Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2017

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7- ΟΙ ΠΑΝΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΡΝΗΣ

 
Παρ. 7,1            Υἱέ, φύλασσε ἐμοὺς λόγους, τὰς δὲ ἐμὰς ἐντολὰς κρύψον παρὰ σεαυτῷ. υἱέ, τίμα τὸν Κύριον, καὶ ἰσχύσεις, πλὴν δὲ αὐτοῦ μὴ φοβοῦ ἄλλον.
Παρ. 7,1                    Παιδί μου, φύλαττε τους λόγους μου, και κρύψε ως πολύτιμον θησαυρόν μέσα εις την καρδίαν σου τας εντολάς μου. Παιδί μου, να σέβεσαι τον Κυριον και θα απόκτησης έτσι δύναμιν. Εκτός δε από αυτόν μη φοβήσαι κανένα άλλον.
Παρ. 7,2            φύλαξον ἐμὰς ἐντολάς, καὶ βιώσεις, τοὺς δὲ ἐμοὺς λόγους ὥσπερ κόρας ὀμμάτων·
Παρ. 7,2                   Φυλαττε τας εντολάς μου και θα ζήσης ειρηνικός και ασφαλής. Πρόσεξε δε και φύλαξε τα λόγιά μου, όπως προφυλάσσεις την κόρην των οφθαλμών σου.
Παρ. 7,3            περίθου δὲ αὐτοὺς σοῖς δακτύλοις, ἐπίγραψον δὲ ἐπὶ τὸ πλάτος τῆς καρδίας σου.
Παρ. 7,3                    Φορεσέ τα ωσάν δακτυλίδια εις τα δάκτυλά σου. Γράψε τα εις όλον το πλάτος της καρδίας σου.
Παρ. 7,4            εἶπον τὴν σοφίαν σὴν ἀδελφὴν εἶναι, τὴν δὲ φρόνησιν γνώριμον περιποίησαι σεαυτῷ·
Παρ. 7,4                   Ονόμασε την σοφίαν αδελφήν σου, και περίβαλε την με αδελφικήν αγάπην. Την δε σύνεσιν και ορθοφροσύνην κατάστησέ την στενήν γνώριμόν σου. Απόκτησέ την ως ιδικήν σου περιουσίαν,
Παρ. 7,5            ἵνα σε τηρήσῃ ἀπὸ γυναικὸς ἀλλοτρίας καὶ πονηρᾶς, ἐάν σε λόγοις τοῖς πρὸς χάριν ἐμβάλληται.

Παρ. 7,5                    δια να σε προφυλάξη και σε διατηρήση καθαρόν από ξένην πονηράν και φαύλην γυναίκα, όταν αυτή με γλυκόλογα θα σου επιτίθεται.
Παρ. 7,6            ἀπὸ γὰρ θυρίδος ἐκ τοῦ οἴκου αὐτῆς εἰς τὰς πλατείας παρακύπτουσα,
Παρ. 7,6                   Διότι αυτή σκύβει διαρκώς από το παράθυρον της οικίας της και παρατηρεί εις τας πλατείας.
Παρ. 7,7            ὃν ἂν ἴδῃ τῶν ἀφρόνων τέκνων νεανίαν ἐνδεῆ φρενῶν,
Παρ. 7,7                    Οποιον δε τυχόν θα ιδή από τους νεαρούς απερισκέπτους, κανένα άμυαλον νεανίαν,
Παρ. 7,8            παραπορευόμενον παρὰ γωνίαν ἐν διόδοις οἴκων αὐτῆς καὶ λαλοῦντα
Παρ. 7,8                   να διέρχεται από τον δρόμον και την γωνίαν του σπιτιού της, να σιγοτραγουδή και να μονολογή
Παρ. 7,9            ἐν σκότει ἑσπερινῷ, ἡνίκα ἂν ἡσυχία νυκτερινὴ ᾖ καὶ γνοφώδης,
Παρ. 7,9                   εις βραδυνό σκοτάδι, που αρχίζει η νυκτερινή ησυχία να επικρατή η να πέφτη η ομίχλη,
Παρ. 7,10          ἡ δὲ γυνὴ συναντᾷ αὐτῷ, εἶδος ἔχουσα πορνικόν, ἣ ποιεῖ νέων ἐξίπτασθαι καρδίας.
Παρ. 7,10                  τότε αυτή η γυναίκα πηγαίνει να τον συναντήση με προκλητικόν πορνικόν στολισμόν και τρόπον. Ετσι δε σκανδαλίζει και εξάπτει τας πονηράς επιθυμίας της καρδίας των νέων.
Παρ. 7,11          ἀνεπτερωμένη δέ ἐστι καὶ ἄσωτος, ἐν οἴκῳ δὲ οὐχ ἡσυχάζουσιν οἱ πόδες αὐτῆς·
Παρ. 7,11                  Κινείται δε σαν να έχη πτερά η άσωτος αυτή γυναίκα, δια να αρπάση τα θύματά της. Τα πόδια της ποτέ δεν ησυχάζουν στο σπίτι της, διότι πάντοτε τρέχει εις αναζήτησιν των θυμάτων της.
Παρ. 7,12          χρόνον γάρ τινα ἔξω ῥέμβεται, χρόνον δὲ ἐν πλατείαις παρὰ πᾶσαν γωνίαν ἐνεδρεύει.
Παρ. 7,12                  Αλλοτε μεν ρεμβάζει και καταστρώνει δόλια σχέδια, άλλοτε δε πάλιν ενεδρεύει εις κάθε γωνίαν, δια να συλλάβη τα θύματά της.
Παρ. 7,13          εἶτα ἐπιλαβομένη ἐφίλησεν αὐτόν, ἀναιδεῖ δὲ προσώπῳ προσεῖπεν αὐτῷ·
Παρ. 7,13                  Και αφού συναντήση τον ασύνετον νεαρόν, τον αγκαλιάζει, τον φιλεί με μεγάλην αδιαντροπιάν και λέγει προς αυτόν·
Παρ. 7,14          θυσία εἰρηνική μοί ἐστι, σήμερον ἀποδίδωμι τὰς εὐχάς μου·
Παρ. 7,14                  “Σημερα, επειδή εισηκούσθησαν αι προσευχαί μου, προσέφερα θυσίαν ευχαριστίας προς τον Θεόν και εξεπλήρωσα έτσι τα τάματά μου.
Παρ. 7,15          ἕνεκα τούτου ἐξῆλθον εἰς συνάντησίν σοι, ποθοῦσα τὸ σὸν πρόσωπον εὕρηκά σε.
Παρ. 7,15                  Δια τούτο εβγήκα από το σπίτι μου να σε συναντήσω. Επειδή επόθησα το ωραίον πρόσωπόν σου και ιδού σε ευρήκα.
Παρ. 7,16          κειρίαις τέτακα τὴν κλίνην μου, ἀμφιτάποις δὲ ἔστρωκα τοῖς ἀπ᾿ Αἰγύπτου·
Παρ. 7,16                  Με κορδέλλες έχω στολίσει το κρεββάτι μου, το έχω στρώσει με κροσσωτούς, και από τας δύο πλευράς, τάπητας της Αιγύπτου.
Παρ. 7,17          διέῤῥαγκα τὴν κοίτην μου κροκίνῳ, τὸν δὲ οἶκόν μου κινναμώμῳ·
Παρ. 7,17                  Με αρωματικόν ερυθροκίτρινον κρόκον έχω ραντίσει το κρεββάτι μου και όλην μου την οικίαν την ερράντισα με το άρωμα της κανέλλας.
Παρ. 7,18          ἐλθὲ καὶ ἀπολαύσωμεν φιλίας ἕως ὄρθρου, δεῦρο καὶ ἐγκυλισθῶμεν ἔρωτι·
Παρ. 7,18                  Ελα, λοιπόν, να απολαύσωμεν την φιλίαν μας έως εις τα ξημερώματα. Ελα να κυλισθώμεν μέσα στον έρωτά μας.
Παρ. 7,19          οὐ γὰρ πάρεστιν ὁ ἀνήρ μου ἐν οἴκῳ, πεπόρευται δὲ ὁδὸν μακρὰν
Παρ. 7,19                  Ο σύζυγός μου απουσιάζει, δεν ευρίσκεται στο σπίτι. Εχει αναχωρήσει για μακρυνό ταξίδι.
Παρ. 7,20          ἔνδεσμον ἀργυρίου λαβὼν ἐν χειρὶ αὐτοῦ, δι᾿ ἡμερῶν πολλῶν ἐπανήξει εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ.
Παρ. 7,20                 Επρε εις τα χέρια του βαλάντιον γεμάτο χρήματα και ύστερα από πολλάς ημέρας θα επανέλθη στο σπίτι του”.
Παρ. 7,21          ἀπεπλάνησε δὲ αὐτὸν πολλῇ ὁμιλίᾳ βρόχοις τε τοῖς ἀπὸ χειλέων ἐξώκειλεν αὐτόν.
Παρ. 7,21                  Ετσι δε η δολία και φαύλη αυτή γυναίκα τον απεπλάνησε με τα παραπλανητικά γλυκόλογά της. Ωσάν με δίκτυα, που βγήκαν από τα χείλη της, εξεγέλασε τον ανόητον νέον και τον έκαμε να εξοκείλη προς το κακόν, όπως πέφτει έξω το πλοίον και ναυαγεί εις την βραχώδη ακτήν.
Παρ. 7,22          ὁ δὲ ἐπηκολούθησεν αὐτῇ κεπφωθείς, ὥσπερ δὲ βοῦς ἐπὶ σφαγὴν ἄγεται καὶ ὥσπερ κύων ἐπὶ δεσμοὺς
Παρ. 7,22                 Αυτός δέ, ωσάν το ηλίθιον θαλασσοπούλι κέπφος που παρασύρεται από τον άνεμον, την ηκολούθησεν ανοήτως. Ετσι δε σύρεται ο ταλαίπωρος ωσάν το βόϊδι που οδηγείται προς το σφαγείον, και ωσάν το σκυλί το δεμένο από την αλυσίδα του.
Παρ. 7,23          ἢ ὡς ἔλαφος τοξεύματι πεπληγὼς εἰς τὸ ἧπαρ, σπεύδει δὲ ὥσπερ ὄρνεον εἰς παγίδα, οὐκ εἰδὼς ὅτι περὶ ψυχῆς τρέχει.
Παρ. 7,23                 Η ωσάν ελάφι, το οποίον επληγώθη με τόξον στο συκώτι, σπεύδει ο ταλαίπωρος αυτός νέος, ωσάν το πτηνόν εις την παγίδα, χωρίς να γνωρίζη ότι διατρέχει άμεσον τον κίνδυνον να χάση και ζωήν και ψυχήν.
Παρ. 7,24          νῦν οὖν, υἱέ, ἄκουέ μου καὶ πρόσεχε ῥήμασι στόματός μου·
Παρ. 7,24                 Τωρα, λοιπόν, παιδί μου, άκουσέ με, πρόσεξε τα λόγια του στόματός μου.
Παρ. 7,25          μὴ ἐκκλινάτω εἰς τὰς ὁδοὺς αὐτῆς ἡ καρδία σου,
Παρ. 7,25                 Ας μη παρασυρθή και ας μη ακολουθήση η καρδία σου τους δρόμούς της φαύλης αυτής γυναικός.
Παρ. 7,26          πολλοὺς γὰρ τρώσασα καταβέβληκε, καὶ ἀναρίθμητοί εἰσιν οὓς πεφόνευκεν·
Παρ. 7,26                 Διότι αυτή πολλούς, αφού τους επλήγωσε, τους έρριξε κάτω. Αναρίθμητοι δε είναι εκείνοι, τους οποίους έχει φονεύσει.
Παρ. 7,27          ὁδοὶ ᾅδου ὁ οἶκος αὐτῆς κατάγουσαι εἰς τὰ ταμιεῖα τοῦ θανάτου.
Παρ. 7,27                 Το σπίτι της είναι δρόμος του άδου, που κρημνίζει τα θύματά της εις τας σκοτεινάς περιοχάς του θανάτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου