Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2017

Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου: Ἡ τοῦ Θεοῦ Σοφία (Α')



Εκφωνήθηκε στήν Λευκωσία, μέ τήν ευκαιρία τών καθιερώσεως τού εορτασμού τού νέου Ιερού Ναού τής τού Θεού Σοφίας (βλ. αναφορά, σελ. 5).
Ἀρχιεπισκόπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος Β', Ναυπάκτου ἹερόθεοςΘά ήθελα νά ευχαριστήσω θερμότατα τόν Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. Χρυσόστομο γιά τήν πρόσκλησή του νά έλθω σήμερα στήν Κύπρο, αυτήν τήν σημαντική ημέρα καί εορτή τής Μεσοπεντηκοστής, καί νά αναπτύξω τό θέμα «Η τού Θεού Σοφία», σέ συνδυασμό μέ τά εγκαίνια τού Ναού τής τού Θεού Σοφίας, πού καθορίσθηκε νά εορτάζη κατά τήν εορτή τής Μεσοπεντηκοστής.
Η Κύπρος γιά μένα είναι τό ιερό νησί, τό νησί τών αγίων, πού δέχθηκε τόν Χριστιανισμό από τίς πρώτες ημέρες μετά τήν Πεντηκοστή, καί εξακολουθεί νά διατηρή καί τόν Ελληνισμό καί τήν Αποστολική Παράδοση, μέ απλότητα, αγάπη καί βιωματικό τρόπο. Αυτό τό διαπιστώνω κάθε φορά πού έρχομαι στήν Κύπρο. Δέν βλέπω μόνον τήν παράδοση τού Ελληνισμού, αλλά τόν Ελληνισμό πού βαπτίσθηκε μέσα στήν ζωή τής Εκκλησίας, τόν εκχριστιανισμένο Ελληνισμό.
Αυτός είναι ο λόγος γιά τόν οποίο έρχομαι στήν Κύπρο πάντα ως ταπεινός προσκυνητής καί όχι ως διδάσκαλος, καί μέ αυτήν τήν έννοια θά πρέπει νά δήτε καί τήν σημερινή μου ομιλία πού κινείται σέ θεολογικό, εκκλησιαστικό καί πατερικό επίπεδο.
Θά διαιρέσω τό θέμα μου σέ τέσσερεις επί μέρους ενότητες. Πρώτον, ο Χριστός, η Σοφία τού Θεού δεύτερον οι Ναοί μέ τήν ονομασία Αγία Σοφία τρίτον, η εορτή τής Μεσοπεντηκοστής καί τέταρτον η πορεία από τήν Ανάσταση στήν Πεντηκοστή.

1. Ο Χριστός, η Σοφία τού Θεού

Είναι βασική διδασκαλία τών Πατέρων τής Εκκλησίας ότι η διαφορά μεταξύ τής Παλαιάς καί τής Καινής Διαθήκης βρίσκεται στό ότι στήν Παλαιά Διαθήκη καταγράφονται οι εμφανίσεις τού ασάρκου Λόγου, τού Μεγάλης Βουλής Αγγέλου, τής Σοφίας τού Θεού, ενώ στήν Καινή Διαθήκη καταγράφεται η αποκάλυψη τού σεσαρκωμένου Λόγου. Έτσι, ένα από τά ονόματα τού Χριστού είναι η Σοφία τού Θεού.  Κατά τόν π. Γεώργιο Φλωρόσφκι «τό όνομα τής σοφίας είναι ένα βιβλικό όνομα» πού χρησιμοποιείται από τόν Απόστολο Παύλο. Πράγματι, ο Απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στούς Ιουδαίους καί τούς Έλληνες τής εποχής του, λέγει ότι οι μέν Ιουδαίοι ζητούν νά δούν σημείο καί οι Έλληνες-ειδωλολάτρες ζητούν σοφία-φιλοσοφία, «ημείς δέ κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μέν σκάνδαλον, Έλλησι δέ μωρίαν, αυτοίς δέ τοίς κλητοίς Ιουδαίοις τε καί Έλλησι, Χριστόν Θεού δύναμιν καί Θεού σοφίαν» (Α’ Κορ. α', 22-24). Καί πιό κάτω γράφει: «εξ αυτού δέ υμείς εστε εν Χριστώ Ιησού, ός εγεννήθη ημίν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε καί αγιασμός καί απολύτρωσις» (Α’ Κορ. α', 30).
Συνήθως λέγεται ότι στήν Παλαιά Διαθήκη ο Χριστός χαρακτηρίζεται ως Μεσσίας. Αλλά αυτό δέν είναι σωστό, γιατί στήν Παλαιά Διαθήκη ο Μεσσίας ήταν, όπως τό λέγει καί η λέξη, ο χρισμένος, καί αυτό αναφερόταν στούς βασιλείς καί τούς Προφήτες, πού καλούνταν από τόν Θεό καί χρίονταν γιά μιά ειδική αποστολή στόν Ισραήλ. Έτσι, ο Μεσσίας στήν Παλαιά Διαθήκη ήταν άνθρωπος. Όμως, τό Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος στήν Παλαιά Διαθήκη χαρακτηριζόταν ως ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος, Σοφία τού Θεού. Κυρίως, τό όνομα Σοφία τού Θεού συναντάται στά βιβλία τής Παλαιάς Διαθήκης: Παροιμίες καί Σοφία τού Σολομώντος καί αναφέρεται στόν Χριστό.
Έτσι, ο Χριστός δέν ήταν ο Μεσσίας, δηλαδή ένας άνθρωπος πού γεννήθηκε από τήν Παναγία, αλλά ήταν ο άσαρκος Λόγος πού προσέλαβε τήν ανθρώπινη φύση μέ τήν ενανθρώπηση, η οποία χρίσθηκε από τήν θεία φύση καί έγινε Μεσσίας γιά νά σώση τό ανθρώπινο γένος καί νά τό απαλλάξη από τόν διάβολο, τόν θάνατο καί τήν αμαρτία. Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκι παρατηρεί ότι «η αναγνώριση τής "Σοφίας" ως ενός από τά ονόματα τού Δευτέρου Προσώπου τής Αγίας Τριάδος έγινε ο κοινός τόπος τής πατερικής ερμηνείας καί θεολογίας. Ο Ωριγένης θεωρεί τό όνομα "Σοφία" ως τό πρώτο καί κύριο όνομα τού Υιού (Υπόμν. εις Ιωάννην ι', 22). Καί η "Σοφία" καί η "Δύναμις" μνημονεύονται στό Σύμβολο τού αγίου Γρηγορίου τού Νεοκαισαρείας. Τόν τέταρτο αιώνα καί οι Αρειανοί καί οι Ορθόδοξοι συμφωνούν ότι η Αγία Σοφία πού περιγράφεται στό βιβλίο τών Παροιμιών ήταν ο Υιός τού Θεού».
Ἁγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, ἐσωτερικὸΟ σοφός Σολομών προσευχόμενος στόν Θεό τών Πατέρων καί Κύριο τού ελέους, μεταξύ τών άλλων, λέγει: «δός μοι τήν τών σών θρόνων πάρεδρον σοφίαν καί μή μέ αποδοκιμάσης εκ παίδων σου… καί μετά σού η σοφία η ειδυία τά έργα σου καί παρούσα, ότε εποίεις τόν κόσμον, καί επισταμένη τί αρεστόν εν οφθαλμοίς σου καί τί ευθές εν εντολαίς σου. Εξαπόστειλον αυτήν εξ αγίων ουρανών καί από θρόνου δόξης σου πέμψον αυτήν, ίνα συμπαρούσά μοι κοπιάση καί γνώ τί ευάρεστόν εστι παρά σοί. οίδε γάρ εκείνη πάντα καί συνίει καί οδηγήσει με εν ταίς πράξεσί μου σωφρόνως καί φυλάξει με εν τή δόξη αυτής καί έσται προσδεκτά τά έργα μου, καί διακρινώ τόν λαόν σου δικαίως καί έσομαι άξιος θρόνων πατρός μου» (Σοφ. Σολομώντος θ', 1-12).
Είναι σαφές ότι ο σοφός Σολομών εδώ κάνει λόγο γιά τό Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, πού είναι η Σοφία τού Θεού Πατρός, καί είναι πάρεδρος στόν θρόνο τής δόξης τού Θεού, καί κατά τήν δημιουργία τού κόσμου, καί ζητά νά Τόν αποστείλη σέ αυτόν γιά νά τόν καθοδηγή στήν διακονία του.
Τό ότι ο Λόγος τού Θεού είναι η Σοφία τού Θεού φαίνεται από τήν λέξη «Σοφία» η οποία εκφωνείται είτε μόνη της είτε μέ κάποια άλλη παρακέλευση στίς ιερές Ακολουθίες, όπως «ορθοί, πρόσχωμεν» καί μάλιστα πρίν από τήν φράση «ο ών ευλογητός, Χριστός ο αληθινός Θεός ημών» στό τέλος τού Εσπερινού, καθώς επίσης μετά τήν ακολουθία τής Αρτοκλασίας καί πρίν τήν φράση «ευλογία Κυρίου καί έλεος έλθοι εφ’ υμάς». Φαίνεται καθαρά ο σύνδεσμος τής Σοφίας, πού είναι ο Λόγος τού Θεού, μέ τίς φράσεις πού αναφέρονται σέ Αυτόν. Επίσης, τό «Σοφία» εκφωνείται κατά τήν μικρή Είσοδο τής θείας Λειτουργίας, όταν ο Διάκονος ή ο Ιερεύς σηκώνη τό ιερό Ευαγγέλιο, επειδή μέσα σέ αυτό περιέχονται οι λόγοι τού Χριστού.

Έτσι, καλούνται οι Χριστιανοί νά σηκωθούν καί νά απονείμουν σεβασμό στήν Σοφία τού Θεού, δηλαδή στόν Λόγο τού Θεού, τόν Χριστό. Η λέξη αυτή (Σοφία) εκφωνείται καί πρίν τά αποστολικά καί ευαγγελικά αναγνώσματα, γιατί σέ αυτά περιέχεται ο λόγος τού Χριστού καί τών Αποστόλων πού είναι τά μέλη τού Σώματος τού Χριστού. Κατά τόν ίδιο λόγο εκφωνείται τό «Σοφία» καί στήν Λειτουργία τών Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων πρό τού «Φώς Χριστού φαίνει πάσι» καί στόν Εσπερινό πρίν τό «Φώς ιλαρόν αγίας δόξης» πού αναφέρεται στόν Χριστό.
Επειδή αναφερόμαστε στήν Σοφία τού Θεού πού περιγράφεται στήν Παλαιά Διαθήκη, αλλά καί στήν διδασκαλία τού Αποστόλου Παύλου καί εννοείται ο Λόγος τού Θεού, τό Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος –πού είναι πράγματι η Σοφία τού Θεού– θά πρέπει νά γίνη μιά αναφορά καί στό μεγάλο θέμα τής σοφιολογίας πού είναι μιά φιλοσοφικοθεολογική διδασκαλία γνωστικού χαρακτήρος, όπως τήν εξέφρασαν μερικοί Ρώσοι στοχαστές. Ενώ οι Πατέρες τής Εκκλησίας σαφώς ορίζουν ότι η Σοφία τού Θεού είναι τό Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, μιά ομάδα Ρώσων στοχαστών θεολόγων ομίλησαν γιά τήν σοφία, κατά έναν διαφορετικό τρόπο.
Πρώτος ο Βλαδίμηρος Σολοβιώφ περιέγραψε τήν σοφία «ως θήλυ εξόχου καλλονής», «ως «αιωνίαν φίλην», ως «τήν καθαράν καί πλήρη ανθρωπότητα, τήν υψηλοτέραν καί περιεκτικωτέραν μορφήν καί ζώσαν ψυχήν τής φύσεως καί τού σύμπαντος, ήτις είναι πάντοτε ηνωμένη μέ τήν θεότητα καί ενώνει τό πάν μετ’ αυτής». Ο Πάβελ Φλωρένσκι, αναφερόμενος στήν σοφία, λέγει ότι είναι η πνευματική ωραιότητα, η τέταρτη υπόσταση πού μετέχει στήν ζωή τής Αγίας Τριάδος. Περισσότερο, όμως, από τούς προηγούμενους ο Μπουλγκάκωφ δέν ταυτίζει τήν Σοφία τού Θεού μέ τόν Χριστό, αλλά μέ τήν ουσία τού Θεού πού είναι κοινή καί στά τρία πρόσωπα. Κατ’ αυτόν, η σοφία είναι τό ίδιο μέ τήν ιδέα τού Θεού, τό αιώνιο πρότυπο τού κτισθέντος από τόν Θεό κόσμου, καί ενίοτε εμφανίζεται ως μιά μεσολαβούσα ύπαρξη μεταξύ Θεού καί κτίσματος, καί ενίοτε ταυτίζεται μέ τόν Θεό ή τό κτίσμα.
Η διδασκαλία ότι η Σοφία είναι, τρόπον τινά, μιά τέταρτη υπόσταση τής Αγίας Τριάδος καταδικάσθηκε ως αίρεση από τήν ίδια τήν Ρωσική Εκκλησία, γιατί η θεωρία αυτή οδηγεί στόν κίνδυνο τού μυστικισμού, τού γνωστικισμού καί τού πανθεϊσμού. Κατά τήν πάγια διδασκαλία τών αγίων Πατέρων τής Εκκλησίας, όπως είδαμε προηγουμένως, η Σοφία τού Θεού είναι τό Δεύτερο Πρόσωπο τής Αγίας Τριάδος, ο Λόγος τού Θεού πού έγινε άνθρωπος γιά νά νικήση τόν θάνατο, τόν διάβολο καί τήν αμαρτία.
Έτσι, ο Χριστός είναι η Σοφία τού Θεού, «η ανάπαυσις υπάρχει όλης τής κτίσεως». Είναι χαρακτηριστικά όσα λέγει ο ιερός Νικόλαος Καβάσιλας γιά τόν Χριστό. Αυτός γεννά τούς Χριστιανούς, Αυτός αυξάνει καί τρέφει, Αυτός είναι φώς καί πνοή. Ο Χριστός κατασκευάζει τόν πνευματικό οφθαλμό, τόν φωτίζει καί παρέχει τήν δύναμη νά βλέπη. Ο Χριστός είναι τροφεύς, δηλαδή παρέχει τόν άρτο τής ζωής, αλλά καί Αυτός είναι η τροφή. Αυτός είναι η οδός Αυτός μάς δίνει τήν δύναμη νά βαδίζουμε καί Αυτός είναι τό κατάλυμα καί τό τέρμα τής οδού. Όταν αγωνιζόμαστε, συναγωνίζεται μαζί μας, όταν ευδοκιμούμε στούς αγώνες Αυτός είναι αγωνοθέτης καί όταν νικούμε Αυτός γίνεται τό στεφάνι τής νίκης.

2. Οι Ναοί τής Αγίας Σοφίας

Επειδή η Σοφία τού Θεού είναι ο Χριστός, ο άσαρκος Λόγος στήν Παλαιά Διαθήκη καί ο σεσαρκωμένος στήν Καινή Διαθήκη, γι’ αυτό καί οι Χριστιανοί ανοικοδόμησαν Ιερούς Ναούς πρός τιμήν τής Σοφίας τού Θεού καί τούς απεκάλεσαν «Αγία Σοφία». Δέν πρόκειται γιά κάποια Μάρτυρα γυναίκα ή ασκήτρια, πού λεγόταν Σοφία, αλλά γιά τόν Χριστό, τόν Λόγο τού Πατρός.
Ἁγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, ἐσωτερικὸΟ π. Γεώργιος Φλωρόφσκι γράφει ότι ο πρώτος Ναός στήν Κωνσταντινούπολη, πού αφιερώθηκε στήν Αγία Σοφία, πιθανώς νά σχεδιάσθηκε από τόν ίδιο τόν Μ. Κωνσταντίνο, αλλά τό κτίσιμο ολοκληρώθηκε αργότερα καί εγκαινιάσθηκε τό έτος 360 μ.Χ. Δέν είναι εξακριβωμένο πότε γιά πρώτη φορά δόθηκε τό όνομα Αγία Σοφία στόν Ναό αυτό. Στήν συνέχεια αυτός ο πρώτος Ναός τής Αγίας Σοφίας έγινε ο μετέπειτα μεγαλοπρεπέστατος Ναός, επί τού Ιουστινιανού.
Δέν πρέπει νά ξεχνάμε ότι μετά τήν Α’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία αντιμετωπίζοντας τήν αίρεση τού Αρείου απεφάνθη γιά τόν Λόγο τού Θεού «ως φώς εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα ου ποιηθέντα, ομοούσιον τώ Πατρί δι’ ού τά πάντα εγένετο», ήταν φυσικό νά ανοικοδομήση Ναό επ' ονόματι τής τού Θεού Σοφίας σέ κεντρικό σημείο τής Πρωτεύουσας τού νέου Κράτους γιά νά ομολογήση στήν πράξη τήν πίστη στό δόγμα τής Α’ Οικουμενικής Συνόδου.
Έτσι, η Κωνσταντινούπολη αφιερώθηκε στήν Παναγία, όπως τό βλέπουμε στό γνωστό κοντάκιο «Τή υπερμάχω στρατηγώ τά νικητήρια, ως λυτρωθείσα τών δεινών ευχαριστήρια αναγράφω σοι η πόλις σου, Θεοτόκε…». Στό κέντρο δέ τής Πόλεως υπήρχε ο Ναός τής τού Θεού Σοφίας. Μέ αυτήν τήν αφιέρωση είναι ωσάν νά εικονογραφήται πάνω στόν χώρο η εικόνα τής Παναγίας πού κρατά στήν αγκαλιά της τόν Χριστό.
Σέ κείμενο τής Ιεράς Κοινότητος τού Αγίου Όρους μέ θέμα «Τό Άγιον Όρος καί η παιδεία τού γένους μας» γίνεται αναφορά, μεταξύ τών άλλων καί στόν Ναό τής Αγίας Σοφίας:  «Κέντρο τής ζωής μας ο Χριστός, κέντρο τής κοινότητος ο ναός. Κέντρο τού Γένους μας ολοκλήρου η Αγία-Σοφία, η μεγάλη τού Χριστού Εκκλησία.  Όταν υπήρχε η αυτοκρατορία, από τήν Αγία-Σοφία μετρούσαν τίς αποστάσεις κάθε μιάς πόλεως καί χώρας τής οικουμένης.  Μητέρα μας είναι η Εκκλησία. Η ζωή μας όλη προχέεται, στεγάζεται καί ευλογείται απ' αυτήν. Καί όταν η Πόλι έπεσε, δέν έπεσε η Εκκλησία. Αυτή κράτησε τό Γένος, τή ζωή μας, τό κουράγιο μας. Αυτή περιέθαλψε τό λαό μας ως όρνις τά νοσσία εαυτής. Η καρδιά μας καί τό ίνδαλμά μας η Αγία-Σοφία, πού δέν είναι είδωλο ούτε απειλή γιά κανένα, αλλά ευλογία γιά όλο τόν κόσμο.  Μπορεί νά έπεσε η Πόλι, νά ξεσκίσθηκαν τά ψηφιδωτά τής Μονής τής Χώρας, νά ατιμάστηκαν τά αγιάσματα, νά έγινε τζαμί, μουσείο η Μεγάλη Εκκλησία. Κάτι όμως δέν πέφτει, δέν ξεσχίζεται, δέν ατιμάζεται. Η Αγία-Σοφία λειτουργεί. Η Εκκλησία ζή. Κάθε ξωκκλήσι, κάθε Λειτουργία, κάθε πιστός είναι Αγιά-Σοφιά».
Είναι σημαντικό ότι ο τρόπος μέ τόν οποίο κτίσθηκε ο Ναός τής τού Θεού Σοφίας δείχνει, εκτός τών άλλων, τήν θεότητα τού Χριστού, τό φώς τής θείας δόξης. Όλοι όσοι ασχολούνται μέ τήν ερμηνεία τού Ναού τής Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως τονίζουν τό φώς πού περιλούζει τόν Ιερό Ναό, αφού οι αρχιτέκτονες Ανθέμιος καί Ισίδωρος ήθελαν νά δηλώσουν τό άκτιστο Φώς πού βγαίνει από τόν Χριστό, ο οποίος είναι η Σοφία καί ο Λόγος τού Θεού. Όπως καί τό σώμα τού Χριστού, κατά τήν Μεταμόρφωση φωτίσθηκε ολόκληρο από τό φώς τής θεότητος, έτσι καί η Αγιά Σοφιά λάμπει από τό φώς τού ηλίου.
Ἁγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, ἐσωτερικὸΟ καθηγητής Κωνσταντίνος Καλοκύρης σημειώνει: «Τό άπλετον φώς, τό οποίον καταιονιστικώς εισβάλλει διά τών παραθύρων (τά οποία είναι εκατόν) "η τοσαύτη τού φωτός παρουσία" (Προκόπιος) καταυγάζει τόν χώρον καί συμβάλλει εις τήν εντύπωσιν τής εξαϋλώσεως καί μεταστοιχειώσεως τών πάντων. Εις τήν εντύπωσιν αυτήν σημαντική είναι η συμβολή τών πολυχρώμων μαρμάρων, τών κιόνων καί τής ορθομαρμαρώσεως, τών τοίχων καί τών πεσσών, τού χρυσού, τών ψηφιδωτών, τών θόλων καί τών τόξων, ως καί τού διάτρητου γλυπτικού διακόσμου τών μετοπών, τών κιονοκράνων καί τών γείσων, ο οποίος, τεχνηέντως απλούμενος (δηλ. όχι πλαστικώς, αλλά φωτοσκιαστικώς) συγκεντρώνει τήν προσοχήν εις τό παιχνίδι τού φωτός καί τής σκιάς καί τοιουτοτρόπως δέν καθιστά αντιληπτήν τήν λειτουργίαν τών κιονοκράνων καί τόξων, τά οποία φέρουν τά βάρη τών κιονοστοιχιών».
Ο Αλέξανδρος Μασσαβέτας παρατηρεί ότι «στήν Αγιά Σοφιά τό δίδυμο (Ανθέμιος καί Ισίδωρος) επεδόθη σέ ένα άνευ προηγουμένου πείραμα τρισδιάστατης γεωμετρίας, δημιουργώντας αυτό πού ο Ernest Mamboury χαρακτήρισε "θαύμα επιστήμης καί τόλμης"». Γιά τό εσωτερικό τής Αγίας Σοφίας γράφει:  «Η ομορφιά τού εσωτερικού τής Αγίας Σοφίας μάγεψε όλους πού είχαν τήν τύχη νά τήν δούν πρίν τόν εξισλαμισμό της. Εξακολουθεί νά καταπλήσσει, παρά τήν ταλαιπωρία τών αιώνων καί τίς καταστροφές πού προκάλεσαν οι Σταυροφόροι καί οι Οθωμανοί. Μόλις μπείς στό κεντρικό κλίτος, πάνω σου ανοίγεται ένας τεράστιος ενιαίος χώρος, όπου τά πάντα είναι καμπύλες καί φώς».
Ο τρούλος τής Αγίας Σοφίας έχει πολλή ομορφιά καί μεγάλη σημασία: «Ο τεράστιος τρούλος, ύψους πενήντα πέντε μέτρων, συμβολίζει τόν Παντοκράτορα πού αγκαλιάζει τήν πλάση καί είναι τό κύριο στοιχείο τής σύνθεσης. Αφήνει τήν εντύπωση ότι αιωρείται στό κενό. Μιά ανάλαφρη σύνθεση αέρα καί φωτός κυριαρχεί, καί τό κτίριο δέν αισθάνεσαι νά σέ πλακώνει, νά σέ εκμηδενίζει. Αισθάνεσαι πώς κάτι σέ ανυψώνει, πώς όπου νά ‘ναι θά πετάξεις. Γιά τόν Προκόπιο, ο τρούλος τής Αγίας Σοφίας είναι σάν τόν ήλιο πάνω απ' τή γή».
Τό φώς στήν Αγία Σοφία εκτός τού ότι εισέρχεται από τόν τρούλο, συνδέεται στενά μέ τά μάρμαρα καί τίς ψηφίδες καί δείχνει σάν νά προέρχεται μέσα από τό κτίσμα. Γράφει:  «Τά τεχνάσματα τού φωτισμού είναι πού μετατρέπουν τή μάζα σέ κάτι τό αέρινο. Τά μάρμαρα γίνονται χρώμα καί φώς. Αρχικά, τά παράθυρα δέν είχαν υαλοπίνακες, αλλά πλάκες από λεπτότατα φύλλα όνυχa, πού "έβαφαν" χρυσό τό φώς πού τά διαπερνούσε. "Φωτί δέ καί ηλίου μαρμαρυγαίς υπερφυώς πλήθει" γράφει ο Προκόπιος σχολιάζοντας ότι ο ναός αφήνει τήν εντύπωση πώς δέν φωταγωγείται από τόν ήλιο, αλλά ότι η πηγή τού φωτός βρίσκεται στό εσωτερικό. Χιλιάδες κεριά καί κανδήλες χρησιμοποιούνταν γιά τό φωτισμό. Μπροστά στό θέαμα αυτό, λέει τό χρονικό τού Ρώσου μοναχού Νέστορος, οι απεσταλμένοι τού Βλαδιμήρου, πρίγκιπα τού Κιέβου, νόμισαν πώς βρέθηκαν στόν παράδεισο.
Στήν Αγία Σοφία, τό κύριο στοιχείο τής εσωτερικής διακόσμησης ήταν τά τριάντα εκατομμύρια χρυσές ψηφίδες πού κάλυπταν τό άνω μέρος τών τοίχων, από τό σημείο πού σταματούσε η ορθομαρμάρωση, καί τήν οροφή. Καθώς τό φώς, ήδη βαμμένο χρυσό από τόν όνυχα τών παραθύρων, έπεφτε πάνω τους, μιά χρυσή λάμψη κατέκλυζε τόν χώρο, κάνοντας τά μάρμαρα νά λαμπυρίζουν».
Βέβαια, αυτό τό καταπληκτικό θέαμα τού φωτός χάθηκε εν πολλοίς σήμερα, ύστερα από τούς δύο «βιασμούς» πού υπέστη η Αγία Σοφία, από τούς Σταυροφόρους τό 1204 καί τούς Οθωμανούς τό 1453, καθώς επίσης καί από τούς αλλεπάλληλους σεισμούς. «Τό μεγαλύτερο μέρος από τίς χρυσές ψηφίδες χάθηκε. Τίς αντικατέστησαν μέ μπογιά τής οθωμανικής περιόδου, πού μιμείται τό χρυσό χρώμα καί τά φυτικά μοτίβα πού προϋπήρχαν στό ψηφιδωτό. Ο χώρος σήμερα μοιάζει περισσότερο μέ τό κουφάρι ενός βεβηλωμένου πολιτισμού παρά μέ τό αισθητικό θαύμα πού υπήρξε».
Μέσα από αυτήν τήν προοπτική βλέπει καί ο ζωγράφος Κόρδης τό φώς πού συνδέεται μέ τόν Ναό τής τού Θεού Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως. Τό φώς πού εισέρχεται από τόν τρούλο τού Ναού φωτίζει όλον τόν εσωτερικό χώρο, «εισέρχεται ήσυχα από τήν οροφή από τό στεφάνι τών παραθύρων τού τρούλου καί δοξάζει τό κτίσμα, δοξάζει τήν ύλη, καί φέρνει τόν ουρανό στή γή». Τό κτίσμα δείχνει «πώς ο ουρανός γειώνεται γιά νά απογειώσει τήν ύλη μέ τή σειρά του. Η κίνηση δηλαδή δέν είναι μονής άλλα διπλής κατεύθυνσης κι αυτό είναι πού κάνει τό ναό ετούτο αληθινά χριστιανικό καί ορθόδοξο. Γιατί, άν μονάχα αποτυπωνόταν η απογείωση τής ύλης, τότε τό κτίσμα θά ήταν ύμνος στήν έκσταση καί στό ασώματο πνεύμα. Θά ήταν ένα κάλεσμα γιά νά καταργηθεί η ύλη καί νά εκστασιαστεί ο άνθρωπος πρός τόν χώρο τού πνεύματος πού έτσι θά μπορούσε νά θεωρηθεί αντίθετο στήν ύλη. Όμως η Αγιά Σοφιά διακηρύσσει τό πιό μεγάλο καί σπουδαίο πράγμα. Πώς ο Ουρανός, τό άκτιστο, ο Λόγος κατέρχεται ήσυχα, ειρηνικά, σεμνά καί ανέρχεται πάλι παίρνοντας μαζί του γιά πάντα τό κτιστό, τό γήινο, τό ανθρώπινο».
Καί πιό κάτω γράφει γιά τό φώς πού περιλούζει τήν Αγία Σοφία:  «Όταν παρατηρεί κανείς από μέσα τήν Αγία Σοφία βλέπει τόν τρούλο νά κατέρχεται μέσα από ένα σύστημα τόξων καί αψίδων μέχρι τό έδαφος. Τό άκτιστο φτάνει μέχρι κατωτάτων τής γής. Καί ύστερα ανεβαίνει πάλι μέσα από τό φώς πού πλημμυρίζει τό χώρο καί ενεργοποιεί τά πάντα καί κάνει τά πάντα φώς. Κι αυτό πετυχαίνει καί μέ τίς φόρμες τίς αρχιτεκτονικές άλλα καί μέσα από τό σύστημα ορθομαρμάρωσης πού είναι περίτεχνα δομημένο σάν ένα ρίγος πού διαπερνά τούς τοίχους καί δίνει ενέργεια παντού σέ κάθε σημείο. Τά μάρμαρα δέν είναι διακόσμηση εδώ. Είναι δομή χρωματική πού κι ο ίδιος ο Σεζάν θά ζήλευε. Αντίστιξη θερμών καί ψυχρών χρωμάτων, αντίστιξη σταθερών καί κινουμένων επιφανειών. Τά νεύρα τών μαρμάρων γίνονται χέρια πού κυματίζουν καί ανυψώνονται καί ικετεύουν καί χειροκροτούν καί εκλιπαρούν καί δοξάζουν καί ενώνουν. Προπάντων ενώνουν τά πρίν διεστώτα στοιχεία τού κόσμου τούτου, έτσι ώστε τίποτα νά μήν είναι πιά μέσα στήν Εκκλησία πού νά μένει ξένο καί αλλότριο, πού νά μήν μετέχει στήν παραδείσια πανήγυρη, στή Βασιλεία τού Θεού, στή λαμπρότητα τής Αγίας Σοφίας.
Τό επίτευγμα (είναι) πιό μεγάλο γιατί έλλογο καί γιά τούτο καί είναι μάθημα καί παράδειγμα. Δέν είναι επίτευγμα τής στιγμής ατομικό καί παραμιλητό, δέν είναι απλά μιά κραυγή, γιά γλωσσολαλιά. Είναι λόγος γιά τό πώς ο Λόγος έγινε άνθρωπος. Η Αγιά Σοφιά είναι θεολογία, λέει μέ τήν γλώσσα τής πέτρας πώς προσελήφθη καί σώθηκε ο άνθρωπος, λέει μέ τά χέρια τών μαρμάρων πώς τό μέγα ζητούμενο, αυτό πού μπορεί νά σώσει τόν κόσμο δέν είναι η ατομική ευτυχία, η καλοπέραση, τό όνειρο τής καλοζωΐας, αλλά η τών πάντων ενότης. Αυτό είναι πού διακηρύσσει η Αγιά Σοφιά καί γιά τούτο είναι μεγαλείο καί θαύμα καί λόγος γιά τόν Θεό, δηλαδή θεολογία πού μιλά στήν αίσθηση τού νού καί στό σώμα».
Ο Χαράλαμπος Σταθάκης σέ ένα βιβλίο του μέ τίτλο Η Αγία τού Θεού Σοφία, τό μυστικό φώς τής Μεγάλης Εκκλησίας καί τό αρχιτεκτονικό του ένδυμα γράφει ότι μέ τίς επανειλημμένες επισκέψεις του στήν Αγία Σοφία προσπάθησε νά εξετάση αυτό τό φώς πού λάμπει μέσα στόν εσωτερικό ναό, μέ τό οποίο κατόρθωσαν οι αρχιτέκτονές της νά τήν φωτίζουν. Καθώς πέρασε τήν Αυτοκρατορική Πύλη περιγράφει τό θέαμα πού αντίκρυσε, βλέποντας μπροστά του τόν εσωτερικό χώρο τού Ιερού Ναού. Γράφει:  «Μπροστά σου απλώνεται τεράστιος ενιαίος χώρος. Όλα εκεί είναι λουσμένα σέ ένα περίεργο, λαμπρό, χρυσαφένιο, μυστικό φώς. Φαίνεται νά έρχεται από αμέτρητα παράθυρα, πού βρίσκονται σέ επίπεδες καί κυρτές επιφάνειες, από τοίχους πού δέν είναι τοίχοι, αλλά φωτεινά παραπετάσματα πού περικλείουν μιά φωτεινή οντότητα. Τά μάτια αυτόματα περνάνε μέσα από αυτή τήν άϋλη μάζα τού φωτός καί στρέφονται πρός τόν τεράστιο τρούλο, τριάντα ένα μέτρα διαμέτρου, μέ τά σαράντα παράθυρα στή βάση του. Ο τρούλος φαίνεται ότι είναι η αρχή καί τό επιστέγασμα αυτού τού παράξενου φωτός. Καί τό φώς φαίνεται σάν νά κρέμεται από υψηλά, από τόν τρούλο, χείμαρρος λαμπερός, χαροποιός αυγή κι ευχάριστο ηλιοβασίλεμα, όχι απέραντο καί μακρινό, αλλά οικείο καί ανθρώπινο».
Σέ άλλο σημείο γράφει ότι η Αγιά Σοφιά, εκτός από τούς κίονες καί τά κομμάτια μάρμαρα κορωνίδων, «είναι κτισμένη μέ τούβλα». Όλα τά τούβλα είναι σφραγισμένα μέ σφραγίδες καί ευχές γιά τήν στερέωση τού ναού. Προκειμένου νά κατασκευάσουν τόν τρούλο έπρεπε νά είναι τούβλα ελαφρά, καί τά κατασκεύασαν περίπου όπως τό κάνουμε καί εμείς σήμερα. «Στήν Ρόδο έφτιαξαν αυτά τά ελαφριά τούβλα, τό ένα πέμπτο τού βάρους τών κανονικών ή κατ’ άλλους τό ένα δωδέκατο καί μέ τά ίδια ύψωσαν καί τά τέσσερα μεγάλα τόξα». Τά τούβλα αυτά δέθηκαν μεταξύ τους πολύ γερά, «γιατί καί ο ασβέστης ζυμώθηκε μέ λάδι αντί γιά νερό, ώστε ο ναός νά γίνει πιό ανθεκτικός καί η βροχή καί η υγρασία νά μήν περνούν στό εσωτερικό του… Έτσι, μόνο οι βάσεις της είναι από πέτρα καί όλη η Αγιά-Σοφιά είναι κτισμένη από τούβλα. Ούτε πέτρα, ούτε πολύτιμα υλικά. Χώμα ψημένο θά οργανωθεί σέ αρχιτεκτονικά μέλη, πού μέ τή σειρά τους θά οργανώσουν καί μεταμορφώσουν τό ηλιακό φώς στό εσωτερικό τού ναού. Εκεί τό μεταμορφωμένο διά τής ύλης φώς, θά μεταμορφώσει μέ τή σειρά του τήν ύλη τή γήινη καί θά τήν κάνει αβαρή καί διάφανη… Περνώ στόν κυρίως ναό. Βλέπω τό ίδιο φώς λαμπερό, ενιαίο νά κρέμεται από τόν τρούλο μέχρι τό ύψος τών κάτω κιόνων, αιωρούμενο χαροποιό».
Αλλού γράφει: «Αισθάνομαι πώς δέν είναι ο ναός καί οι τοίχοι του πού δημιούργησαν τό φώς, αλλά ότι τό φώς είναι εκείνο πού δημιούργησε τό ναό». «Ο τρούλος φαίνεται νά αιωρείται επάνω από τό κτήριο, μετέωρο, φωτεινό». «Καταλαβαίνω ότι τό φώς πού μπαίνει από τά σαράντα παράθυρα τού τρούλου, καθώς κατεβαίνει πρός τά κάτω εξασθενημένο, ενισχύει καί ενισχύεται από τό φώς πού μπαίνει από τά, εικοσιτέσσερα συνολικά, παράθυρα τών, βορείου καί νοτίου, ημικυκλικών τοίχων». Καί τό φώς πού έρχεται από τό δυτικό μεγάλο παράθυρο συναντιέται μέ τό φώς πού έρχεται από τά παράθυρα τών ημικυκλικών τοίχων καί έτσι τό εσωτερικό τού ναού φωτίζεται καί ομοιάζει μέ φώς.
Μέσα στόν Ναό τής Αγίας Σοφίας φαίνεται αυτό τό παιχνίδι καί η δύναμη τού φωτός. Αυτό τό φώς πού κανόνισαν οι αρχιτέκτονες τής Αγίας Σοφίας νά πλημμυρίζη τόν Ναό, νά κατεβαίνη από τόν τρούλο καί νά συναντάται μέ τό φώς πού έρχεται από τά παράθυρα τού δυτικού, τού βόρειου καί τού νότιου τμήματος τού Ιερού Ναού, φανερώνει ότι ο Χριστός, η Σοφία τού Θεού, είναι τό ιλαρόν Φώς τού κόσμου. Αυτό τό Φώς φωτίζει τόν κόσμο καί τόν γεμίζει μέ τήν παρουσία Του. Αυτό δείχνει ότι σκοπός μας είναι νά φωτισθούμε από τό Φώς τού Χριστού καί νά σοφισθούμε από τήν Σοφία τού Θεού.
Είναι αξιοπρόσεκτα τά όσα γράφονται στό κείμενο τής Ιεράς Κοινότητος τού Αγίου Όρους πού μνημονεύσαμε γιά τήν μεγάλη αξία τής Αγια-Σοφιάς:
«Μπαίνοντας μέσα στήν Αγια-Σοφιά νοιώθεις σ’ όλη σου τήν ύπαρξι τί σημαίνει "καινή κτίσις", μένεις ακίνητος. Σβήνουν όλες οι περιγραφές πού έχεις ακούσει, όπως σβήνουν τά αστέρια, μόλις ανατείλει ο ήλιος. Γίνεσαι μάρτυρας τού μυστηρίου τής σαρκώσεως τού Θεού Λόγου, τής Αναστάσεως, Αναλήψεως, τής Δευτέρας Παρουσίας.
Ένας άλλος κόσμος σέ δέχεται. Κάτι τό μεγαλόπρεπο, ουράνιο, απεριόριστο καί ταυτόχρονα τό ζεστό, ανθρώπινο καί οικείο.  Βλέπεις πώς τό τεράστιο, τό βαρύ, τό ασήκωτο μπορεί νά υψωθή, νά αναληφθή καί νά γίνη ουρανός μένοντας ταυτόχρονα γή. Μιά ουράνια οπτασία μέ υλική υπόστασι φωτίζει τό είναι σου.  Δέν είναι οφθαλμαπάτη ότι η γή έγινε ουρανός, αλλά γεγονός ιστορικό. Εδώ πέρα βεβαιώνεται πώς η Παναγία είναι "η ουρανώσασα τό γεώδες ημών φύραμα".  Βρίσκεσαι ενώπιος ενωπίω. Διαβάζεις αρχιτεκτονικά διατυπωμένο τό δόγμα τής Συνόδου τής Χαλκηδόνος. Ακούς μέσα σέ απόλυτη σιγή τού ουρανίου τρούλλου τή θεία Λειτουργία.  Βρίσκεσαι στήν καρδιά τής ιστορίας τής Εκκλησίας, τού μυστηρίου τού Σταυρού καί τής Αναστάσεως καί στήν καρδιά τής ιστορίας τού Γένους μας καί τού ανθρωπίνου γένους, μέσα στόν κόσμο τόν καινό, όπου συνουσιούται η στιγμή μέ τήν αιωνιότητα, τό κτιστό μέ τό άκτιστο.
Καταλαβαίνεις γιατί οι αντιπρόσωποι τού Βλαδιμήρου τής Ρωσίας, όταν μπήκαν μέσα εδώ, έμειναν ενεοί. Δέν μπόρεσαν νά επισκεφθούν άλλη χώρα γιά άλλη θρησκεία, δέν χωρούσε καμμιά συζήτησι. Εδώ, είπαν, βρίσκεται ο ουρανός πάνω στή γή. Οι συζητήσεις γίνονται πρίν συμβή αυτό τό θαύμα. Όταν αυτό τελεσθή, τότε ανοίγει η αυλαία τής λάλου σιγής άλλου κόσμου.  Δέν ανήκει απλώς σέ ένα έθνος ο ναός αυτός, αλλά σώζει τήν υφήλιο. Δέν είναι κατόρθωμα τέχνης, αλλά θεολογική επίτευξι καί άνωθεν δωρεά απτή μαρτυρία τής φιλανθρωπίας τού Θεού πού "έκλινεν ουρανούς καί κατέβη".
Δέν σβήνει η κανδήλα τής χάριτος στήν Αγια-Σοφιά, καί άν γίνη τζαμί ή μουσείο. Δέν καταστρέφεται, καί άν γίνη χώμα. Ιερουργείται στό διηνεκές τό μυστήριο τής σαρκωθείσης τού Θεού Σοφίας.  "Ιδού θυσία μυστική τετελειωμένη δορυφορείται. Πίστει καί πόθω προσέλθωμεν, ίνα μέτοχοι ζωής αιωνίου γενώμεθα".  Ο Λόγος εσαρκώθη. Τό δόγμα τής Χαλκηδόνος διετυπώθη. Η Αγια-Σοφιά εκτίσθη. Η Λειτουργία τής σωτηρίας τού σύμπαντος κόσμου ιερουργείται. Αυτός είναι ο άξονας τής ιστορίας μας».  Πάντως, αυτός ο μεγαλοπρεπέστατος Ναός τής Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως έγινε υπόδειγμα γιά τήν κατασκευή καί τήν ονομασία παρομοίων Ναών σέ μικρότερο βέβαια μέγεθος σέ πολλά τμήματα τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (τού Βυζαντίου). Θά ήθελα νά μνημονεύσω μερικούς από αυτούς.
Είναι ο Ναός τής τού Θεού Σοφίας Θεσσαλονίκης, γιά τήν οποία πολλά διαθρυλούνται. Μερικοί υποστηρίζουν ότι ο Ναός αυτός κτίσθηκε τήν ίδια χρονική περίοδο μέ τόν Ναό τής τού Θεού Σοφίας στήν Κωνσταντινούπολη επί Ιουστινιανού (527-565) καί μάλιστα μέ σχέδια τού ίδιου αρχιτέκτονα, τού Ανθέμιου. Βέβαια, η επικρατέστερη άποψη είναι ότι ο Ναός κτίσθηκε τό τελευταίο τέταρτο τού 8ου αιώνος πάνω σέ θεμέλια προϋπάρχουσας «βασιλικής». Τό γεγονός, πάντως, είναι ότι ο Ναός αυτός κτίσθηκε πρός τιμή τού Χριστού πού είναι η Σοφία τού Θεού καί έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά μέ τόν Ναό τής τού Θεού Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως.
Ακόμη, νά αναφερθή καί ο Ναός τής τού Θεού Σοφίας στό Κίεβο, περίφημο κτίσμα, αντίζηλο τής Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, πού κτίσθηκε τόν 11ον αιώνα. Έπειτα, νά αναφερθή ο Ναός τής Αγίας Σοφίας Βουλγαρίας, πού είναι κτίσμα τού 12ου αιώνος. Μάλιστα δέ από τόν Ναό αυτό έλαβε καί η πόλη τήν ονομασία, δηλαδή Σόφια.
Σέ αυτήν τήν προοπτική εντάσσεται καί ο Ναός τής τού Θεού Σοφίας τόν οποίο ανοικοδομήσατε εδώ στήν Κύπρο, πού είναι μεγαλοπρεπέστατος καί δείχνει ότι είσθε συνέχεια τής Χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ότι θέλετε νά παραμείνετε στήν πολιτιστική παράδοση πού εκφράζει η Αγια-Σοφιά καί προπαντός θέλετε νά παραμείνετε ενωμένοι μέ τήν Σοφία τού Θεού, τόν Χριστό, καί νά περιλούεσθε από τό άκτιστο Φώς Του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου