῾Ο μεγαλοφωνότατος Ἠσαΐας, ὁ ὁποῖος δικαίως χαρακτηρίζεται καὶ ὡς «πέμπτος εὐαγγελιστὴς» γιὰ τὴν σαφήνεια καὶ τὰ λεπτομερῆ στοιχεῖα τῶν προφητειῶν του, εἶχε τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ διατυπώσῃ τὴν μεγαλειώδη ἐκείνη προφητεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ εἶναι ἡ μοναδικὴ σαφὴς καὶ ἀναντίρρητη προφητεία ποὺ ἀναφέρεται στὴν μητέρα τοῦ Χριστοῦ· ὅλες οἱ ἄλλες ἢ εἶναι προεικονίσεις, ἑρμηνευμένες
ὡς τέτοιες ἐκ τῶν ὑστέρων ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς, ἢ εἶναι κανονικὲς
προφητεῖες, οἱ ὁποῖες ὅμως δὲν ἀναφέρονται ἄμεσα στὴν μητέρα τοῦ
Χριστοῦ. ῾Η παροῦσα ὅμως καὶ μοναδικὴ στὸ εἶδός της προφητεία τοῦ Ἠσαΐου διατυπώθηκε περίπου 8 αἰῶνες
πρὶν ἀπὸ τὸ προφητευόμενο γεγονὸς καὶ γιὰ πρώτη φορὰ κάνει σαφῆ λόγο
γιὰ παρθένο γυναῖκα ποὺ θὰ γίνῃ μητέρα. Μιλάει δηλαδὴ μὲ σαφήνεια γιὰ
ἕνα γεγονὸς ποὺ ξεπερνᾷ τὰ φυσικὰ μέτρα καὶ ὑπερβαίνει τὶς συνηθισμένες
συνθῆκες.
Δώσει Κύριος αὐτὸς ὑμῖν σημεῖον· ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ. (Ἠσαΐας 7:14.)
«Θὰ
σᾶς δώσῃ ὁ Κύριος ἀπὸ μόνος του τὸ ἑξῆς σημεῖο· ἰδοὺ θὰ μείνῃ ἔγκυος ἡ
παρθένος καὶ θὰ γεννήσῃ γιό, καὶ θὰ τὸν ὀνομάσετε Ἐμμανουήλ».
Αἰῶνες ἀργότερα, ὅταν ὁ Ματθαῖος θὰ ἐξιστορῇ στὸ Εὐαγγέλιό του τὴν γέννησι τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, θὰ θυμηθῇ αὐτὴν τὴν προφητεία, θὰ ἀναγνωρίσῃ τὴν ἐκπλήρωσί της, καὶ θὰ τὴν ἑρμηνεύσῃ.
Τοῦτο
δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου
λέγοντος· Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι
τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός. (Ματθαῖος 1:22-23)
«Καὶ
ὅλα αὐτὰ ἔγιναν, γιὰ νὰ ἐκπληρωθῇ τὸ γεγονὸς ποὺ προεῖπε ὁ Κύριος μέσῳ
τοῦ προφήτου (Ἠσαΐου) μὲ τὰ ἑξῆς λόγια· ᾿Ιδοὺ θὰ μείνῃ ἔγκυος ἡ παρθένος
καὶ θὰ γεννήσῃ γιό, καὶ θὰ τὸν ὀνομάσουν Ἐμμανουήλ, ποὺ σημαίνει· ῾Ο
Θεὸς μαζί μας».
Αὐτὴ ἡ φοβερὴ καὶ σαφὴς προφητεία ὅτι ἡ μητέρα τοῦ Μεσσίου θὰ εἶναι παρθένος, προκάλεσε ἀπὸ πολὺ νωρὶς τὸ μένος, τὴν ὀργή, τὸν θυμὸ ὅλων ἐκείνων ποὺ ἀρνήθηκαν καὶ ἀρνοῦνται μέχρι σήμερα τὴν μεσσιανικὴ ἰδιότητα τοῦ ᾿Ιησοῦ, καὶ οἱ ὁποῖοι ἐπιδόθηκαν σὲ παρερμηνεῖες
καὶ μεταφραστικὲς ἀλλοιώσεις. Γιατί; Διότι δὲν μποροῦσαν νὰ δεχτοῦν τὴν
ἐκ παρθένου γέννησι. Καὶ τί ἦταν αὐτὸ ποὺ τοὺς δυσκόλευε στὸ νὰ
παραδεχτοῦν κάτι τέτοιο; Τὸ ὅτι αὐτὸ τὸ ὑπερφυσικὸ γεγονὸς ἐξυψώνει τὴν
παρθενία. Καὶ ὅποιος ἄνθρωπος δὲν φυλάττει αὐτὸ τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ μέχρι
τὴν ὥρα τοῦ γάμου ἀλλὰ καὶ ὅποιος στὴν συνέχεια, ἐντὸς τοῦ γάμου, δὲν
φυλάττει τὴν ἁγνότητα τοῦ γάμου –διότι τὸ νὰ μένῃ κανεὶς πιστὸς στὴν
συζυγία του εἶναι ἁγνότης ἐν Κυρίῳ–, ἢ ὅποιος τοὐλάχιστον δὲν δέχεται
ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ σωστὴ ἀντίληψι καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν κατάστασι
τοῦ ἀνθρώπου ἐκτὸς καὶ ἐντὸς τοῦ γάμου, τότε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν θέλει
νὰ παραδεχθῇ τὴν παρθενία τῆς Θεοτόκου.
᾿Εξυψώνεται
ἡ παρθενία· παρουσιάζεται ὡς ὕψιστο ἰδανικό. Καὶ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα
ἀποτελεῖ καὶ τὸν μεγαλείτερο ἔλεγχο τῶν συνειδήσεων ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων
ποὺ δυστυχῶς δὲν ἐφύλαξαν τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. ῞Οσοι ἄνθρωποι ἔχουν
ταπείνωσι, ἐλέγχονται μέν, ἀλλὰ νοερῶς καὶ πολλὲς φορὲς ὑποσυνειδήτως
δέχονται τὸν ἔλεγχο καὶ λένε· «Εἶμαι ἁμαρτωλός. ᾿Εγὼ δὲν ἤμουν πιστὸς
στὸν γάμο μου ἢ δὲν ἐφύλαξα τὴν πρὸ τοῦ γάμου παρθενία καὶ ἁγνότητα.
῾Υπάρχουν ὅμως ἄλλοι ἄνθρωποι, ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι, πιστοὶ στὸ
Εὐαγγέλιο, οἱ ὁποῖοι αὐτὰ τὰ πράγματα τὰ φυλάττουν. Καὶ χαίρομαι γι᾿
αὐτό. ᾿Εγὼ εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ ἀνάξιος δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐκεῖνοι
εἶναι ἄνθρωποι πιστοί». Αὐτοὶ εἶναι οἱ ταπεινοὶ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι
δέχονται τὸν ἔλεγχο, δέχονται τὸν λόγο τοῦ εὐαγγελίου, καὶ σῴζονται. Οἱ
ὑπόλοιποι δὲν δέχονται αὐτὸν τὸν ἔλεγχο· δὲν ἔχουν αὐτὴν τὴν ταπείνωσι.
Ἔχουν ἐγωισμὸ καὶ θέλουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ εἶναι τῆς ἴδιας ποιότητος
μὲ αὐτούς. Καὶ εἰδικὰ μάλιστα τὰ ἱερὰ πρόσωπα τῆς Βίβλου, τῆς ἐκκλησίας,
τῆς πίστεως, θέλουν νὰ τὰ φαντάζωνται καὶ νὰ τὰ παρουσιάζουν σύμφωνα μὲ
τὶς δικές των ἀδυναμίες καὶ ἐφάμαρτες ἐπιθυμίες.
Γι᾿
αὐτοὺς τοὺς λόγους λοιπὸν ἀνὰ τοὺς αἰῶνες αὐτὴ ἡ συγκεκριμένη
πρόρρησις τοῦ προφήτου ᾿Ησαΐου ἔχει γίνει ἀντικείμενο παρερμηνειῶν. Στὸ
σημεῖο ἐκεῖνο ὅπου ἡ μετάφρασι τῶν Ο΄ [= ῾Εβδομήκοντα] ἔχει τὴν λέξι παρθένος δύο ἄλλοι ᾿Ιουδαῖοι μεταφρασταί, περίπου 400 χρόνια μεταγενέστεροι ἀπὸ τοὺς Ο΄, ὁ Ἀκύλας καὶ ὁ Σύμμαχος, ἔχουν τὴν λέξι νεᾶνις. ῾Ο ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δύο, ὁ ᾿Ακύλας, ἦταν μαθητὴς ἑνὸς ᾿Ιουδαίου ῥαββίνου, τοῦ Ἀκιβά. ῾Ο δὲ ᾿Ακιβὰ ἦταν ἕνας φαρμακερὸς
συκοφάντης καὶ ἐχθρὸς τῶν χριστιανῶν. Σὰν καλὸς μαθητὴς λοιπὸν τοῦ
᾿Ακιβὰ ὁ ᾿Ακύλας στὴν μετάφρασί του, ἡ ὁποία δὲ μᾶς σώθηκε ὁλόκληρη,
ἀλλὰ μόνον μερικὰ ἀποσπάσματά της, ἀντὶ γιὰ τὴν λέξι παρθένος γράφει, ὅπως ἐλέχθη ἤδη, τὴν λέξι νεᾶνις, δηλαδὴ «μία νεαρὰ γυναῖκα». ᾿Αποφεύγει ἔτσι νὰ γράψῃ ῥητῶς τὴν λέξι παρθένος, διότι θέλει νὰ ἀμφισβητήσῃ τὴν παρθενία τῆς μητέρας τοῦ Μεσσίου.
Στὸ
σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ δοθῇ μία σύντομη ἐξήγησι γιὰ τὸ τί ἀκριβῶς συνέβη
μὲ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Μετὰ τὴν ἔλευσι τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν
ἵδρυσι τῆς ἐκκλησίας του οἱ Χριστιανοὶ εἶναι ἡ πνευματικὴ συνέχεια τοῦ
ἀρχαίου ᾿Ισραήλ! Σύμφωνα μὲ τοὺς πνευματικοὺς νόμους καὶ τὰ κριτήρια τοῦ
Θεοῦ, ἡ φυσικὴ συνέχεια τοῦ βιβλικοῦ ᾿Ισραὴλ ὡς πρὸς τὴν πίστι καὶ τὰ
πνευματικὰ δικαιώματα δὲν εἶναι οἱ κατὰ σάρκα ἀπόγονοι τῶν ᾿Ισραηλιτῶν,
ἀλλὰ ἡ χριστιανικὴ ἐκκλησία, ὅπως ἀκριβῶς ἡ φυσικὴ συνέχεια τῆς Παλαιᾶς
Διαθήκης εἶναι ἡ Καινὴ Διαθήκη. ῞Οποιος λοιπὸν δὲν ἔχει τὴν Καινὴ
Διαθήκη δὲν ἔχει οὔτε τὴν Παλαιά. Καὶ ἀντιστρόφως, ὅποιος δὲν σέβεται
τὴν Παλαιὰ δὲν καταλαβαίνει καὶ τὴν Καινή. Οἱ ᾿Ιουδαῖοι λοιπὸν οἱ ὁποῖοι
ἀπέρριψαν τὸ κήρυγμα τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἀπέρριψαν καὶ τὴν ἐκκλησία του,
ἀπέρριψαν τὸν χριστιανισμό, ἐμίσησαν τοὺς χριστιανούς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ
χάσουν καὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη!
Οἱ
χριστιανοὶ ὅταν συζητοῦσαν μὲ τοὺς ᾿Ιουδαίους, τοὺς ἔφερναν ἀποδείξεις
ἀπὸ τὶς προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Καὶ ἔλεγαν οἱ χριστιανοί·
«᾿Εμεῖς ἕναν ᾿Ιουδαῖο, ποὺ γεννήθηκε τὴν ἐποχὴ τῆς ῥωμαιοκρατίας ἐπὶ
Καίσαρος Αὐγούστου καὶ σταυρώθηκε ἐπὶ ἡγεμόνος Ποντίου Πιλάτου κλπ.
κλπ., τὸν δεχόμαστε ὡς τὸν προφητευόμενο καὶ ἀναμενόμενο μεσσία καὶ ὡς
Θεό μας καὶ λυτρωτή μας, σύμφωνα μὲ τὶς προφητεῖες τοῦ ᾿Ησαΐου καὶ τῶν
ἄλλων ἁγίων ἀνδρῶν ποὺ ἔγραψαν τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, οἱ ὁποῖες προφητεῖες
ὑπάρχουν στὰ τάδε καὶ τάδε ἐδάφια». Αὐτὸ τὸ πρᾶγμα δὲν τὸ ἄντεχαν οἱ
᾿Ιουδαῖοι, καὶ ἀπὸ τὸ τόσο πολὺ μῖσός τους καὶ τὴν ἀπέχθειά τους
ἐναντίον τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἀλλὰ καὶ ἐναντίον
τῶν χριστιανῶν ἔφτασαν στὸ σημεῖο νὰ ἀλλοιώσουν καὶ νὰ παραχαράξουν
ἀκόμη καὶ τὴν θεόπνευστη Βίβλο τους, τὴν σήμερα λεγομένη Παλαιὰ Διαθήκη.
Γι᾿ αὐτὸ ἐνῷ μέχρι τὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἐδέχοντο ὡς Βίβλο
τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἡ ὁποία βεβαίως μέχρι τότε ἦταν ἡ μοναδικὴ Διαθήκη
ποὺ ὑπῆρχε, κατήντησαν ἀργότερα, προϊόντος τοῦ χρόνου, νὰ μὴν τὴν
δέχονται ὡς θεόπνευστο ἀλλὰ ἁπλῶς σὰν ἕνα ἱστορικὸ βιβλίο, ποὺ ἐξιστορεῖ
τὴν ἱστορία τοῦ ἀρχαίου ᾿Ισραήλ.
Ἔτσι λοιπὸν ὁ ᾿Ιουδαῖος μεταφραστὴς τοῦ 2ου μ.Χ. αἰῶνος Ἀκύλας γράφει τὴν λέξι νεᾶνις,
γιὰ νὰ ἀμφισβητήσῃ ὅτι ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἦταν παρθένος
–σύμφωνα μὲ τὸν Ἠσαΐα– τὴν ὥρα ποὺ τὸν γέννησε. Τὸ ἴδιο ἰσχυρίζονται
μέχρι σήμερα καὶ ὅλοι σχεδὸν οἱ Ἰουδαῖοι. Ματαιοπονοῦν ὅμως ὅλοι· διότι
ὁ Ἀκύλας ἔκαμε λάθος, ὅταν νόμισε, ἐπειδὴ δὲν ἤξερε καλὰ ἑλληνικά, ὅτι νεᾶνις θὰ πῇ ἁπλῶς «νεαρή». Στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ τὸ νεᾶνις σημαίνει «παρθένος» ἐξίσου μ̉ αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ παρθένος[1], καὶ ἀντιστρόφως τὸ παρθένος σημαίνει νεᾶνις. Οἱ δύο λέξεις εἶναι ἰσοδύναμες, διότι στὴν ἀρχαιότητα μία νέα στὴν ἡλικία γυναῖκα δὲν ἐθεωρεῖτο νεᾶνις, χωρὶς νὰ εἶναι καὶ παρθένος. Ἂν δὲν ἦταν παρθένος, δὲν λεγόταν οὔτε νεᾶνις.
Μάλιστα πρέπει νὰ λεχθῇ ἐδῶ ὅτι στὸ ἑβραϊκὸ μασοριτικὸ κείμενο ὑπάρχει ἡ λέξι ολθε,
ἡ ὁποία ἀνευρίσκεται σὲ διάφορα σημεῖα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὄχι μόνον
στὸ ἐν λόγῳ χωρίο τοῦ Ἠσαΐου (7:14) ἀλλὰ καὶ στὴν Γένεσι (24:43) καὶ
στὴν Ἔξοδο (2:8) καὶ στὸ ᾎσμα ᾿ᾼσμάτων (1:3). Στὴν μετάφρασι λοιπὸν τῶν
Ο΄ ἡ ἑβραϊκὴ αὐτὴ λέξι μεταφράζεται ἀδιακρίτως ἄλλοτε παρθένος κι ἄλλοτε νεᾶνις, διότι οἱ λέξεις αὐτὲς σημαίνουν τὸ ἴδιο πρᾶγμα. ῞Οπως γιὰ παράδειγμα σήμερα οἱ λέξεις νερὸ καὶ ὕδωρ σημαίνουν τὸ ἴδιο πρᾶγμα, ὁπότε μποροῦν νὰ ἐναλλάσσωνται μεταξύ τους ἀδιακρίτως.
Μάλιστα στὸ χωρίο Γένεσι (24:43) ἡ ἑβραϊκὴ λέξι ολθε μεταφράζεται πάλι παρθένος
σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχαία μετάφρασι τῶν Ο΄. Τὸ χωρίο ἀναφέρεται στὴν νεαρὴ
῾Ρεβέκκα, γιὰ τὴν ὁποία τὸ ἱερὸ κείμενο μᾶς πληροφορεῖ ὅτι βρέθηκε νὰ
εἶναι κατάλληλη γιὰ γυναῖκα τοῦ Ἰσαάκ.
Ἀλλὰ
καὶ ὅταν ἡ ἴδια ἑβραϊκὴ λέξι σὲ ἄλλα σημεῖα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης
μεταφράζεται στὰ ἑλληνικὰ ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους μεταφραστὲς τῶν Ο΄ νεᾶνις, πάλι σημαίνει «παρθένος». Γιὰ παράδειγμα στὴν Ἔξοδο (2:8) τὸ ολθε μεταφράζεται νεᾶνις
καὶ ἀναφέρεται στὴν ἀδελφὴ τοῦ Μωϋσέως, τὴν Μαριάμ, ὅταν ἄφησε τὸν
νεογέννητο Μωυσῆ στὰ νερὰ τοῦ Νείλου· καὶ τότε ἡ Μαριὰμ ἦταν μικρὸ
κορίτσι καὶ ἀνύπαντρη, ἄρα καὶ παρθένος. Καὶ στὸν Ψαλμὸ 67:26
ἀναφέρονται τυμπανίστριαι νεάνιδες, οἱ ὁποῖες ἐπίσης ἐννοοῦνται ὡς «παρθένοι».
Δηλαδὴ ὅλη αὐτὴ ἡ προσπάθεια τῶν Ἰουδαίων τοῦ 2ου μ.Χ. αἰῶνος (καὶ μέχρι σήμερα) νὰ ἰσχυριστοῦν ὅτι δῆθεν στὸ τάδε σημεῖο ἡ ἑβραϊκὴ λέξι μεταφράζεται νεᾶνις καὶ ὄχι παρθένος, πέφτει στὸ κενό, διότι ολθε καὶ νεᾶνις καὶ παρθένος εἶναι ταυτόσημα[2].
Καὶ τίποτε ἀπολύτως, καμμία ἀπέλπιδα προσπάθεια μεταφραστικῆς
παραχαράξεως, δὲν μπορεῖ νὰ διαταράξῃ καὶ νὰ ἀλλοιώσῃ τὴν σαφέστατη καὶ
σημαντικώτατη προφητεία τοῦ μεγαλοφωνοτάτου ᾿Ησαΐου ὅτι ἡ μητέρα τοῦ
μεσσίου θὰ εἶναι παρθένος, καὶ ἐνῷ θὰ εἶναι παρθένος, θὰ μείνῃ ἔγκυος
διατηρῶντας τὴν παρθενία της, καὶ θὰ γεννήσῃ παραμένοντας παρθένος.
᾿Ακριβῶς αὐτὸ διδάσκει καὶ ἕνας ἐκκλησιαστικὸς ὕμνος, ὅτι ἡ Μαρία ἡ
μητέρα τοῦ Κυρίου ἦταν παρθένος καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἐγκυμοσύνη, διατηρήθηκε
παρθένος καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐγκυμοσύνης καὶ τοῦ τοκετοῦ,
παρέμεινε δὲ παρθένος καὶ μετὰ τὴν γέννησι τοῦ μεσσίου μέχρι τὸν θάνατό
της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου