Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Η ψυχή στην Παλαιά Διαθήκη ως ενέργεια και ως πρόσωπο

Η ψυχή στην Παλαιά Διαθήκη ως ενέργεια και ως πρόσωπο

26 Αυγούστου 2014
Πώς αντιλαμβάνονται τα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης την έννοια της ψυχής; Σήμαινε τότε ό,τι σημαίνει και σήμερα; Σε αυτά και άλλα συναφή ερωτήματα επιχειρεί να απαντήσει η μελέτη της θεολόγου-νομικού Ε. Παπαϊωάννου, την οποία δημοσιεύει τμηματικά η “Πεμπτουσία” (προηγούμενο άρθρο: http://www.pemptousia.gr/?p=75977). Στο σημερινό απόσπασμα συνεχίζεται η παρουσίαση της πρόσληψής της ως ζωτικής ενέργειας και εισέρχεται στην εξέταση της θεώρησής της ως Πρόσωπο.
Πηγή:www.taringa.net
Πηγή:www.taringa.net
Εκτεταμένη χρήση του όρου ψυχή ως ζωτικής ενέργειας των όντων παρατηρείται και στους Ψαλμούς. Η διαπίστωση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού στο βιβλίο των Ψαλμών η ψυχή απαντά ως όρος τόσο αριθμητικά όσο και σε ποικιλία νοηματικών εκδοχών περισσότερο από ότι σε οποιοδήποτε άλλο παλαιοδιαθηκικό κείμενο. Η ψυχή λοιπόν αναφέρεται με την αρχέγονη σημασία της σε σαράντα τρία χωρία των Ψαλμών. Στα 7,3, 7,6, 15,10, 16,9, 16,13, 21,21, 21,30, 22,31, 24,20, 25,9, 27,31, 29,4, 30,8, 30,14, 34,3, 34,4, 34,7, 37,13, 38,12, 40,5, 41,5, 48,9, 53,5, 53,6, 54,19, 55,7, 55,14, 56,5, 56,7, 58,4, 62,6, 62,10, 63,2, 68,11, 69,3, 70,10, 70,13, 85,14, 108,31, 114,4, 123,7, 141,5, και 142,3.
Στα παραπάνω χωρία η ψυχή εμφανίζεται ως το ζωοποιό μέρος του ανθρώπου. Έχει σημασία να τονίσουμε ότι σε όλους τους ψαλμούς ο όρος ψυχή αποδίδεται αποκλειστικά στον άνθρωπο και όχι και στα ζώα όπως συμβαίνει σε άλλα βιβλία της Π.Δ. Το φαινόμενο αυτό εξηγείται κατά ένα μέρος από την προσευχητική διάσταση των ψαλμών. Οι ψαλμοί είναι ποιήματα που απευθύνονται στον Θεό συνήθως σε πρώτο πρόσωπο, ενικό ή πληθυντικό. Επόμενο λοιπόν είναι, οι αναφορές στην ψυχή, να είναι αναφορές αποκλειστικά στην ψυχή του ανθρώπου[22].
Μία άλλη πολύ ενδιαφέρουσα οπτική γωνία για το θέμα μας προσφέρει ο στίχος 4 του 23ου ψαλμού, ο οποίος ταυτίζει την ψυχή με το πολύτιμο αγαθό της ζωής. Η ψυχή στο σημείο αυτό περιγράφεται ως κάτι πολύ σημαντικό για να το διακινδυνεύει ο άνθρωπος με επιπόλαιες πράξεις και συμπεριφορές. Αποκτά επίσης κατά κάποιον τρόπο περισσότερο πνευματικό περιεχόμενο και συνδέεται με την αποφυγή της αμαρτίας («αθώος χερσίν»), με την καθαρότητα της καρδιάς («καθαρός τη καρδία») και με την αποφυγή της ψευδορκίας εναντίον του πλησίον («ουκ ώμοσεν επί δόλω τω πλησίον αυτού»).
Μία ενδιαφέρουσα άποψη για την ψυχή παρουσιάζει το 1,9 των Ωδών όπου το περιεχόμενό της προσιδιάζει περισσότερο με την αρχική της Π.Δ., αυτή της ζωτικής ενέργειας. Ωστόσο εδώ της αποδίδονται κυρίως ενστικτώδη σωματικά χαρακτηριστικά, όπως αυτό του κορεσμού της ανθρώπινης επιθυμίας για υλικά αγαθά, τα οποία μάλιστα αποκτώνται δια της βίας: «Διώξας καταλήψομαι, μεριώ σκύλα, εμπλήσω ψυχήν μου, ανελώ τη μαχαίρη μου, κυριεύσει η χειρ μου».
Στην ίδια νοηματική γραμμή με τα παραπάνω έστω και με αντίθετη κατεύθυνση, κινούνται και οι αναφορές στη σχέση της ψυχής με την νηστεία. Η νηστεία αποτελεί θυσία προς τον Θεό και κυρίως μέσο καθαρμού του ανθρώπου πριν την επικοινωνία του με τον Θεό. Η νηστεία μειώνει τις σωματικές αντοχές, ωστόσο ο αντίκτυπός της αφορά τον όλο άνθρωπο ως ζωντανό σύνολο. Η ψυχή και εδώ έχει την έννοια της κινητήριας δύναμης της ανθρώπινης ύπαρξης, δεμένης άρρηκτα με το σώμα, η οποία αν δεν τραφεί ταπεινώνεται, έρχεται δηλαδή σε κατάσταση αδυναμίας. (Ψαλμ. 34, 13).
Στο βιβλίο του Ιώβ εξάλλου συναντούμε τις ίδιες εκδοχές ως προς την εννοιοδότηση της ψυχής τις οποίες συναντήσαμε και στις προηγούμενες ενότητες. Κυρίαρχη είναι η έννοια της ψυχής ως ζωής του ανθρώπου. Η ψυχή, που είναι εδώ η ζωή, αφ’ ενός είναι το στοιχείο που κρατά τον άνθρωπο ζωντανό (Ιώβ 2,6), αφ’ ετέρου είναι επιδεκτική ποιότητας και ειδικά τον Ιώβ ποιότητας που συνεπάγεται οδύνες, θλίψεις, πένθος και πικρία (Ιώβ 7,11, 10,1, 14,22, 27,2). Ο Θεός δίνει το ελεύθερο στον διάβολο να δοκιμάσει τον Ιώβ με ασθένειες, υπό την προϋπόθεση ότι θα διαφυλάξει την ψυχή του. Η εντολή δεν αφορά κάποια διαστροφή της ουσίας του πνευματικού μέρους της ψυχής, αλλά καθαρά την πνοή της ζωής του[23]. Είναι σαν να λέει ο Θεός στον διάβολο: «κάν’ τον ό,τι θέλεις, μόνο μην πεθάνει!». Έτσι η ζωή του Ιώβ γίνεται κόλαση σε σημείο που να παρακαλεί τον Θεό να απαλλάξει την ψυχή του από το «πνεύμα» της, να τον αφήσει δηλαδή να πεθάνει (7,15).
Πολύ μεγάλη σπουδαιότητα για το θέμα μας έχει η χρήση του όρου ως ζωτικής ενέργειας από βιβλία τα οποία αναδεικνύουν την ηθική υπόσταση της ψυχής και βρίθουν ηθικών παραινέσεων, όπως αυτά των Παροιμιών και του Εκκλησιαστή. Στον Εκκλησιαστή είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη η πολύ συχνή αντιμετώπιση της ψυχής ως αποδέκτη των υλικών αγαθών (Εκκλ. 2,24, 4,8, 6,2, 6,3, 6,7). Η ψυχή απολαμβάνει και γεμίζει με τροφή και πόση και με κάθε αγαθό που μπορεί να απολαύσει ο άνθρωπος. Το ίδιο συμβαίνει και στις Παροιμίες στα 6,30 και 19,15.

2.2. Η ψυχή ως Πρόσωπο

Όπως αναφέραμε στην αρχή της προηγούμενης υποενότητας, η έννοια της ψυχής στην Π.Δ. κινείται γύρω από τους δύο άξονες μορφή – σχήμα και κίνηση. Βασικό βέβαια είναι ότι ακόμη και όταν εκφράζει «κίνηση» η ψυχή πάντοτε συνδέεται με κάποια μορφή, δεδομένου ότι δεν μπορεί να υπάρξει από μόνη της χωρίς το σώμα. Οι κινήσεις της ψυχής πηγάζουν από κάποια σταθερή μορφή-σχήμα, η οποία μπορεί να περιγραφεί ως ατομικότητα κάθε ζωντανής ύπαρξης. Στα ζώα, παρά το γεγονός ότι πολλές φορές συμπεριλαμβάνονται στον όρο νεφές, σπάνια μπορεί να διακριθεί κάποιο είδος ατομικότητας πέρα από εκείνη που έχει καθαρά βιταλιστικό περιεχόμενο, αυτή δηλαδή της βιολογικής επιβίωσης.
Αντίθετα στον άνθρωπο η ατομικότητα ως ψυχή δεν του δίνει μόνον τη δυνατότητα να ξεχωρίζει ως ο ένας ανάμεσα στους πολλούς. Εκτός αυτού του δίνει και μία άλλη πιο σπουδαία δυνατότητα, να είναι μοναδικός. Η ψυχή λοιπόν είναι ο συνήθης ανθρωπολογικός όρος της Π.Δ. ο οποίος δηλώνει τη συνολική φύση ενός ανθρώπου, όχι ως προς αυτό που έχει, αλλά ως προς αυτό που είναι. Η ιδιότητά της αυτή της προσδίδει πρωτεύουσα θέση ανάμεσα στους παλαιοδιαθηκικούς όρους. Για τον λόγο αυτό μπορεί εύκολα να αντικατασταθεί από τους όρους πνεύμα, καρδιά ή σάρκα, παρά το γεγονός ότι υπό συγκεκριμμένες προϋποθέσεις συμβαίνει και αυτό, αλλά σε περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων[24]. Για το θέμα που μας απασχολεί στην παρούσα συνάφεια που αφορά κυρίως την ψυχή σε «κίνηση», είναι αρκετά ενδιαφέρων ο ορισμός του Murtonem ο οποίος θέλει την ψυχή ως τη «ζωντανή και πράττουσα ύπαρξη του κατόχου της»[25].
 [Συνεχίζεται]
 
[22] Για περισσότερα σχετικά με τους Ψαλμούς και την ερμηνεία τους βλ. Δ. Καϊμάκη, Ψαλώ τω Θεώ μου, Θεσσαλονίκη 1990.
[23] Βλ. Eaton, J. H.,  Job, T and T Clark Study Guides. New York 2004.
[24] TWzNT, σ.620.
[25] Α. Murtonem, “Τhe Living Soul”, Stud. Or., 23,1 (1958), σ. 76.

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2014

Το ζήτημα εξέλιξης της έννοιας της “ψυχής” στην Παλαιά Διαθήκη

 

8 Αυγούστου 2014
Στο σημερινό απόσπασμα από τη μελέτη της θεολόγου-νομικού Ε. Παπαϊωάννου ολοκληρώνεται η παρουσίαση της τεχνικής πλευράς του ζητήματος (προηγούμενο άρθρο: http: //www.pemptousia.gr/?p=75083) και ακολούθως εισαγόμαστε στα σχετικά θέματα που απασχόλησαν τη βιβλική έρευνα.
Αναφορικά με την απόδοση του όρου λεμπ (καρδιά) με τον όρο ψυχή, τα πράγματα εκ πρώτης όψεως εμφανίζονται πιο περίπλοκα για δύο λόγους. Ο πρώτος και προφανέστερος είναι η σχετικά εκτεταμένη χρήση του ως ψυχής από τους Ο΄ (19 φορές). Ο δεύτερος και σημαντικότερος ρόλος είναι ότι ο όρος καρδιά, όπως και οι όροι ψυχή, πνεύμα, σάρκα και σώμα αποτελεί βασικό ανθρωπολογικό όρο τεράστιας σημασίας για την παλαιοδιαθηκική ανθρωπολογία[12]. Και μόνον η εκτεταμένη του χρήση, η οποία είναι αριθμητικά ισοδύναμη με εκείνη της ψυχής (πάνω από 800 φορές) φανερώνει τη βαρύτητα του όρου. Μία πιθανή σύγχυση των δύο όρων κατά τη μετάφραση των Ο΄, θα καθιστούσε απαγορευτική την ένταξη των εν λόγω χωρίων στην παρούσα εργασία και, εκτός αυτού, θα γεννούσε μία γενικότερη καχυποψία ως προς τη χρήση του κειμένου αυτού ως πηγή έρευνας για την εν λόγω έννοια.
Πηγή:http://asorblog.org/
Πηγή:http://asorblog.org/
Η απάντηση στον προβληματισμό αυτόν δίνεται μέσα από την εγγύτητα των δύο ανθρωπολογικών όρων. Και όταν λέμε εγγύτητα δεν εννοούμε πλήρη ταυτότητα. Απλά και οι δύο αυτοί όροι αποδίδουν το ίδιο πράγμα, το περιεχόμενο της εσώτερης φύσης του ανθρώπου, φωτίζοντάς την από διαφορετική σκοπιά[13]. Ωστόσο σε ορισμένες περιπτώσεις οι δύο όροι αυτοί φαίνεται να συμπίπτουν. Οι εξηγήσεις και οι λεπτομέρειες για αυτή την σύμπτωση θα παρατεθούν διεξοδικότερα σε επόμενη υποενότητα, όπου θα ερευνάται η σχέση ψυχής και καρδιάς. Εκείνο που θα θέλαμε να διευκρινίσουμε στην παρούσα φάση είναι ότι και στις δεκαεννέα φορές κατά τις οποίες ο όρος λεμπ αποδίδεται με τον όρο ψυχή υπάρχει νοηματική ταύτιση της ψυχής με την καρδιά[14] ή και το αντίθετο της καρδιάς με την ψυχή. Τα χωρία στα οποία ο όρος νεφές συμπίπτει νοηματικά με τον όρο λεμπ και ο τελευταίος αποδίδεται στα ελληνικά ως ψυχή είναι τα: Δ΄ Βασ. 6,11, 1 Παρ. 12,39, 15,29, 17,2, 2 Παρ. 7,11, 9,1, 15,15, 31,21, Ψαλμ.20,3, Παρ. 6,21, 15,32, 26,25, Ης. 7,2, 10,7, 24,7, 33,18, 42,25, 44,19 και Ιερ. 4,19.
Ένα άλλο σημείο το οποίο συνηγορεί υπέρ της μεταφραστικής συνέπειας των Ο΄ αναφορικά με τον όρο ψυχή είναι η αντίστροφη χρήση του όρου νεφές, όταν δηλαδή δεν τον μεταφράζουν ως ψυχή αλλά ως κάτι το οποίο ήθελε να αποδώσει με τον όρο νεφές ο εκάστοτε συντάκτης του παλαιοδιαθηκικού κειμένου σε μία συγκεκριμένη συνάφεια. Έτσι, παραδείγματος χάριν, στα χωρία Γεν. 14,21, Παρ. 16,26 και 18,25 το νεφές μεταφράζεται ως «ανήρ». Στα χωρία Ιησ. 10:28,30,35,37,39 και 11,11 ο όρος νεφές αποδίδεται με τη μετοχή «εμπνέον», η οποία συνοδεύεται συνεχώς από την αντωνυμία «πας» («παν εμπνέον»), εννοώντας κάθε ζωντανό οργανισμό που αναπνέει.
Στα Ψαλμ. 40,3 και Παρ. 13,4 ο όρος νεφές μεταφράζεται ως «χείρα» και στο Ιερ. 28,14 ως «βραχίων» δηλώνοντας με αυτές τις εκφράσεις την ισχύ. Η παρατήρηση αυτή έχει ιδιαίτερη αξία διότι αποδυναμώνει την θέση εναντίον των Ο΄, ότι μεταφέρουν την ελληνική σκέψη στην θεολογία της Π.Δ. αποδίδοντας αποκλειστικά πνευματικά χαρακτηριστικά στον όρο νεφές με την μεταφραστική του απόδοση ως ψυχή.  Όπως είδαμε, οι Ο΄ δεν χρησιμοποιούν την νεφές μόνον ως ψυχή, αλλά και με άλλες εκδοχές σύμφωνες προς την εβραϊκή-παλαιοδιαθηκική σκέψη.
            Από όσα μελετήσαμε λοιπόν καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι οι Ο΄ κατά τη μετάφρασή τους δεν φαίνεται να διακατέχονται από πλατωνικές επιρροές στη θεώρηση του όρου νεφές και την απόδοσή του ως ψυχή. Ή τουλάχιστον, ακόμη και να υπάρχουν αυτές οι επιρροές, δεν φαίνεται να είναι τόσο ισχυρές ώστε να επηρεάζουν δραστικά την εννοιοδότηση του όρου. Άρα μπορούμε να πούμε ότι σε γενικές γραμμές συμφωνούμε με τη θέση του καθηγητή Π. Μπρατσιώτη, ότι η χρήση του κειμένου των Ο΄ για την έρευνα της ανθρωπολογίας της Π.Δ. ιδιαίτερα αναφορικά με τον όρο ψυχή δεν είναι επισφαλής καθ’ ό,τι διατηρεί το αρχικό περιεχόμενο του όρου μέσα στο πνεύμα της θεολογίας της.

1.2. Χρονολογική εξέλιξη του όρου ψυχή στην Π.Δ.

Το θέμα της χρονολογικής εξέλιξης της έννοιας της ψυχής φαίνεται ότι απασχόλησε την βιβλική έρευνα. Ο προβληματισμός της ωστόσο εκφράζεται αποσπασματικά και όχι μέσα από εκτενείς μελέτες αποκλειστικά γι’ αυτό το θέμα. Κοινή παραδοχή των περισσότερων ερευνητών που ασχολήθηκαν με την παλαιοδιαθηκική ανθρωπολογία, είναι ότι δεν διαφαίνεται κάποια χρονολογική εξέλιξη. Η εξέλιξη της εν λόγω έννοιας είναι καθαρά νοηματική. Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι οι διάφορες νοηματικές εκδοχές του όρου υπάρχουν ταυτόχρονα τόσο στα προγενέστερα όσο και στα μεταγενέστερα βιβλία της Π.Δ. [15].
Είναι αξιοπρόσεκτο ότι ο καθηγητής Μπρατσιώτης, αν και στο σημαντικό έργο του «Ανθρωπολογία της Παλαιάς Διαθήκης» αναφέρεται στις πρωτογενείς πηγές των περί δημιουργίας κειμένων (Γιαχβική παράδοση(J) και Ιερατικό κώδικα(P))[16], πουθενά δεν φαίνεται να εξαρτά από αυτές, ούτε από κάποιες άλλες (για παράδειγμα την Ελοχιμική παράδοση(Ε) και τη Δευτερονιμιστική (D)) την εξέλιξη του ότου ψυχή.
Η μοναδική χρονολογική εξέλιξη που παρατηρείται και η οποία επηρεάζει τη νοηματοδότηση του όρου σαφώς και άμεσα, είναι ο διαχωρισμός των κειμένων σε κείμενα προ και μετά της ελληνιστικής εποχής. Στα κείμενα τα οποία δημιουργήθηκαν από τις απαρχές της ελληνιστικής εποχής και ύστερα παρουσιάζονται απόψεις για την ψυχή οι οποίες διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό από εκείνες της προελληνιστικής εποχής. Είναι γνωστό το μέγεθος της επιρροής της πλατωνικής δυαλιστικής διδασκαλίας περί ψυχής στην μετά Πλάτωνος εποχή, πράγμα που θα δούμε αναλυτικότερα στο τρίτο κεφάλαιο. Αν και σύμφωνα με τον Π. Μπρατσιώτη η πλατωνική περί ψυχής άποψη δεν είναι η μοναδική στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, είναι σίγουρο ωστόσο ότι είναι η επικρατέστερη και αποτέλεσε την αφετηρία για τη διαμόρφωση οποιασδήποτε άλλης θεώρησης περί ψυχής από τον Πλάτωνα και έπειτα.
Υπό αυτές τις προϋποθέσεις σε πολλά χωρία της Π.Δ. τα οποία ανήκουν στους ελληνιστικούς χρόνους παρατηρούνται έντονες πλατωνικές επιρροές τόσο ως προς την οντολογική, όσο και ως προς την αξιολογική θεώρηση της ψυχής. Ορισμένα από τα πολύ χαρακτηριστικά χωρία που ενισχύουν την άποψη αυτή είναι τα εξής: Β΄ Μακ. 6,29 και Δ΄ Μακ. 1,20-35.
 [Συνεχίζεται]
 
[12] Πρβλ. Horst Dietrich Preuss, Theologie des Alten Testaments Bnd. 2, Israels Weg mit JHWH, Stuttgart 1992, σ. 119-120.
[13] Ό.π., σ. 120.  TWzNT, σ. 626.
[14] Τονίζεται δηλαδή περισσότερο η εσωτερική-πνευματική διάσταση της ψυχής η οποία ταυτίζεται με το περιεχόμενο του όρου καρδιά και απομακρύνεται νοηματικά από την εννοιοδότησή της ως πρωτογενούς ζωτικής δυνάμεως. Σε πολλά σημεία μάλιστα χρησιμοποιείται ο όρος ψυχή ταυτόχρονα με τον όρο καρδία ως πλεονασματικός, για να δοθεί έμφαση στον τελευταίο. Για περισσότερα βλ. σ. 62 κ.ε.
[15] Μπρατσιώτης Ανθρ., σ. 91-2 . Πρβλ. και TWzNT σ. 620.
[16] Μπρατσιώτης Ανθρ., σ. 17-32.

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

Η Παλαιά Διαθήκη προφητεύει και προσανατολίζει προς τον Μεσσία Χριστό, το πάθος και την ανάστασή Του

 



nymfios
Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου

Η αποκάλυψη του Θεού στους ανθρώπους τελειούται στο πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού, γεγονός για το οποίο μίλησε και ο απόστολος Παύλος (Γαλ. 4,4-5). Οι προφήτες της Π.Δ. επισημαίνουν και οραματίζονται μια μεσσιανική εποχή στην οποία ο άρχοντας της ειρήνης, ο Ιησούς Χριστός, θα οδηγήσει την ανθρωπότητα σε μια χρυσή εποχή δικαιοσύνης και αγάπης. Είναι η εποχή της Εκκλησίας. Μέσω της Εκκλησίας οι ενέργειες του Παρακλήτου-Πνεύματος, του τρίτου προσώπου τού ενός ως προς την ουσία Θεού, εισήλθαν στην πλάση και αφθαρτίζουν συνεχώς τη φύση, καθιστώντας όποιους το θελήσουν υιοθετημένα παιδιά του Θεού (Γαλ. 3,23-29). Στο εξής ο Θεός είναι πατέρας στοργικός και όχι απρόσωπη δύναμη ή λογική αναγκαιότητα στο σύμπαν.

Η Παλαιά Διαθήκη προσανατολίζει προς το Χριστό. Ο ίδιος ο Χριστός απέδιδε την εκπλήρωση των προφητειών στον εαυτόν του: «Αυτή είναι η αιώνια ζωή, κηρύττει, Το να γνωρίζουν εσένα τον μόνο αληθινό Θεό (τον Πατέρα) και τον Ιησού Χριστό τον οποίον έστειλες» (Ιω. 17,3). Στην Επί Του Όρους Ομιλία διαβεβαιώνει ότι δεν ήλθε να καταλύσει αλλά να πραγματοποιήσει (να συμ-πληρώσει) το Νόμο και τους προφήτες (Ματθ. 5,17). «Εγώ και ο Πατέρας, κάνει γνωστό στους ακροατές του, είμαστε Ένα» (Ιω. 10,30). Και ο απόστολος Θωμάς, μετά την ανάστασή Του, βλέποντάς Tον αναφωνεί: «Είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιω. 20,28). Μετά την ανάστασή Του, επίσης, παρατηρεί καθ’ οδόν τους μαθητές Λουκά και Κλεόπα που δεν διέγνωσαν το πρόσωπό Του μέσα στις Γραφές (Λουκ. 24,25-27), και εξήγησε στους μαθητές Του πριν αναληφθεί την μαρτυρία της Π.Δ. για το πρόσωπο και τη θεότητά Του, καθώς και για την σταύρωση και ανάστασή Του. Τους είπε δε ότι η δύναμη του Θεού θα τους καταστήσει μάρτυρες όλων αυτών για τη σωτηρία του κόσμου (Λουκ. 24,44-49).
Η κυρίως αξία επομένως της Παλαιάς Διαθήκης και το μεγαλείο της βρίσκεται στις ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΣΣΙΑ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ, που δεν είναι μια και δύο, αλλά πάμπολλες. Με τις οποίες αναδεικνύεται ο Χριστός ως το μόνο ιστορικό πρόσωπο, του οποίου προφητεύθηκε η έλευση αιώνες πριν γεννηθεί, σε αντίθεση με τους φανταστικούς ψευτο-θεανθρώπους του εθνικού κόσμου, που δεν υπήρξαν πραγματικά, αλλά επρόκειτο για προσωποποιήσεις των εποχών και λειτουργιών της φύσεως. Ο Χριστός, ο νέος Αδάμ, είναι το κλειδί ερμηνείας της Π.Δ. υπό το φως αποκλειστικά της Κ.Δ. Και όταν πραγματοποιήθηκαν όλες κατά γράμμα οι προφητείες, ο τρόπος γέννησής του, ο τόπος, η καταγωγή, τα πάθη του, ο σταυρός του, η ανάσταση και ανάληψή Του, τότε μόνο φάνηκε και η ουσιαστική αξία της Π.Δ. ως προπαίδειας στο μυστήριο του Ιησού. Διότι πριν τον Χριστό παρέμενε εσφραγισμένη και ακατανόητη συλλογή βιβλίων. Οι καταπληκτικές προφητείες της Βίβλου, που ειπώθηκαν 10, 8, 7 και 6 αιώνες π.Χ., είναι ένα πραγματικό διαχρονικό θαύμα, αψευδής μαρτυρία περί της θεότητος και Μεσσιακής ιδιότητος του Ιησού Χριστού μέχρι συντελείας των αιώνων. Ας θαυμάσουμε μερικές από αυτές τις προφητείες, που ολοκληρώνουν το μήνυμα της Βίβλου και την διαχρονική αξία της, προσανατολίζοντας προς το Χριστό, που έφερε στον κόσμο την αλήθεια για τον Τριαδικό Θεό και τη Χάρη Του, προς κάθαρση, φωτισμό και θέωση του ανθρώπου.