲ καταφρονῶν τῶν ἑαυτοῦ ὁδῶν ἀπολεῖται.
Παρ. 19,16                Εκείνος ο οποίος φυλάττει τας εντολάς του Θεού, διατηρεί επί μακρόν την ζωήν του και προφυλάσσει την ψυχήν του. Εκείνος όμως που αδιαφορεί δια την διαγωγήν του και τον τρόπον της ζωής του, θα εξολοθρευθή.
Παρ. 19,17         δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν, κατὰ δὲ τὸ δόμα αὐτοῦ ἀνταποδώσει αὐτῷ.
Παρ. 19,17                Οποιος ελεεί τον πτωχόν δανείζει τον Θεόν. Ανάλογα δέ με την ελεημοσύνην του θα λάβη και εκ μέρους του Θεού την ανταπόδοσιν.
Παρ. 19,18         παίδευε υἱόν σου, οὕτως γὰρ ἔσται εὔελπις, εἰς δὲ ὕβριν μὴ ἐπαίρου τῇ ψυχῇ σου.
Παρ. 19,18                Παιδαγώγει και μόρφωνε το παιδί σου με σύνεσιν, με στοργήν και με αυστηρότητα. Διότι έτσι θα υπάρξουν πολλαί καλαί ελπίδες προόδου και επιτυχίας του εις την ζωήν. Προτίμα την κατά Θεόν μόρφωσιν του παιδιού σου, και μη αλαζονεύεσαι δι' αυτόν η δια την περιουσίαν, την οποίαν τυχόν θα του αφήσης.
Παρ. 19,19         κακόφρων ἀνὴρ πολλὰ ζημιωθήσεται· ἐὰν δὲ λοιμεύηται, καὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ προσθήσει.
Παρ. 19,19                Ο κακόμυαλος άνθρωπος θα υποστή πολλάς τιμωρίας. Εάν δέ, σαν άλλη καταστρεπτική επιδημία, σκορπίζη το κακόν και την συμφοράν, θα διακινδυνεύση να χάση και αυτήν την ζωήν του.
Παρ. 19,20         ἄκουε, υἱέ, παιδείαν πατρός σου, ἵνα σοφὸς γένῃ ἐπ᾿ ἐσχάτων σου.
Παρ. 19,20               Ακουε, παιδί μου, και συμμορφώσου προς την παιδαγωγίαν του πατρός σου, δια να γίνης και να μείνης σοφός μέχρι των γηρατείων σου.
Παρ. 19,21         πολλοὶ λογισμοὶ ἐν καρδίᾳ ἀνδρός, ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα μένει.
Παρ. 19,21                Πολλοί και διάφοροι και παροδικοί λογισμοί και σχέδια πλημμυρίζουν την καρδίαν του ανθρώπου. Αλλά η βουλή του Κυρίου μένει πάντοτε η ιδία, αγαθή και ωφέλιμος.
Παρ. 19,22         καρπὸς ἀνδρὶ ἐλεημοσύνη, κρείσσων δὲ πτωχὸς δίκαιος ἢ πλούσιος ψεύστης.
Παρ. 19,22               Εις κάθε άνθρωπον η ελεημοσύνη είναι καρπός ωφέλιμος δι' αυτόν τον ίδιον. Προτιμότερος και καλύτερος είναι ο δίκαιος πτωχός από τον ψεύστην πλούσιον.
Παρ. 19,23         φόβος Κυρίου εἰς ζωὴν ἀνδρί, ὁ δὲ ἄφοβος αὐλισθήσεται ἐν τόποις, οὗ οὐκ ἐπισκοπεῖται γνῶσις.
Παρ. 19,23               Ο φόβος και η ευλάβεια προς τον Κυριον οδηγεί τον άνθρωπον εις την αληθινήν και μακαρίαν ζωήν. Εκείνος όμως που δεν φοβείται τον Θεόν, θα κατοικήση εις τόπους, όπου δεν υπάρχει η αληθινή γνώσις αλλ' επικρατεί το σκότος της πλάνης.
Παρ. 19,24         ὁ ἐγκρύπτων εἰς τὸν κόλπον αὐτοῦ χεῖρας ἀδίκως, οὐδὲ τῷ στόματι οὐ μὴ προσαγάγῃ αὐτάς.
Παρ. 19,24               Ο οκνηρός, που κρύβει και σταυρώνει τα χέρια του στο στήθος του από τεμπελιά, με αυτά τα χέρια του δεν θα προσφέρη τροφήν στο στόμα του.
Παρ. 19,25         λοιμοῦ μαστιγουμένου, ἄφρων πανουργότερος γίνεται· ἐὰν δὲ ἐλέγχῃς ἄνδρα φρόνιμον, νοήσει αἴσθησιν.
Παρ. 19,25               Οταν ο διεφθαρμένος και επιβλαβής εις την κοινωνίαν άνθρωπος τιμωρήται με μαστιγία, και αυτός ακόμη ο ασύνετος βλέπων την τιμωρίαν γίνεται προσεκτικός. Εάν ελέγχης άνδρα συνετόν, θα αντιληφθή το σφάλμα του και θα διορθωθή.
Παρ. 19,26         ὁ ἀτιμάζων πατέρα καὶ ἀπωθούμενος μητέρα αὐτοῦ καταισχυνθήσεται καὶ ἐπονείδιστος ἔσται.
Παρ. 19,26               Εκείνός που εξευτελίζει και υβρίζει τον πατέρα του, όπως και αυτός που σπρώχνει με αναίδειαν και ασέβειαν την μητέρα του, θα κατεντροπιασθή και θα γίνη επονείδιστος εν μέσω της κοινωνίας.
Παρ. 19,27         υἱὸς ἀπολειπόμενος φυλάξαι παιδείαν πατρὸς μελετήσει ῥήσεις κακάς.
Παρ. 19,27               Παιδί, που θα καταφρονήση και θα παραμελήση την πατρικήν παιδαγωγίαν, αυτό θα στρέψη την προσοχήν και το ενδιαφέρον του εις τας πονηράς εισηγήσεις και προτροπάς κακών ανθρώπων.
Παρ. 19,28         ὁ ἐγγυώμενος παῖδα ἄφρονα καθυβρίσει δικαίωμα, στόμα δὲ ἀσεβῶν καταπίεται κρίσεις.
Παρ. 19,28               Ο γονεύς, ο οποίος δίδει εγγύησιν δια το παιδί του το άμυαλο και ασύνετον, κατεξευτελίζει και προσβάλλει το δικαίωμα και την θέσιν του ως πατρός. Τα στόματα των ασεβών καταπίνουν τους νόμους της δικαιοσύνης· δηλαδή καταπατούν τους νόμους, παραβαίνουν τον λόγον, που έδωσαν.
Παρ. 19,29         ἑτοιμάζονται ἀκολάστοις μάστιγες, καὶ τιμωρίαι ὁμοίως ἄφροσιν.
Παρ. 19,29               Ποιναί βαρείαι ετοιμάζονται δια τους διεφθαρμένους και ανήθικους, όπως επίσης τιμωρίαι επιφυλάσσονται και δια τους άφρονας, που παρεκτρέπονται.