Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2014

Η αυθεντία της Παλαιάς Διαθήκης

 



Η αυθεντία της Παλαιάς Διαθήκης

Αρχιμανδρίτη ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ


 Πολλές φορές γινόμαστε δέκτες παραλόγων ακουσμάτων, προερχομένων από τα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά μέσα ενημερώσεως. Αυτό συνέβη και προ ολίγων ημερών, όταν ο καταξιωμένος μουσικοσυνθέτης κ. Μαρκόπουλος απεφάνθη, ως «ειδήμων θεολόγος», ότι άκουσον, άκουσον!!! Η Παλαιά Διαθήκη πρέπει να εξοβελισθή από τα ράφια των Ορθοδόξων Χριστιανών.
Άνθρωποι ανίδεοι, μη έχοντες καμμία σχέση με την Θεολογία ή και απλώς με την μελέτη της Αγίας Γραφής, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, αποφαίνονται εναντίον και των δύο Βιβλίων ή του ενός εξ αυτών όπως απεφάνθη ο πιο πάνω αναφερθείς εναντίον της Παλαιάς Διαθήκης απορρίπτοντες αυτήν, ως ιουδαϊκό βιβλίο, αναφερόμενο στην ιστορία των Εβραίων και περιέχον «σεξουαλικά όργια» και απάνθρωπες διατάξεις, μη συμφωνούσες με την ευρύτερη χριστιανική διδασκαλία της αγάπης.
Η Παλαιά Διαθήκη ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες δέχθηκε τα πυρά των διαφόρων αιρετικών. Κατά τον ΙΘ' και τον Κ' αιώνα, με αφετηρία την Γερμανική ομάδα «Deutsche Christen», η οποία απεσπάσθη από την Προτεσταντική Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία, ασκείται εναντίον της Παλαιάς Διαθήκης σφοδρή πολεμική, ιδιαιτέρως από τον ευρύτερα γνωστό πολέμιο της, τον προτεστάντη θεολόγο A. Harnack.
Όλη αυτή η πολεμική γίνεται για τον λόγο ότι το βιβλίο αυτό έχει παρανοηθεί ως προς το περιεχόμενο του, προσεγγίζεται μονομερώς, υπάρχει εναντίον του μεγάλη προκατάληψη και ερμηνεύεται, τις περισσότερες φορές, μέσα από ιδεολογικές και νοσηρές φυλετικές τοποθετήσεις. Αυτή, όμως, η υποτίμηση και απόρριψη της Παλαιάς Διαθήκης συμπαρασύρει σε απόρριψη και την Καινή Διαθήκη.
Η Παλαιά Διαθήκη αποτελείται από 49 κανονικά βιβλία. Για την κανονικότητα και των 49 βιβλίων της ομιλούν οι Απόστολοι, οι Αποστολικοί Πατέρες, οι μετέπειτα Άγιοι Πατέρες, από τον Μέγα Αθανάσιο μέχρι και τον Άγιο Νεκτάριο, ο Νομοκάνων του Μ. Φωτίου, οι Σύνοδοι Ιππώνος (393), Καρθαγένης (397) και η Πενθέκτη (692).
Τοιουτοτρόπως τα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης, στην Ελληνική από τους Έβδομη κοντά και στην Λατινική (Vulgata) από τον Άγιο Ιερώνυμο, καθιερώθηκαν πλέον ως αυθεντικά κείμενα, χωρίς να υποστούν την παραμικρή μεταβολή. Τα βιβλία της Παλαιάς, πως και της Καινής Διαθήκης, είναι θεόπνευστα. Οι αλήθειες οι οποίες εμπεριέχονται στην Παλαιά Διαθήκη είναι θείες και ρυθμίζουν την ζωή των ανθρώπων «εν τω Θεώ». Υπάρχει, βεβαίως, και ο ανθρώπινος παράγων, όπως η γλώσσα, το ύφος, το φιλολογικό είδος, η ιδιοσυγκρασία, το ιστορικό πλαίσιο, το πολιτιστικό επίπεδο και το κοινωνικό περιβάλλον της εποχής.
Για τον λόγο αυτό ό Θεάνθρωπος Κύριος, αποδεχόμενος το βιβλίο αυτό, δεν είπε «ουκ ήλθον καταλύσαι ,ότι υπάρχει εν τη Παλαιά Διαθήκη», αλλά περιόρισε την μη κατάλυση στον Νόμο και τους Προφήτες λέγοντας: «μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τους Προφήτας, ουκ ήλθον καταλύσαι αλλά πληρώσαι.1
Ο Απόστολος Παύλος, γράφοντας την Β' Επιστολή του προς τον μαθητή του Τιμόθεο, του λέγει: «πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν».2 Αυτά τα λόγια αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη. Αλλά και ό Ίδιος ό Θεάνθρωπος Κύριος αποδέχεται και στηρίζει την Παλαιά Διαθήκη εμφανιζόμενος στις Συναγωγές, μελετών και ερμηνεύων αυτήν. «Και ανέστη αναγνώναι», μας διασώζει ο Ευαγγελιστής Λουκάς.3 Ο Ιησούς Χριστός την απεδέχετο, οι «φωτισμένοι» έξυπνοι εχθροί της δεν την καταδέχονται (!). Ο Ευαγγελιστής Μάρκος, για να ομιλήση περί αναστάσεως νεκρών, παραπέμπει στην Παλαιά Διαθήκη.4 Άλλα και όλοι οι Συγγραφείς της Καινής Διαθήκης, όταν εκφράζονται με το «γέγραπται γαρ» ή «ίνα η Γραφή πληρωθή» ή «η Γραφή λέγει» ή «ερευνάτε τας Γραφάς» κ.λπ., περί ποίας Γραφής ομιλούν, αν όχι περί της Παλαιάς Διαθήκης;
Επομένως, μπορούμε αβίαστα να συμπεράνουμε ότι η αυθεντία της Παλαιάς Διαθήκης στηρίζεται στον Ίδιο τον Θεάνθρωπο Κύριο και τους Άγιους Του Αποστόλους. Μέσα απ' αυτό το θεόνευστο βιβλίο διακρίνουμε την παρουσία του Θύου ως άκτιστη ενέργεια στην ιστορία, όχι μόνον του Ισραηλιτικού λαού, αλλά και γενικότερα του Σύμπαντος κόσμου. Η Αγία μας Εκκλησία παρέλαβε από την Παλαιά Διαθήκη την μονοθεΐα, την κοσμολογία, την ανθρωπολογία, την διδασκαλία περί του αοράτου κόσμου και τέλος την εσχατολογία.
Έτσι αντιλαμβανόμεθα όλοι ότι στην Παλαιά Διαθήκη δεν περιγράφεται μόνον η ιστορία του Ιουδαϊκού λαού, αλλά καταγράφονται επιλεκτικά τα κύρια γεγονότα, τα οποία συνδέονται με την παρέμβαση του Τριαδικού Θεού στην ιστορία του λαού αυτού, ό όποιος Τον απεδέχθη, για να προετοιμασθή ο κόσμος και να υποδεχθή τον Σαρκωθέντα Λόγο του Θεού Πατρός. Άνευ της Παλαιάς Διαθήκης δεν είναι δυνατόν να στηριχθή η Καινή Διαθήκη, ούτε να γίνει καταληπτό το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας.

Ο Ιερός Χρυσόστομος λέει χαρακτηριστικά: «Προέλαβε την Καινήν η Παλαιά και ηρμήνευσε την Πάλαιαν η Καινή ... ουκ εσβέσθη τα παλαιά, ηρμηνεύθη γάρ εν τη Καινή».5
Όποιος, λοιπόν, δεν αποδέχεται την Παλαιά Διαθήκη κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο είναι αιρετικός και επομένως αποκόπτεται από το Σώμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

1. Ματθ. ε', 17.
2. Β' Τιμ. Ί', 16.
3. Λουκ. δ', 16.
4. Μάρκ. ιβ', 26.
5. Ρ. G. 50, 796.


ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΟΣ  2002
 Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

ΓΙΑΤΙ Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΗ Π. ΙΕΡΕΜΙΑΣ ΦΟΥΝΤΑΣ