Σάββατο 26 Αυγούστου 2017

Α. Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ


Οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης ήταν πεπεισμένοι ότι ο Θεός στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού εκπλήρωσε όλες τις προφητείες και τις ελπίδες της μακράς ιστορίας του λαού Ισραήλ. Η πίστη ότι μια νέα και οριστική έξοδος εκπληρώθηκε στο πρόσωπο του Χριστού διατρέχει σχεδόν όλη την Κ. Διαθήκη. Έτσι η παράδοση της εξόδου αποκτά ιδιαίτερη τυπολογική διάσταση στην Κ.Δ. Οι «πληγές» του Φαραώ, η διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας, η πορεία στην έρημο με τα θαυματουργικά γεγονότα, η αποκάλυψη του Θεού στο όρος Σινά, η σιναϊτική νομοδοσία, η σύναψη της Διαθήκης ανάμεσα στο Θεό και τον Ισραήλ ερμηνεύονται τυπολογικά [i] από τους συγγραφείς των βιβλίων της Καινής Διαθήκης και από τον Απόστολο Παύλο. Στη συνέχεια θα δούμε την παράδοση της εξόδου στους Ευαγγελιστές Μάρκο, Ματθαίο, Λουκά, Ιωάννη, στις Πράξεις των Αποστόλων, στις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου, στην Α/ Πέτρου και στην Αποκάλυψη του Ιωάννη. Στη μελέτη μας θα προσπαθήσουμε να δείξουμε ότι η παράδοση της εξόδου, με την ιδιαίτερη δυναμική της ως «νέα έξοδος», πέρασε στην Κ.Δ., τη χρωμάτισε και έδωσε ιδιαίτερο νόημα και προοπτική. Η πληθώρα εκφράσεων ή φραστικών σχημάτων από το βιβλίο της Εξόδου, όπως θα φανεί και στη συνέχεια, μας κάνει να πιστεύουμε ότι η παράδοση της εξόδου διατηρήθηκε μέσα στο χρόνο, επιβίωσε και επέδρασε στους συγγραφείς των βιβλίων της Κ.Δ., γεγονός φυσικά που αποδεικνύει σαφέστατα και την ενότητα των δύο Διαθηκών.

Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο

Η εισαγωγή του Ευαγγελίου του Μάρκου μας προσεγγίζει ευθύς αμέσως στην παράδοση της εξόδου. Η βάπτιση του Ιησού αναφέρεται στο θέμα της εξόδου. Όπως ο Θεός είχε εκλέξει το λαό Ισραήλ ως «Υιό του», έτσι τώρα ο Θεός διακηρύσσει ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του ο αγαπητός, ο Μεσσίας (Μκ. 1,11). Η διήγηση των πειρασμών που ακολουθεί φέρνει πάλι στη μνήμη μας την πρώτη έξοδο. Όπως ακριβώς ο Θεός οδήγησε τον Ισραήλ στην έρημο για να τον δοκιμάσει, έτσι και τώρα το ?γιο Πνεύμα οδηγεί τον Ιησού στην έρημο (Μκ. 1,12). Οι πειρασμοί του Ιησού παρομοιάζονται με τους πειρασμούς στους οποίους υπέκυψε ο Ισραήλ κατά τη διάρκεια της σαραντάχρονης οδοιπορείας του στην έρημο. Αλλά και στη μεταμόρφωση του Χριστού (Μκ. 9, 2-8), με τα θεοφανικά χαρακτηριστικά που μας παραπέμπουν στα γεγονότα του Σινά, και στη Σταύρωση (Μκ. 15, 33- 39), ο Ιησούς παρουσιάζεται ως ο νέος Ισραήλ, ο νέος Μωυσής, ο εκλεκτός δούλος, ο «πάσχων δούλος» του Θεού που οδεύει προς το πάθος. [ii]
Ειδικότερα στο κείμενο της Μεταμόρφωσης του Κυρίου (Μκ. 9, 2-8), έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: ο παλαιοδιαθηκικός χαρακτήρας της αφήγησης ώθησε αρκετούς ερευνητές να χαρακτηρίσουν την αφήγηση της Μεταμόρφωσης midrash στα κεφάλαια Έξ. 24 και 34. Επισημάνθηκε μάλιστα ότι η παρουσίαση αποσκοπεί στο να υπογραμμίσει τη διαφορά του Κυρίου έναντι του Μωυσή. Η παραλληλότητα των δύο αυτών κειμένων είναι πραγματικά αξιοσημείωτη, όπως σημειώνει ο Σ. Δεσπότης: [iii]
6+1 ημέρες (Έξ. 24,16· Μκ. 9,2)
όρος υψηλόν (Έξ. 24,12· 15-18· 34,3· Μκ. 9,2)
λευκά μάτια (Έξ. 24,10· Μκ. 9,3)
νεφέλη (Έξ. 24,15-18· 34,5· Μκ. 9,7)
φωνή (Έξ. 24,16· Μκ. 9,7)
ακτινοβολία Μωυσή/Ιησού (Έξ. 34,29-30· 35· Μκ. 9,2-3)
φόβος (Έξ. 34,30· Μκ. 9,6)
εκλεκτοί παριστάμενοι (Έξ. 24,1· Μκ. 9,2)
σκηνή (Έξ. 26,1 κ.ε.· Μκ. 9,5)
κατάβαση από το όρος (Έξ. 34,29β, [Ο/]· Μκ. 9,9)
Είναι προφανές από τα παραπάνω ότι ο E υαγγελιστής χρησιμοποίησε τα γεγονότα του Σινά και την παράδοση της εξόδου. Ο Ευαγγελιστής θέλησε με ορισμένα «σημεία» να υπερτονίσει την υπεροχή του Υιού του Θεού και της διδασκαλίας του απέναντι στο Μωυσή. [iv]
Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο

Στην ενότητα για τα παιδικά χρόνια του Ιησού έχουμε σύντομη αφήγηση, που αφορά τη φυγή στην Αίγυπτο: «Αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος Κυρίου φαίνεται κατ? όναρ τω Ιωσήφ λέγων· εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτο... ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του Κυρίου δια του προφήτου λέγοντος· εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου (Μθ 2,13-15). Η διήγηση τελειώνει με τους λόγους: «Εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου». [v] Έχουμε έτσι μια ανάμνηση και έναν παραλληλισμό με το βιβλίο της Εξόδου.
Ερχόμενοι τώρα στη βάπτιση του Ιησού βλέπουμε ότι το γεγονός έχει εκτός από θεολογική σημασία και συμβολικό χαρακτήρα (Μθ 3,13-17). Η βάπτιση του Ιησού είναι μια ανεπανάληπτη διάβαση, που αποτελεί σταθμό για την κυριαρχία του καλού έναντι του κακού. Ο Ιησούς οδηγεί τους πιστούς, τον νέο Ισραήλ, με τη βάπτιση-διάβαση και στη συνέχεια δια της ερήμου στην πνευματική γη της επαγγελίας. Ο Ιησούς νικά το κράτος του διαβόλου και ενθρονίζεται βασιλιάς του πνευματικού βασιλείου του νέου αιώνα. [vi] Ο Ιησούς είναι ο νέος νομοθέτης, όπως εμφανίζεται στην προγραμματική του ομιλία επί του όρους (Μθ κεφ. 5-7). Ο Ματθαίος θέλει να δείξει ότι η εκκλησία μέσω των ιστορικών γεγονότων της Π. Διαθήκης και του προσώπου του Ιησού αποτέλεσε μια συνέχεια της πραγματοποίησης του θείου σχεδίου μέσα στην ιστορία (υπόσχεση-εκπλήρωση). [vii] Πιο συγκεκριμένα υπάρχουν αρκετά χωρία του βιβλίου της Εξόδου που αντιστοιχούν με χωρία του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου. Αυτή η αντιστοιχία οφείλεται σαφώς στην επίδραση του βιβλίου της Εξόδου και θα πρέπει να τη δούμε στο πλαίσιο της ενότητας των δύο Διαθηκών. [viii] Ενδεικτικά αναφέρουμε τα εξής χωρία: Έξ. 34,29: «δεδόξασται η όψις του χρώματος του προσώπου αυτού» > Μθ 17,2: «και έλαμψεν το πρόσωπον αυτού». Έξ. 4,19 εξ.: «βάδιζε άπελθε εις Αίγυπτον τεθνήκασιν γαρ πάντες οι ζητούντές σου την ψυχήν αναλαβών δε ο Μωυσής την γυναίκα και τα παιδία... και επέστρεψεν εις Αίγυπτον» > Μθ 2,20-21: «και πορεύου εις γην Ισραήλ τεθνήκασιν γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου... παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού και εισήλθεν εις γην Ισραήλ». Έξ. 24,8: «ιδού το αίμα της διαθήκης» > Μθ 26,28: «τούτο γαρ έστιν το αίμά μου της διαθήκης». [ix]
Το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο
Η παράδοση της εξόδου απαντά και στον Ευαγγελιστή Λουκά. Στο Μεγαλυνάριο της Θεοτόκου (Λκ 1,46-55) έχουμε ύμνο που θυμίζει έντονα την ωδή του Μωυσή (Έξ. 15,1-18): «Και είπεν Μαριάμ, Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον, και ηγαλλίασεν το πνεύμά μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου, ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού... Εποίησεν κράτος εν βραχίονι αυτού, διεσκόρπισεν υπερηφάνους διανοία καρδίας αυτών· καθείλεν δυνάστας από θρόνων και ύψωσεν ταπεινούς, πεινώντας ενέπλησεν αγαθών και πλουτούντας εξαπέστειλεν κενούς, αντελάβετο Ισραήλ παιδός αυτού, μνησθήναι ελέους, καθώς ελάλησεν προς τους πατέρας ημών, τω Αβραάμ και τω σπέρματι αυτού εις τον αιώνα». Μέσα από το θείο βρέφος θα εκπληρωθούν οι επαγγελίες προς τις επερχόμενες γενιές («νέα έξοδος»), όπως εκπληρώθηκαν οι ανάλογες προς τους Ισραηλίτες.
Στη συνέχεια, στη διήγηση για τη μεταμόρφωση του Ιησού στο όρος Θαβώρ διαβάζουμε: «και εγένετο εν τω προσεύχεσθαι αυτόν το είδος του προσώπου αυτού έτερον και ο ιματισμός αυτού λευκός εξαστράπτων και ιδού άνδρες δύο συνελάλουν αυτώ, οίτινες ήσαν Μωυσής και Ηλίας, οι οφθέντες εν δόξη έλεγον την έξοδον αυτού ην ήμελλεν πληρούν εν Ιερουσαλήμ» (Λκ 9,29-31). Ο Μωυσής κι ο Ηλίας, ο Νόμος και οι προφήτες, ήταν παρόντες μαζί με τον Ιησού στο όρος της μεταμόρφωσης για να είναι φανερό απο την αρχή ότι μετά το πάθος θα ερχόταν η ανάσταση. Ο Ιησούς ανήκει εκεί που τώρα ο Μωυσής και ο Ηλίας κατοικούν. Ο Ματθαίος (17,3) και ο Μάρκος (9,4) ομιλούν απλά για την παρουσία του Μωυσή και του Ηλία, ο Λουκάς τους προσδιορίζει επιπλέον ως «οι δύο άνδρες». Ο Λουκάς θέλει να μιλήσει για τους δύο άνδρες με λεπτομέρειες. Αναφέρει γι? αυτούς ότι εμφανίστηκαν με δόξα και μίλησαν για το θάνατο, την έξοδο του Ιησού, [x] που θα εκπληρωνόταν στην Ιερουσαλήμ. Ο Λουκάς, δηλαδή, δίνει μεγαλύτερη προσοχή στο Μωυσή και τον Ηλία απ? ότι ο Μάρκος και ο Ματθαίος. Τους αποδίδει με έμφαση μεγάλη εκτίμηση. Μόνο, σύμφωνα με το Λουκά, ο Μωυσής και ο Ηλίας εμφανίζονται με δόξα, έτσι ώστε οι μαθητές να μη δούν μόνο τη δόξα του Κυρίου, αλλά και τη δική τους δόξα. [xi]
Ο Λουκάς βλέπει το υπόβαθρο των παθών στα ανάλογα γεγονότα της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, όπως είναι η έξοδος από την Αίγυπτο, η διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας, [xii] η πορεία στην έρημο, η κατάκτηση της Χαναάν, δηλαδή η εκπλήρωση των επαγγελιών του Θεού. Ο νέος Ισραήλ πρέπει να εξέλθει από την Αίγυπτο, να διασχίσει τη θάλασσα και να προβάλλει μια καινούργια ζωή με κυρίαρχο στοιχείο την υπακοή. [xiii] Ο Ιησούς εκφράζει την απόλυτη υπακοή στο Θεό-Πατέρα δια του πάθους. Μάλιστα ο ίδιος ο Ιησούς, υπό το φως της εξόδου της Π. Διαθήκης, θεωρούσε τη σταύρωση και την ανάσταση ως μια «νέα έξοδο». Στην αφήγηση που αναφέρεται στη συνάντηση του Ιησού με δύο από τους μαθητές του στους Εμμαούς, ο Ιησούς ξεκινώντας από το Μωυσή - δηλαδή από την έξοδο ? εξήγησε στους μαθητές το νόημα του μαρτυρίου του («και αρξάμενος από Μωυσέως και από πάντων των προφητών διερμήνευσεν αυτοίς εν πάσαις ταις γραφαίς τα περί εαυτού» Λκ 24,27). Το ίδιο δε επανέλαβε και «εις τους ένδεκα και τους συν αυτοίς», ότι «ούτως γέγραπται παθείν τον Χριστόν και αναστήναι εκ νεκρών τη Τρίτη ημέρα, και κηρυχθήναι επί τω ονόματι αυτού μετάνοιαν και άφεσιν αμαρτιών εις πάντα τα έθνη αρξάμενοι από Ιερουσαλήμ» (Λκ 24,44-47). Η έξοδος για το Λουκά δεν είναι ο θάνατος και η σταύρωση του Ιησού· είναι η ανάσταση, που για τη θεολογία του Λουκά αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του λυτρωτικού σχεδίου του Θεού. Ο Ιησούς, ο πρώτος ο οποίος αναστήθηκε από τους νεκρούς, έδειξε το φως στους Ιουδαίους και τους εθνικούς. Η δική του έξοδος, σε σύγκριση με αυτή του Μωυσή έχει παγκόσμιο χαρακτήρα, δεν περιορίζεται χωροχρονικά. Ο Μωυσής εκλέχθηκε από το Θεό για να οδηγήσει τους Ισραηλίτες έξω από την Αίγυπτο προς τη γη της επαγγελίας. Ο Ιησούς εκλέχθηκε από το Θεό-Πατέρα για να οδηγήσει τη νέα έξοδο, που θα είναι κοινή έξοδος και για τους Ιουδαίους και για τους εθνικούς. [xiv]
Το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο
Το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο φαίνεται να είναι η τυπολογία της εξόδου και εν πολλοίς οικοδομείται στην παράδοση της εξόδου. [xv] Ο ευαγγελιστής χρησιμοποιεί τυπολογικά τα γεγονότα της εξόδου: τη νεφέλη επί των σκηνών (1,14), τη νομοδοσία στο Μωυσή (1,17), τον πασχάλιο αμνό (1,36.19.36), τον όφι (3,14.12,32), το μάννα (6,31), το «ζών ύδωρ» (7,38), τη φωτεινή στήλη (12,35). Η σωτηρία, όμως, όπως τότε έτσι και τώρα θεωρείται από τον ευαγγελιστή ως μια νέα έξοδος. [xvi] Κατά τον Α.Π. Χαστούπη [xvii] υπάρχει τυπολογικός συσχετισμός ανάμεσα στην παράδοση της εξόδου και στο κατά Ιωάννη στα εξής σημεία: Έξ. 3 και Ιω. 1,29-34. Έξ. 4 και Ιω. 2,1-11. Έξ. 11-12 και Ιω. 2,13 εξ. Έξ. 14 και Ιω. 3,5. O H . Sahlin [xviii] σημειώνει ότι υπήρχε μια ιουδαϊκή παράδοση (την οποία, πιθανώς, γνώριζε ο Ιωάννης), η οποία έλεγε ότι όταν θα έρθει ο Μεσσίας θα «αντιγράψει» τα θαύματα του Μωυσή που έκανε στην έρημο. Ο ίδιος ερευνητής ισχυρίζεται ότι το κατά Ιωάννη οικοδομείται σε μια τυπολογία που εκτείνεται από το βιβλίο της Εξόδου μέχρι το Α/ Βασ. 8 και σημειώνει τις εξής αναλογίες: η κλήση του Μωυσή (Έξ. 3-4)= η αρχή του Ευαγγελίου του Ιωάννη (κεφ. 1) ? η μετατροπή των υδάτων του Νείλου σε αίμα (Έξ. 7,14-24)= ο γάμος στην Κανά (Ιω. 2,1-11) ? η διάσωση των Ισραηλιτών στην Ερυθρά Θάλασσα (Έξ. 14,19-15,21)= η συνομιλία του Ιησού με το Νικόδημο το Φαρισαίο (Ιω. 3,1-21) ? η κατασκήνωση των Ισραηλιτών στην Αιλίμ (Έξ. 15,27)= ο Ιησούς και η Σαμαρείτισσα (Ιω. 4,4-42) ? το μάννα (Έξ. κεφ. 16)= ο χορτασμός του πλήθους [xix] (Ιω. 6,1-14) ? τα παράπονα των Ισραηλιτών (Έξ. 17,2-4)= η απόρριψη του Ιησού από τους Ιουδαίους (Ιω. 7,1-36) ? ύδωρ από το βράχο (Έξ. 17,5-7)= η προσφορά «ζώντος ύδατος» από τον Ιησού (Ιω. 7,37-44). Ο ερευνητής προχωρά περισσότερο και βλέπει αναλογίες στα βιβλία των Αριθμών, Λευιτικό, Ιησούς του Ναυή και φθάνει έως και το Α/ Βασιλειών. Ο R . H . Smith [xx] θεωρεί ότι τα επτά θαύματα του Ιησού στο κατά Ιωάννη αντιστοιχούν προς τις επτά από τις δέκα «πληγές» του Φαραώ. Από την αντιπαραβολή των ιωαννείων σημείων με αυτά της εξόδου ο Smith συμπεραίνει ότι ενώ τα τελευταία έχουν καταστροφικό χαρακτήρα και αποτελούν έκφραση της οργής του Θεού, τα πρώτα, αντίθετα, εκπροσωπούν τη θεϊκή δωρεά της ζωής. Επίσης ο ίδιος ερευνητής θεωρεί ότι σκοπός της τυπολογικής αντιστοιχίας των «σημείων» του Ιησού με τα ανάλογα της εξόδου στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, είναι να παρουσιαστεί ο Ιησούς ως εκείνος ο οποίος εκπληρώνει τις εσχατολογικές προσδοκίες του Ιουδαϊσμού της εποχής του, σύμφωνα με τις οποίες στην εποχή της βασιλείας του Ιησού πρόκειται να επαναληφθούν τα «σημεία» της εξόδου. Κατά τον Smith έχουμε τις εξής αντιστοιχίες:
«Σημεία» του Μωϋσή στην Αίγυπτο « Σημεία» του Ιησού (Ιωάννης)
1. Η μετατροπή του Νείλου σε αίμα (Έξ. 7,14-24) - Ο γάμος στην Κανά (Ιω. 2,1-11)
2. Οι βάτραχοι (7,25-8,15)
3. Τα κουνούπια (8,16-19)
4. Οι μύγες (8,20-32)
5. Θανατικό στα ζώα (9,1-7) - Η θεραπεία του γιού του αξιωματούχου (4,46)
6. Ελκώδη εξανθήματα (9,8-12) - Η θεραπεία του παραλυτικού (5,2-9)
7. Το χαλάζι (9,13-35) Ο χορτασμός των πέντε χιλιάδων (6,1-15)
8. Οι ακρίδες (10,1-20) Ο Ιησούς βαδίζει πάνω στα κύματα (6,16-21)
9. Το σκοτάδι (10,21-29) - Η θεραπεία του εκ γενετής τυφλού (9,1-41)
10. Ο θάνατος των πρωτοτόκων (12μ29-36) - Η ανάσταση του Λαζάρου (11,1-41)
Διευκρινιστικά αναφέρουμε όσον αφορά την 6 η «πληγή»: ο Μωυσής προκαλεί φυσική εξασθένιση, ενώ ο Ιησούς αποκατάσταση της υγείας - όσον αφορά την 7 η «πληγή»: ο Μωυσής φέρνει την καταιγίδα και το χαλάζι, την καταστροφή, ο Ιησούς κατασιγάζει την τρικυμία και φέρνει την γαλήνη - όσον αφορά την 8 η «πληγή» οι ακρίδες αφήνουν τους ανθρώπους χωρίς τροφή, ο Ιησούς τρέφει πέντε χιλιάδες.
Τέλος μια εξαιρετική τυπολογική ανάλυση, στα πλαίσια των θαυμάτων του Ιησού, την οποία ασπαζόμαστε πλήρως, έχουμε από το Χ. Καρακόλη, [xxi] ο οποίος σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «τα ιωάννεια σημεία πρέπει να κατανοηθούν με βάση τα «σημεία» της εξόδου και τις προφητικές συμβολικές ενέργειες. Υπό το πρίσμα των «σημείων» της εξόδου τα ιωάννεια σημεία αποτελούν θεοφάνειες, ενώ το νέο στοιχείο τους σε σχέση με τις προφητικές συμβολικές ενέργειες είναι η σχεδόν παντελής έλλειψη μελλοντικής προοπτικής, καθώς ο Ιησούς δεν προφητεύει για μελλοντικά γεγονότα, αλλά παραπέμπει στη ζωή, την οποία παρέχει ο ίδιος πλήρως στο παρόν». Ειδικότερα η ανάβαση του Ιησού στο όρος με τους μαθητές του (6,3) παραπέμπουν στη νομοδοσία στο Σινά και αποτελούν ένα ακόμη στοιχείο στην αντιπαραβολή Ιησού και Μωυσή. Τη σύγκριση του Ιησού με το Μωυσή τη βλέπουμε στο κεφάλαιο 6, τόσο στο θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων, το οποίο υπερβαίνει το μάννα της εξόδου, όσο και στην ομιλία περί του άρτου της ζωής, όπου ο Ιησούς διαφοροποιεί τη δωρεά και το πρόσωπό του απ? αυτό του Μωυσή («οι πατέρες ημών τό μάννα έφαγον εν τη ερήμω, καθώς έστιν γεγραμμένον, ?ρτον εκ του ουρανού έδωκεν αυτοίς φαγείν, είπεν ουν αυτοίς ο Ιησούς, Αμήν αμήν λέγω υμίν, ου Μωυσής δέδωκεν υμίν τον άρτον εκ του ουρανού, αλλ? ο πατήρ μου δίδωσιν υμίν τον άρτον εκ του ουρανού τον αληθινόν? ο γαρ άρτος του Θεού έστιν ο καταβαίνων εκ του ουρανού και ζωήν διδούς τω κόσμω. Είπον ουν προς αυτόν, Κύριε, πάντοτε δος ημίν τον άρτον τούτον. Είπεν αυτοίς ο Ιησούς, Εγώ είμι ο άρτος της ζωής? [xxii] ο ερχόμενος προς με ου μη πεινάση, και ο πιστεύων εις εμέ ου μη διψήσει πώποτε» Ιω. 6,32-35.49-51. Βλ. επίσης 7,19-23.9,28-33). Το μάννα του Μωυσή αποτελεί τύπο του αληθινού άρτου, τον οποίο παρέχει ο Ιησούς για την αιώνια ζωή του κόσμου. [xxiii]
Στα πλαίσια της κατανόησης του Ιησού από το λαό ως του εσχατολογικού-μωσαϊκού προφήτη, εκείνου δηλαδή του προφήτη που θα έχει δράση ανάλογη με το Μωυσή και θα αποτελεί φορέα της αποκάλυψης του Θεού πριν την έλευση των εσχάτων, απασχολεί τον Ευαγγελιστή Ιωάννη η αντιπαραβολή του Ιησού με το Μωυσή, καθώς ο τελευταίος υπήρξε ο ιδρυτής της θρησκείας του Ισραήλ. Ο Ιησούς εμφανίζεται στον Ιωάννη ως ο νέος Μωυσής, ο οποίος οδηγεί το λαό του Θεού οριστικά εκτός των δεσμών του θανάτου. [xxiv] Είναι αναγκαίο για τον Ιωάννη η σύγκριση του Ιησού με το Μωυσή, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσει να υπερτονίσει ότι ο Ιησούς είναι εκείνος ο οποίος αναμένεται να πραγματοποιήσει «σημεία» ανάλογα με αυτά της εξόδου. Κατά τον Ιωάννη ο Νόμος δόθηκε από το Μωυσή (1,1-18), ενώ η σωτηρία δόθηκε από τον Ιησού (1,17). Στη χριστολογία του Ιωάννη ο Χριστός είναι ζωή και φως του κόσμου («εν αυτώ ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων» Ιω. 1,4). [xxv] Ακόμη στη θαυμαστή μεταβολή του νερού σε κρασί κατά το γάμο στην Κανά (2,1-11), [xxvi] η αφθονία του κρασιού υπογραμμίζει συμβολικά τη σωτηριολογική «ανεπάρκεια» του Νόμου και την πληρότητα της δωρεάς του Ιησού και επομένως την ανωτερότητα του τελευταίου σε σύγκριση με το Μωυσή.
Το γεγονός ότι ο Ιωάννης χρησιμοποιεί τον όρο «σημεία» (Ιω. 2,11.8.23.3,2.4,48.54.6,2.14.26.30.7,31.9,1.6.10,41.11,47.12,18.37.20,30) για να χαρακτηρίσει τα θαύματα του Ιησού, αποτελεί σαφή ένδειξη για τη σύνδεση των θαυμάτων με την παράδοση της εξόδου, κατά την οποία οι θαυματουργικές επεμβάσεις του Θεού μέσω του Μωυσή χαρακτηρίζονται ως «σημεία και τέρατα» (΄Εξ. 7,3.9.11,9-10). [xxvii] Τα «σημεία» που τελεί ο Μωυσής αποκαλύπτουν τη σύνδεσή του με το Γιαχβέ. Ο Ιησούς αντίθετα παρουσιάζεται στο τέταρτο ευαγγέλιο, και αυτό πρέπει να τονισθεί ιδιαίτερα, όχι όπως ο Μωυσής στην έξοδο, απλώς ως ο «μεσίτης» του θελήματος του Θεού, αλλά ως ο ίδιος ο Θεός. Ακόμη ο πασχάλιος αμνός (1,29.36.19,36), η ύψωση του όφι στην έρημο (3,14) και το μάννα (6,31-32) αποτελούν βασικά γεγονότα τα οποία χρησιμοποιεί ο Ιωάννης για να κηρύξει το πρόσωπο και τη δωρεά του Ιησού, το φορέα της θείας δύναμης. Τα παραπάνω συνοψίζονται στα λόγια του Ιησού, ο οποίος προλέγοντας το σωτήριο Πάθος του, είπε κατά τη συνομιλία του με το Νικόδημο: «και καθώς Μωυσής ύψωσεν τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τον υιόν του ανθρώπου, ίνα πας ο πιστεύων εν αυτώ έχη ζωήν αιώνιον. Ούτως γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ? έχη ζωήν αιώνιον. Ου γαρ απέστειλεν ο Θεός τον υιόν εις τον κόσμον ίνα κρίνη τον κόσμον, αλλ? ίνα σωθή ο κόσμος δι? αυτού» (Λκ. 3,14-15).
Πράξεις Αποστόλων
Στα πλαίσια του λόγου του Στεφάνου προς τα μέλη του Συνεδρίου (Πρξ. 7,1-53) η παράδοση της εξόδου και ιδιαίτερα η προσωπικότητα του Μωυσή κατέχει κεντρική θέση. Σχετικά με το θέμα διαβάζουμε: « 30 Και πληρωθέντων ετών τεσσαράκοντα ώφθη αυτώ (Μωυσή) εν τη ερήμω του όρους Σινά άγγελος εν φλογί πυρός βάτου... 36 ούτος εξήγαγεν αυτούς ποιήσας τέρατα και σημεία εν γη Αιγύπτω και εν Ερυθρά Θαλάσση και εν τη ερήμω έτη τεσσαράκοντα. 37 Ούτος έστιν ο Μωυσής ο είπας τοις υιοίς Ισραήλ, Προφήτην υμίν αναστήσει ο Θεός εκ των αδελφών υμών ως εμέ...» (Πρξ. 7,30-37). Ο Στέφανος περιγράφει την ιστορία του Μωυσή (Πρξ. 7,20 εξ.), ως την εποχή που εκπληρώνεται η θεία επαγγελία στον Αβραάμ και είναι σαφής η τυπολογία που αναπτύσσεται ανάμεσα στο Μωυσή και τον Ιησού. Οι στίχοι 30-34 περιγράφουν σε ελεύθερη απόδοση το τμήμα Έξ. 3,1-10, την κλήση και την αποστολή του Μωυσή από το Γιαχβέ. Στη συνέχεια ο Στέφανος σε ακριβή παράθεση του χωρίου Έξ. 3,7 εξ. 10, διηγείται την αποστολή του Μωυσή στην Αίγυπτο, ακούγοντας το θέλημα του Γιαχβέ, για να ελευθερώσει το λαό Ισραήλ. Με το στίχο 35 ο Στέφανος εξαίρει το πρόσωπο του Μωυσή και με το στίχο αυτό αρχίζει ουσιαστικά η τυπολογία Μωυσής-Ιησούς. Ο Μωυσής και ο Ιησούς, οι δύο απεσταλμένοι του Θεού, απορρίπτονται από τους Ιουδαίους. Στους στίχους 36-38 απαριθμούνται οι λυτρωτικές πράξεις του Μωυσή προς το λαό του. Πρώτα αναφέρεται η έξοδος του λαού από το Μωυσή, ο οποίος έκανε θαυμαστά «σημεία και τέρατα». Έπειτα αναφέρεται η μεσσιανική επαγγελία, την οποία εξήγγειλε ο Μωυσής στο λαό Ισραήλ σχετικά με την ανάσταση από τις τάξεις των αδελφών, του εσχατολογικού-μωσαϊκού προφήτη, δηλαδή του Ιησού. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Στέφανος θεωρούσε το Χριστό ως τον προαναγγελμένο από το Μωυσή προφήτη. Ειδικά για το θέμα αυτό ιδιαίτερη σημασία έχουν και οι στίχοι 3,22-23: «Μωυσής μεν είπεν ότι Προφήτην υμίν αναστήσει κύριος ο Θεός υμών εκ των αδελφών υμών...». Η μαρτυρία αυτή του Μωυσή για την ανάσταση του προφήτη είναι ειλημένη από το Δευτερονόμιο 18,15.18, όπου αναφέρεται: «προφήτην εκ των αδελφών σου ως εμέ αναστήσει σοι Κύριος ο Θεός σου, αυτού ακούσεσθε κατά πάντα, όσα ητήσω παρά Κυρίου του Θεού σου εν Χωρήβ». Τέλος στο στίχο 7,38 των Πράξεων ο Στέφανος προβάλλει το Μωυσή, ο οποίος στάθηκε στο μέσο της σύναξης («εκκλησία») [xxviii] του λαού στην έρημο μαζί με τον άγγελο του Θεού και τους πατέρες του Ισραήλ. Δέχθηκε από το Θεό «λόγια ζώντα» για να τα παραδώσει σε ολόκληρο το λαό. [xxix]
Μετά την ιεραποστολή στην Κύπρο ο Παύλος στη σαββατική ομιλία του («λόγος παρακλήσεως») στη συναγωγή της Αντιόχειας της Πισιδίας (13,14-52) αναφέρει: «αναστάς δε Παύλος και κατασείσας τη χειρί είπεν ?νδρες Ισραηλίται και οι φοβούμενοι τον Θεόν, ακούσατε, ο Θεός του λαού τούτου Ισραήλ εξελέξατο τούς πατέρας ημών, και τον λαόν ύψωσεν εν τη παροικία εν γη Αιγύπτου, και μετά βραχίονος υψηλού εξήγαγεν αυτούς εξ αυτής, και ως τεσσαρακονταετή χρόνον ετροποφόρησεν αυτούς εν τη ερήμω, και καθελών έθνη επτά εν γη Χαναάν κατεκληρονόμησεν την γην αυτών ως έτεσιν τετρακοσίοις και πεντήκοντα» (Πρξ. 13,16-19). Ως ελληνιστής ρήτορας ο Παύλος («αναστάς δε Παύλος και κατασείσας τη χειρί...») ομιλεί με στερεότυπες εκφράσεις ειλημμένες από την Π. Διαθήκη. Η απαρίθμηση των λυτρωτικών ενεργειών του Θεού προς τον Ισραήλ, που επακολουθούν, ως προϊστορία του Μεσσία, αναφέρεται σε τρία σημεία: την ιστορική ανάδειξη του Ισραήλ σε λαό του Θεού (παραμονή στην Αίγυπτο), την υπόσχεση για την κατοχή της γης Χαναάν (η 40ής περιπλάνηση) και την εποχή της θεοκρατίας (βασιλεία του Σαούλ και του Δαβίδ). Και τα τρία στάδια προϋποθέτουν τη σωτηριολογική βούληση του Θεού. Έτσι ο Θεός του Ισραήλ εξέλεξε τους Πατριάρχες φορείς της χάριτος αυτού. Στο κείμενο αναγνωρίζεται ακόμη η δύναμη και η προστασία του Θεού, ο οποίος με το βραχίονά του προστάτευε και υπεράσπιζε τους Ισραηλίτες κατά την έξοδο απο την Αίγυπτο και αργότερα σε όλη την ιστορική του πορεία.. Και μετά την έξοδο ο Θεός επεμβαίνει και καθορίζει την τύχη του λαού του. «Τροποφορεί» το λαό του στην πορεία μέσα στην έρημο και τον συμπαρίσταται στους αγώνες του για την εγκατάστασή του στη γη Χαναάν. Έτσι οι έννοιες της «εκλογής», της «τροποφορίας» και της «θεοκρατίας» αποτελούν βασικά στοιχεία στη θεολογία του Παύλου για την ερμηνεία της προϊστορίας της θείας οικονομίας, που θα τον οδηγήσει στην τελική φάση της, στον Ιησού Χριστό. [xxx]
Επιστολές του Αποστόλου Παύλου
Η παράδοση της εξόδου, με ιδιαίτερες εσχατολογικές διαστάσεις, απαντά και στον Απόστολο Παύλο. Στην Α/ προς Κορινθίους Επιστολή (10,1 εξ.) ο Απ. Παύλος ομιλεί για την πορεία της Εκκλησίας μέχρι την Παρουσία στο υπόβαθρο της εικόνας της εξόδου και της πορείας του λαού του Θεού στην έρημο. Σ? αυτή την Επιστολή, αλλά και στην προς Εβραίους που ακολουθεί, έχουμε ιδιαίτερο τονισμό της τυπολογικής ερμηνείας της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. [xxxi]
Στους στίχους Α/ Κορ. 10,1-6 διαγράφεται η φροντίδα του Θεού προς όλο το λαό. Οι Ισραηλίτες κατά την έξοδο «πάντες υπό την νεφέλην ήσαν και πάντες δια της θαλάσσης διήλθον, και πάντες εις τον Μωυσήν εβαπτίσαντο εν τη νεφέλη και εν τη θαλάσση, και πάντες το αυτό πνευματικόν βρώμα έφαγον, και πάντες το αυτό πνευματικόν έπιον πόμα έπινον γαρ εκ πνευματικής ακολουθούσης πέτρας η πέτρα δε ην ο Χριστός· [xxxii] αλλ? ουκ εν τοις πλείοσιν αυτών ευδόκησεν ο Θεός, κατεστρώθησαν γαρ εν τη ερήμω· ταύτα δε τύποι ημών εγενήθησαν...». Στους στίχους αυτούς ο Παύλος υποστηρίζει πως ό,τι συνέβη με τον παλαιό Ισραήλ στην έρημο και στις σχέσεις του με το Θεό, θα μπορούσε να συμβεί και με τον νέο Ισραήλ στην Κόρινθο. Ο παλαιός Ισραήλ παρουσιάζεται εδώ σαν να έχει περάσει ένα είδος μύησης. Ο Μωυσής είναι ο Μεσσίας της πρώτης εξόδου, όπως ο Ιησούς είναι της δεύτερης. Οι Ισραηλίτες δεν πέρασαν μόνο από ένα είδος μυστηριακού βαπτίσματος, αλλά γεύτηκαν και ένα είδος ευχαριστίας στην έρημο. [xxxiii] Το βάπτισμα «εν τη νεφέλη και εν τη θαλάσση» είναι προτύπωση του χριστιανικού βαπτίσματος. [xxxiv] Το πνευματικό «βρώμα», η πνευματική τροφή είναι το μάννα για το οποίο μίλησε ο Ιησούς. Το «βρώμα» εκείνο είναι η προτύπωση της θείας Ευχαριστίας. [xxxv] Σωτηριολογικά εξεταζόμενες οι δύο προτυπώσεις, είναι ο τύπος δύο βασικών μυστηρίων της θείας οικονομίας, της «νέας εξόδου». Πρόκειται για τα μυστήρια του Βαπτίσματος και της θείας Ευχαριστίας. Το «πνευματικό πόμα» είναι το «ύδωρ το ζων», το οποίο δίνει την αιώνια ζωή. [xxxvi]
Ανάλογες σκέψεις, με αφορμή την παράδοση της εξόδου, μπορούμε να κάνουμε και στην Α/ Κορ. 5,6-8: «Ου καλόν το καύχημα υμών, ουκ οίδατε ότι μικρά ζύμη όλον το φύραμα ζυμοί; εκκαθάρατε την παλαιάν ζύμην, ίνα ήτε νέον φύραμα, καθώς έστε άζυμοι· και γαρ το πάσχα ημών ετύθη Χριστός ώστε εορτάζωμεν, μη εν ζύμη παλαιά μηδέ εν ζύμη κακίας και πονηρίας, αλλ? εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας». Σύμφωνα με τους παραπάνω στίχους οι χριστιανοί είναι οι κληρονόμοι της εξόδου. Είναι το « νέο φύραμα ». Η εν Χριστώ νέα έξοδος, « το Πάσχα ημών », δεν έχει πια σχέση με τον πασχάλιο αμνό της παλαιάς εξόδου. Η παλαιά έξοδος και ο Μωυσής ανήκουν στο χθές. Ο Ιησούς, « το Πάσχα ημών », είναι το μέλλον, το έσχατο. [xxxvii]
Ένα άλλο κείμενο που θα πρέπει να εξετάσουμε είναι το Β/ Κορ. 3,7-18. Η παραπάνω περικοπή σχετίζεται με την παράδοση για το Σινά (Έξ. κεφ. 34) και ιδιαίτερα με το κάλυμμα και τη δόξα του Μωυσή. Ο Απ. Παύλος θέλει να τονίσει πως αν θα μπορούσε να συγκριθεί η διακονία του με κάποια διακονία, αυτή θα ήταν η διακονία της αυθεντίας του Μωυσή. Η διακονία του Μωυσή έχει δόξα, αφού ο «μεσίτης» Μωυσής κατεβαίνοντας από το Σινά είναι δοξασμένος· έτσι και η διακονία του Παύλου έχει δόξα, τη διακονία του Πνεύματος. [xxxviii] Ακόμη ο Παύλος είναι ο «υπηρέτης» της νέας Διαθήκης. Είναι αυτός που θα φανερώσει τη δόξα του Θεού στο πρόσωπο του Χριστού. [xxxix]
Και στην προς Εβραίους Επιστολή η παράδοση της εξόδου κατέχει κεντρική θέση. Ο συγγραφέας της Επιστολής συμμερίζεται την αντίληψη ότι η Π. Διαθήκη εξαγγέλλει το θέλημα του Θεού, το οποίο ο ίδιος ελάλησε δια μέσου των προφητών «πολυμερώς και πολυτρόπως» στους Πατέρες του Ισραήλ (1,1) και επομένως είναι η αυθεντική του αποκάλυψη. [xl] Δύο είναι τα βασικά θέματα της Επιστολής: η έξαρση της υπεροχής του χριστιανισμού έναντι του ιουδαϊσμού και η προτροπή να αντλήσουν δύναμη οι χριστιανοί από τα πάθη του Χριστού. [xli] Ειδικότερα το υπόβαθρο της ενότητας 3,1-19 πρέπει να αναζητηθεί στην ανάμνηση της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. [xlii] Ανακαλούνται στη μνήμη γεγονότα από τη ζωή του λαού Ισραήλ, η δε θεώρηση των γεγονότων της πορείας στην έρημο γίνεται υπό το πρίσμα μιας νέας πίστης. Πρόκειται για την πίστη στον Ιησού Χριστό, ο οποίος οδηγεί το νέο λαό του Θεού, προς νέα κατάπαυση υπό την αρχηγία του. [xliii] Ο Μωυσής προσεύχονταν για τη συμφιλίωση του λαού του με το Θεό, καθ? όμοιο τρόπο όπως ο Χριστός προσεύχονταν με κραυγή και δάκρυα [xliv] για τη λύτρωση των ανθρώπων, όταν ζούσε επί της γης, και «πάντοτε ζων εις το εντυγχάνειν υπέρ αυτών» (Εβρ. 7,25). Ο Μωυσής οδήγησε το λαό του μέσα από την έρημο, σύμφωνα με τη βούληση του Θεού, ο Χριστός τώρα μεταφέρει το μήνυμα του Πατρός του. [xlv] Για το θέμα που εξετάζουμε, οι στίχοι 3,1-8 παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον: «Όθεν, αδελφοί άγιοι, κλήσεως επουρανίου μέτοχοι, κατανοήσατε τον απόστολον και αρχιερέα της ομολογίας ημών Ιησούν, πιστόν όντα τω ποιήσαντι αυτόν ως και Μωυσής εν όλω τω οίκω αυτού. Πλείονος γαρ ούτος δόξης παρά Μωυσήν ηξίωται καθ? όσον πλείονα τιμήν έχει του οίκου ο κατασκευάσας αυτόν. Πας γαρ οίκος κατασκευάζεται υπό τινος, ο δε πάντα κατασκευάσας Θεός. Και Μωυσής μεν πιστός εν όλω τω οίκω αυτού ως θεράπων εις μαρτύριον των λαληθησομένων, Χριστός δε ως υιός επί τον οίκον αυτού ου οίκος έσμεν ημείς, εάν την παρρησίαν και το καύχημα της ελπίδος κατάσχωμεν. Διό, καθώς λέγει το πνεύμα το άγιον, Σήμερον εάν της φωνής αυτού ακούσητε, μη σκληρύνητε τας καρδίας υμών ως εν τω παραπικρασμώ, κατά την ημέραν του πειρασμού εν τη ερήμω, ου επείρασαν οι πατέρες υμών εν δοκιμασία και είδον τα έργα μου τεσσαράκοντα έτη (Πρβλ. Ψαλμ. 94,7-11). [xlvi]
Η περικοπή Εβρ. 3,1-8 ανήκει σε μια ευρύτερη ενότητα Εβρ. 3,1-4,13, η οποία παρουσιάζει αυτοτέλεια και χαρακτηριστική διάρθρωση: πρόλογο (3,1-6), κύριο θέμα (3,7-4,11) και επίλογο (4,12-13). [xlvii] Στον πρόλογο, που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα, ο Ιησούς εξετάζεται σε παραλληλισμό προς το Μωυσή, τόσο συνθετικά, όσο και αντιθετικά. Βάση του συνθετικού παραλληλισμού αποτελεί ο στίχος 3,2, ο οποίος χαρακτηρίζει τον Ιησού «πιστόν όντα τω ποιήσαντι αυτόν ως και Μωυσής εν όλω τω οίκω αυτού». Από τη διαπίστωση αυτή προχωρά η περικοπή στην έξαρση του Ιησού, κατ? αντιθετικό παραλληλισμό. Ο Ιησούς και ο Μωυσής δεν έχουν το ισότιμο. Η δόξα του Ιησού είναι υπέρτερη σε σχέση με το Μωυσή. Η υπεροχή αυτή δηλώνεται με τις εκφράσεις «υιός του Θεού» (Ιησούς) και «θεράπων» (Μωυσής). [xlviii]
Πιο συγκεκριμένα στην ενότητά μας έχουμε τη σύγκριση του σαρκωθέντος Υιού του Θεού προς τους αγγέλους και την υπογράμμιση της υπεροχής του προς τα πρόσωπα της ιστορίας της πρώτης περιόδου της θείας Οικονομίας [Μωυσής (3,2), Ιησούς του Ναυή (4,8], προς εκείνα τα πρόσωπα δηλαδή που διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο στην εγκαθίδρυση των θείων θεσμών. Η πιστότητα του Ιησού αντιπαραβάλλεται με εκείνη του Μωυσή, ο οποίος κατά το Αριθ. 12,7 «ο θεράπων [xlix] μου Μωυσής εν όλω τω οίκω πιστός έστι». Ο Ιησούς υπήρξε ως «απόστολος [l] και αρχιερέας της ομολογίας ημών» άξιος της εμπιστοσύνης του Θεού-Πατρός, όπως άξιος της εμπιστοσύνης του Θεού υπήρξε ο Μωυσής « εν όλω τω οίκω αυτού ». Δηλαδή ο Μωυσής δεν τοποθετήθηκε από το Θεό σε συγκεκριμένο μόνο τομέα του όλου έργου της θείας οικονομίας και με μια μόνο ιδιότητα, όπως οι άλλοι απεσταλμένοι του Θεού, αλλά σε όλη την έκταση αυτού του έργου, ως γενικός «διαχειριστής» της όλης προς τον Ισραήλ οικονομίας του Θεού, της οποίας υπήρξε ο ιδρυτής και μεσίτης. [li] Με τους συγκριτικούς βαθμούς «πλείονος... πλείονα» τονίζεται η διάθεση του συγγραφέα να υπογραμμίσει την υπεροχή της δόξας του Ιησού έναντι εκείνης του Μωυσή. Η διαφορά δηλαδή μεταξύ Χριστού και Μωυσή δεν είναι ηθική, αλλά οντολογική. Το γεγονός ότι ο Χριστός αξιώθηκε παρά του Θεού «πλείονος δόξης» σε σύγκριση με το Μωυσή, δεν οφείλεται στο ότι ο Χριστός επέδειξε μεγαλύτερη πιστότητα από ό,τι ο Μωυσής, αλλά στο γεγονός ότι ο Χριστός είναι υπέρτερος του Μωυσή, ως ο Υιός του Θεού, έναντι του «θεράποντος» Μωυσή. Στην περίπτωση, μάλιστα, του Μωυσή η πιστότητα περιορίζεται στα όρια του Ισραήλ και μόνο, ενώ του Ιησού δεν περιορίζεται σε εθνικά όρια. Είναι οικουμενική και διαχρονική. Έργο και σκοπός του Μωυσή ήταν η εξαγωγή του λαού Ισραήλ από την Αίγυπτο και η τελική κατάπαυσή [lii] του στη γη της Επαγγελίας. Αλλά ενώ η τελική κατάπαυση του λαού στη γη της Επαγγελίας δεν επιτεύχθηκε, ούτε και ο Μωυσής εισήλθε σ? αυτήν, λόγω της απιστίας του προς το Θεό, οι χριστιανοί προτρέπονται να μείνουν «μέχρι τέλους» (3,14) πιστοί στο Χριστό, για να εισέλθουν στην κατάπαυση αυτού, στην οποία ο ίδιος έχει ήδη εισέλθει. Ο παραλληλισμός του Μωυσή και του Χριστού γίνεται στα πλαίσια του παραλληλισμού των δύο περιόδων της θείας Οικονομίας και των αντιστοίχων Διαθηκών, ώστε ο Μωυσής να τυγχάνει «τύπος» του Χριστού, ο δε Χριστός πληρωτής του Μωυσή. [liii]

           
Καθολικές Επιστολές - Α/ Πέτρου
Μνεία της παράδοσης της εξόδου, έστω και σποραδική, έχουμε και στην Καθολική Επιστολή Α/ Πέτρου. Στην ενότητα με τις παραινέσεις και τις προτροπές προς τους πιστούς, ώστε αυτοί να συμπεριφέρονται σύμφωνα με τις αρχές της πίστης (1,13-2,10), ο συγγραφέας της Επιστολής αναφέρει: «Διό αναζωσάμενοι τας οσφύας της διανοίας υμών, νήφοντες, τελείως ελπίσατε επί την φερομένην υμίν χάριν εν αποκαλύψει Ιησού Χριστού, ως τέκνα υπακοής» (1,13-14). Η έκφραση «αναζωσάμενοι τας οσφύας» θυμίζει την έξοδο από την Αίγυπτο («αι οσφύες υμών περιεζωσμέναι, και τα υποδήματα εν τοις ποσίν υμών, και αι βακτηρίαι εν ταις χερσίν υμών 12,11), μια πορεία μέσα σε δύσκολες συνθήκες. Στο στίχο μας, που έχει ιδιαίτερη εσχατολογική προοπτική, η πορεία των χριστιανών είναι μια πορεία συνεχούς προετοιμασίας και δράσης με επαγρύπνηση, ώστε να μην υποκύψουν σε πειρασμούς και να είναι έτσι έτοιμοι για την ημέρα της Παρουσίας. [liv]
Σε ένα άλλο σημείο της Επιστολής ο συγγραφέας θέλοντας να μεταφέρει τους «τίτλους τιμής» του παλαιού Ισραήλ στην Εκκλησία, τον νέο Ισραήλ, αναφέρει: «Υμείς δε γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον, λαός εις περιποίησιν, όπως τας αρετάς εξαγγείλητε του εκ σκότους υμάς καλέσαντος εις το θαυμαστόν αυτού φως...» (2,9). Οι στίχοι της Α/ Πέτρου βασίζονται στην εκκλησιολογία της Π.Δ., η οποία αποτυπώνεται ιδιαίτερα στο Έξ. 19,5-6, από τα πιο βασικά κείμενα της παράδοσης της εξόδου: «και νυν εάν ακοή ακούσητε της εμής φωνής και φυλάξητε την διαθήκην μου, έσεσθέ μοι λαός περιούσιος από πάντων των εθνών· εμή γαρ έστιν πάσα η γη· υμείς δε έσεσθέ μοι βασίλειον ιεράτευμα και έθνος άγιον· ταύτα τα ρήματα ερείς τοις υιοίς» (Έξ. 19,5-6. Βλ. και Έξ. 23,22. Ησ. 43,20-21). O χαρακτηρισμός των χριστιανών ως «βασίλειον ιεράτευμα» δηλώνει τη μετοχή τους στο βασιλικό και αρχιερατικό αξίωμα του Χριστού. Οι χριστιανοί αποτελούν ένα πραγματικό «βασιλικό οίκο» και αυτός είναι ο οίκος του Θεού, του βασιλιά, που οι χριστιανοί τον λατρεύουν πνευματικά και αληθινά. Με την έκφραση «έθνος άγιον» υποδηλώνεται η ιδέα της εκλογής, βασικός θεολογικός όρος της παράδοσης της εξόδου (Έξ. 19,6.23,22) και της θεολογίας της Π.Δ. Ο συγγραφέας αποδίδοντας την έκφραση στους χριστιανούς της Μ. Ασίας, οι οποίοι ζούσαν ανάμεσα σε ειδωλολατρικούς λαούς, τους διακρίνει σαφώς από τους υπολοίπους λαούς, διότι οι χριστιανοί είναι οι εκλεκτοί του Θεού. [lv]
Αποκάλυψη του Ιωάννη
Ευθύς εξαρχής μπορούμε να σημειώσουμε τις γενικές παραλληλίες που υπάρχουν ανάμεσα στο Έξ. κεφ. 24 και Αποκ. κεφ. 4-5. Αυτή η παράλληλη αντιστοιχία, κατά τον Σ. Δεσπότη, [lvi] γίνεται εμφανής εάν ληφθεί υπόψη η γενικότερη παραλληλότητα των κεφαλαίων Αποκ. 1-5 με τα Έξ. 19-24. Το πρώτο κεφάλαιο της Αποκάλυψης με την εμφάνιση του Ιησού Χριστού αντιστοιχεί στο δέκατο ένατο κεφάλαιο της Εξόδου, όπου έχουμε τηγ Θεοφάνεια στο Σινά. Και στις δύο περιπτώσεις γίνεται λόγος για το «βασίλειο ιεράτευμα», το λαό του Θεού (Αποκ. 1,6 ? Έξ. 19,6). Οι οδηγίες του Ιησού προς τις Εκκλησίες στα κεφάλαια 2-3, αντιστοιχούν στις νομικές διατάξεις των κεφαλαίων 20-23 της Εξόδου. Όπως στο Έξ. 24 η Διαθήκη επισφραγίζεται με το γεύμα στους 70 πρεσβυτέρους ενώπιον του Θεού (στχ. 1-2.9-11) και την κένωση του αίματος (στχ. 3-8.12-15 α ), έτσι και η Διαθήκη του αναστάντος Ιησού επισφραγίζεται με την κοινωνία των 24 πρεσβυτέρων με το Αρνίον και την κένωση του αίματος του ιδίου του Αρνίου (Αποκ. 5,9β).
Ειδικότερα τα γεγονότα της εξόδου, και μάλιστα η θυσία του πασχάλιου αμνού και η Ωδή του Μωυσή μετά τη διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας, αποτελούν βασικό πεδίο σκέψης για το έσχατο στην Αποκάλυψη του Ιωάννη. «Και είδον άλλο σημείον εν τω ουρανώ μέγα και θαυμαστόν, αγγέλους επτά έχοντας πληγάς [lvii] επτά τας εσχάτας, ότι εν αυταίς ετελέσθη ο θυμός του Θεού. Και είδον ως θάλασσαν υαλίνην [lviii] μεμιγμένην πυρί, και τους νικώντας εκ του θηρίου και εκ της εικόνος αυτού και εκ του αριθμού του ονόματος αυτού εστώτας επί την θάλασσαν την υαλίνην, έχοντας κιθάρας του Θεού και άδουσιν την ωδήν Μωυσέως του δούλου του Θεού και την ωδήν του αρνίου λέγοντες, Μεγάλα και θαυμαστά τα έργα σου, Κύριε ο Θεός ο παντοκράτωρ...» (15,1-4). Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι οι επικείμενες «πληγές» [lix] που αποτελούν το βασικό θέμα του κειμένου μας, μας φέρουν στο νού μας τις «πληγές» του Φαραώ, μόνο που τώρα είναι επτά, ίσως, για να εναρμονισθούν με το επταδικό σχήμα που χαρακτηρίζει το βιβλίο της Αποκάλυψης. Μια εξαιρετική τυπολογική ανάλυση έχουμε από τον π. Ι. Σκιαδαρέση, [lx] ο οποίος σημειώνει «ότι υπάρχει αδιαμφισβήτητη παραλληλότητα ανάμεσα στο κείμενο της Αποκάλυψης (15,1 εξ.) και στα επιμέρους γεγονότα της παράδοσης της Εξόδου. Πιο συγκεκριμένα: το θηρίο, η «μεμιγμένη πυρί» θάλασσα, οι νικητές «εκ του θηρίου», οι «κιθάρες του Θεού», το αρνίον και η ωδή των νικητών, μπορούν να αντιστοιχιθούν, κατά σειρά, με τους Αιγυπτίους και τους μηχανισμούς εξόντωσης των Ισραηλιτών, την Ερυθρά Θάλασσα, τους ελευθερωθέντες Ισραηλίτες, το Μωυσή και την ευχαριστήρια ωδή που ανέπεμψαν προς το Θεό αμέσως μετά τη διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας». Σχηματικά κατά τον π. Ι. Σκιαδαρέση η παραπάνω παραλληλότητα παρίσταται ως εξής:

Αποκάλυψη Ιωάννη
1. Το θηρίο και οι μηχανισμοί επιβολής του στους πιστούς («εικόνα», «όνομα») (Αποκ. 15,2)
2. Η θάλασσα η «μεμιγμένη πυρί» (Αποκ. 15,2)
3. «οι νικώντες εκ του θηρίου» (Αποκ. 15,2)
4. «έχοντας κιθάρας του Θεού» (Αποκ. 15,3)
5. «και άδουσιν την ωδήν Μωυσέως του δούλου του Θεού και την ωδήν του αρνίου λέγοντες» (Αποκ. 15,3)
Έξοδος
1. Ο Φαραώ και οι μηχανισμοί εξόντωσης του λαού Ισραήλ (Έξ. 1,10.11.13.14.16.22.5,5-18)
2. Η Ερυθρά Θάλασσα (Έξ. 14,9. Εξ. 15,2.4.19)
3. Οι Ισραηλίτες λυτρώθηκαν από τη δουλεία των Αιγυπτίων (Έξ. 14,30)
4. «μετά τυμπάνων» (Έξ. 15,20)
5. «Τότε ήσε Μωυσής και οι υιοί Ισραήλ την ωδήν ταύτην τω Θεώ και είπαν λέγοντες» (Έξ. 15,1)

Πάνω στην παράδοξη αυτή ουράνια φλεγόμενη θάλασσα (μνεία της Ερυθράς Θάλασσας και της Θεοφάνειας) [lxi] είδε ο προφήτης τους μάρτυρες να τραγουδούν και να πανηγυρίζουν τη νίκη τους. Αυτή η νίκη είναι η διαφυγή από τον κίνδυνο του θηρίου, όπως η Ωδή του Μωυσή (Έξ. 15,1) ήταν η επινίκεια ωδή για τη διαφυγή του Ισραήλ από τη δουλεία της Αιγύπτου. [lxii] Αναγνωρίζει κανείς στο θηρίο το Φαραώ, που καταστράφηκε από το νερό της κρίσης, ενώ οι δούλοι του Θεού, νικητές, βρίσκονται στην άλλη όχθη, έχοντας νικήσει το θάνατο. [lxiii] O πασχάλιος αμνός κατά την έξοδο είχε σχέση με τη διάσωση των Ισραηλιτών και μόνο. Το «εσφαγμένο αρνίον», αντίθετα, παρέχει σωτηρία σε όλους τους ανθρώπους (Αποκ. 7,10.14). Με τη χρήση του χριστολογικού τίτλου «Αρνίον», στον οποίο συμπυκνώνεται η ταπείνωση, το πάθος, η σταυρική θυσία, υπογραμμίζεται η υπεροχή του Χριστού έναντι του Μωυσή, ο οποίος και χαρακτηρίζεται ως «δούλος του Θεού» (Αποκ. 15,3). Ο Οικουμένιος [lxiv] υπομνηματίζει το χωρίο της Αποκάλυψης (15,1-4) και αναφερόμενος στα δύο παράλληλα γεγονότα επισημαίνει τόσο τη δύναμη όσο και τη δικαιοσύνη του Κυρίου, που δοξολογείται από τους πιστούς. Γράφει χαρακτηριστικά: «αι κιθάραι, ως πολλάκις είρηται, την εύηχον Θεώ των αγίων ωδήν αινίττεται και άδουσι, φησί, την ωδήν Μωυσέως εκείνην πάντως, ην ήσε καταποντισθέντος πανστρατιά του Φαραώ, άσωμεν ειπών τω Κυρίω, ενδόξως γαρ δεδόξασται · ίππον και αναβάτην έρριψεν εις θάλασσαν... Και την ωδήν, φησί, του αρνίου, την αρμοδίαν τουτέστιν εις τον Κύριον και εις την αυτού κατά των ασεβών δικαιοκρισίαν · τοιγαρούν θαυμάζουσι του Κυρίου την αλήθειαν και την δικαιοσύνην...».
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και το κείμενο Αποκ. 16,1 εξ., όπου το κύριο θέμα είναι η έκχυση των επτά φιαλών του θεϊκού θυμού και τα δεινά («πληγές») που αυτές προκαλούν. [lxv] Και εδώ η τυπολογική αναλογία προς την παράδοση της εξόδου είναι προφανής. Σύμφωνα με το κείμενο της Αποκάλυψης η πρώτη φιάλη χύνεται στη γη και το περιεχόμενό της προκαλεί «έλκος κακόν και πονηρόν» (Αποκ. 16,2) στους ανθρώπους που έχουν το χάραγμα του θηρίου και προσκυνούν την εικόνα του. Η πρώτη αυτή «πληγή» αντιστοιχεί προς την έκτη αιγυπτιακή, κατά την οποία επίσης προκλήθηκαν «έλκη, φλυκτίδες αναζέουσαι εν τοις ανθρώποις και εν τοις τετράποσι» (Έξ. 9,8-11). Η δεύτερη φιάλη (Αποκ. 16,3) αδειάζεται στη θάλασσα και μετατρέπει το νερό σε αίμα, νεκρώνοντας έτσι κάθε ζωντανό οργανισμό. Η «πληγή» αυτή αντιστοιχεί προς την πρώτη αιγυπτιακή (Έξ. 7,20.21). Η τρίτη (Αποκ. 16,4) χύνεται στους ποταμούς και τις πηγές, μετατρέποντας τα νερά τους σε αίμα. Η «πληγή» αυτή, αντιστοιχεί στην πρώτη αιγυπτιακή (Έξ. 7,20.21). [lxvi]
Εκτός από το θέμα των «πληγών» η Τρίτη επιστολή προς την εκκλησία της Περγάμου κατακλείεται με την ακόλουθη υπόσχεση προς το νικητή: «Τω νικώντι δώσω αυτώ του μάννα του κεκρυμμένου...». Τό μάννα το κεκρυμμένο θυμίζει τη διήγηση της Εξόδου (16,11-15.33-34) κατά την οποία οι Ισραηλίτες με εντολή του Μωυσή γέμισαν με μάννα μια χρυσή στάμνα, την οποία τοποθέτησαν στην Κιβωτό της Διαθήκης «εις διατήρησιν εις τας γενεάς υμών» (Έξ. 16,33). Σύμφωνα με μεταγενέστερο ραββινικό θρύλο ο Ιερεμίας κατά την καταστροφή του Ναού τόν 6 ο αιώνα έκρυψε τη στάμνα σε σπηλιά του όρους Σινά. Κατά τους μεσσιανικούς χρόνους ο Ιερεμίας θα επιστρέψει για να φανερώσει το κρυμμένο μάννα, γεγονός που, κατά τις ιουδαϊκές αντιλήψεις, σημαίνει μετοχή στα αγαθά της μεσσιανικής εποχής. [lxvii]
E ίναι προφανές, λοιπόν, από τα παραπάνω, ότι ο συγγραφέας της Αποκάλυψης επεξεργάζεται, σε γενικές γραμμές, το γνωστό παραδοσιακό σχήμα των «πληγών» και των θαυμάτων που έχει τις ρίζες του στην παράδοση της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Η παραδεδομένη παλαιοδιαθηκική παράδοση αποτυπώθηκε έντονα στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, ο οποίος χρησιμοποίησε έντεχνα τις διηγήσεις της εξόδου σε σχέση με τα εσχατολογικά γεγονότα και το λυτρωτικό έργο του Μεσσία-Αρνίου.

[i] Ο όρος «τύπος» χαρακτηρίζει την εσωτερική υφή των γεγονότων, προσώπων, διηγήσεων της Π. Διαθήκης και την έσχατη αναφορά τους σε πνευματικές καταστάσεις της Κ. Διαθήκης. Χαρακτηριστικά ο Ν. Ματσούκας, Ορθοδοξία και Αίρεση κατά τους εκκλησιαστικούς ιστορικούς του τέταρτου, πέμπτου και έκτου αιώνα, Θεσσαλονίκη 1981, 37-39, σημειώνει: «Ο τύπος της ιστορίας του Ισραήλ είναι το σκαρί, πάνω στο οποίο οικοδομείται η ιστορία της φανέρωσης του αρχιερέα, βασιλιά και προφήτη Χριστού. Κατά συνέπεια οι ιερείς, οι βασιλείς και οι προφήτες του Ισραήλ έχουν μια και μοναδική αναφορά, που δεν είναι άλλη παρά μόνο ο αληθινός Χριστός. Κανείς απ? αυτούς δεν είχε τόσο μεγάλη δύναμη «ένθεης αρετής», όση κατείχε ο σαρκωμένος Λόγος... Η τυπολογία συνδέει ιστορικά γεγονότα μεταξύ τους και επισημαίνει το δυναμικό προχώρημα έτσι που να συντελείται η ολοκλήρωση μιας αρχικής πραγματικότητας. Η τυπολογία δεν περιγράφει καμιά επανάληψη ίδιων γεγονότων, ούτε δέχεται την κυκλική φορά των πραγμάτων. Τύπος και αλήθεια ανήκουν στη μια ενιαία και δυναμική πορεία προς την ολοκλήρωση της ιστορίας της θείας οικονομίας». Βλ. επίσης Ι. Παναγόπουλου, Η ερμηνεία της Αγίας Γραφής στην Εκκλησία των Πατέρων. Οι τρεις πρώτοι αιώνες και η αλεξανδρινή εξηγητική παράδοση ως τον πέμπτο αιώνα, τ. Α/, Αθήνα 1991, 123 εξ., 228 εξ., 268 εξ., 413 και Z . Hamar , «Χάρις πιο αμετακίνητη και από τα βουνά. Μια μεταφραστική, λογοτεχνική, εννοιολογική και ερμηνευτική προσέγγιση των στίχων Ησ. 54,9-10» ΔΒΜ 18 (1999), 62 εξ.
[ii] Βλ. Ι. Καραβιδόπουλου, Τό κατά Μάρκον Ευαγγέλιο, ΕΚΔ 2, Θεσσαλονίκη 1988, 68.289.
[iii] Η Μεταμόρφωση στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο και στις επιστολές του Παύλου, W iesbaden 2000, 22.23.
[iv] Βλ. Σ. Δεσπότη, ό.π.
[v] Βλ. και Ωσηέ 11,1: «Διότι νήπιος Ισραήλ, και εγώ ηγάπησα αυτόν και εξ Αιγύπτου μετεκάλεσα τα τέκνα αυτού» . Ειδικότερα αν συγκρίνει κανείς τη μαρτυρία που δίνει το χωρίο Ωσηέ 11,1 σε σχέση με το Ωσηέ 11,1-7 και κατά Ματθαίον 2,13-15 καταλήγει στα ακόλουθα δύο συμπεράσματα, που οδήγησαν και στη χρησιμοποίηση του Ωσηέ 11,1 στο κατά Ματθαίον. Πρόκειται για: 1) την προστασία του Θεού, και 2) την αγάπη του Θεού. Ειδικότερα:
1) Η προστασία του Θεού: Όπως κάποτε ο Θεός έσωσε τον Ισραήλ από τον θανάσιμο κίνδυνο των Αιγυπτίων, έτσι και τώρα θα σώσει το γιό του από έναν άλλο θανάσιμο κίνδυνο.
2) Η αγάπη του Θεού: Ο Ωσηέ (11,1) τονίζει με έμφαση ότι ο Θεός εξέλεξε και αποκαλύφθηκε στο λαό του, όταν αυτός ήταν ακόμη ανώριμος και στα σπάργανα. Συνεπώς, όπως κάποτε αποκαλύφθηκε ο Θεός ολοκληρωτικά στον Ισραήλ, έτσι αποκαλύπτεται τώρα και στον Υιό του. Η αποκάλυψη του Θεού στον Ισραήλ και στον Υιό του είναι μια αποκάλυψη παράλληλη και αλληλένδετη. Βλ . H.D. Neef, Die Heilstraditionen Israels in der Verkundigung des Propheten Hosea, BZAW 169, Berlin 1987, 98.99.
[vi] Γ. Γρατσέα, Ιωάννης ο Βαπτιστής βάσει των πηγών , Αθήνα 1968, 159.
[vii] Βλ. Σ. Αγουρίδη, Ματθαίος ο Ευαγγελιστής (Διδάσκαλος της αρχικής και σημερινής Εκκλησίας), Αθήνα 2000, 61.
[viii] Βλ. Χρ. Οικονόμου, «Η χρήση της Παλαιάς Διαθήκης από τον Ματθαίο και η μετάφραση παλαιοδιαθηκικών χωρίων του Ευαγγελίου του», Βιβλικές μελέτες για τον αρχέγονο χριστιανισμό, Θεσσαλονίκη 1998, 353.384.
[ix] Για τα παλαιοδιαθηκικά παραθέματα στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου και πιο συγκεκριμένα για τις παραπάνω παραλληλίες βλ. R.H. Gundry, The Use of the Old Testament in St. Matthew? s Gospel, SupNovT XVIII, Leiden 1967.
[x] Βλ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Εις το κατά Μάρκον , PG 72,653: « Μωυσής και Ηλίας περιεστηκότες τον Ιησούν προσελάλουν αλλήλοις την έξοδον αυτού, ην έμελλε πληρούν, φησίν, εν Ιερουσαλήμ, τουτέστι της, μετά σαρκός οικονομίας το μυστήριον, και το επί του σταυρού σωτήριον πάθος. ..».
[xi] Για τη μεταμόρφωση του Σωτήρα, τον αναστάσιμο χαρακτήρα της, την ανακαινιστική δράση της σε ολόκληρη τη φυσική δημιουργία βλ. Α. Θεοδώρου, «Σωτηριολογική ερμηνεία της θείας μεταμορφώσεως του Σωτήρος», Πόνημα Εύγνωμον. Τιμητικός Τόμος για Β.Μ. Βέλλα, Αθήνα 1969, 263-286.
[xii] Στην τυπολογία της εξόδου τα πάθη και η σταύρωση του Ιησού είναι τα απειλητικά κύματα της Ερυθράς Θάλασσας, είναι η κατάδυση του Ιησού στα νερά («... βάπτισμα δε έχω βαπτισθήναι, και πως συνέχομαι έως ου τελεσθή.. .» Λκ 12,50). Ακόμη ο ίδιος ο Ιησούς στη συνομιλία του με τους γιούς του Ζεβεδαίου («... δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ πίνω, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήναι»; Μκ 10,38 ) ομιλεί για τα πάθη και τη σταύρωσή του σαν μια κατάδυση και έτσι συνδέει τον εαυτό του με τα γεγονότα της εξόδου. Βλ . J. Manek, «The New Exodus in the Books of Luke», NovT 2 (1958), 15.
[xiii] Ο Ιησούς εκφράζει την απόλυτη υπακοή στο Θεό-Πατέρα δια του πάθους, η δε ιστορία του πάθους δεν αρχίζει με την είσοδο στην Ιερουσαλήμ, αλλά εκτείνεται σε ολόκληρο τον επίγειο βίο αυτού, περατούμενου επί του Σταυρού. Έτσι ορθά η πατερική γραμματεία εξέλαβε την υπακοή του Ιησού ως αντίβαρο της ανυπακοής του ανθρώπου. Βλ. Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχησις ΙΓ/, 6 : «Και θέλεις γε πεισθήναι, ότι εκών ήλθεν επί το πάθος; οι λοιποί μεν άκοντες αποθνήσκουσιν οι αγνοούντες, ούτος δε προέλεγε περί του πάθους· ιδού παραδίδοται ο υιός του ανθρώπου εις το σταυρωθήναι. Οίδας δε δια τί τον θάνατον ουκ έφυγεν ο φιλάνθρωπος; ίνα μη όλος ταις αμαρτίαις απόληται ο κόσμος, ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα, και παραδοθήσεται ο υιός του ανθρώπου και σταυρωθήσεται και πάλιν· εστήριξε το πρόσωπον αυτού εις Ιερουσαλήμ πορεύεσθαι».
[xiv] Πρβλ . J. Manek, «The New Exodus...», 21.
[xv] Βλ . J.J. Enz, «The Book of Exodus as a Literary Type for the Gospel of John», JBL 76 (1957), 208. Κατά τον ερευνητή έχουμε τις εξής τυπολογικές αναλογίες: Έξ. 2,11=Ιω. 1,11. Έξ. 4,4=Ιω. 3,14. Έξ. 4,30=Ιω. 3,13. Έξ. 3,12-13,16=Ιω. 2,11-12,37. Έξ. 40,33β=Ιω. 19,30. Πρβλ . ακόμη E.D. Freed, Old Testament Quotations in the Gospel of John, Leiden 1965.
[xvi] Σ. Αγουρίδη, Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Εισαγωγικά, Εξηγητικά και θεολογικά μελετήματα εις το Δ/Ευαγγέλιον, Αθήνα 1984, 51.
[xvii] Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην, Αθήνα 1981, 215.
[xviii] Zur Typologie des Johannesevangeliums , Leipzig 1950. Βλ . ακόμη O.A. Piper, «Unchanging Propises: Exodus in the New Testament», Interpretation 11 (1957), 3-22.
[xix] Η σύγχρονη έρευνα έχει αποφανθεί ότι ο χορτασμός του πλήθους δεν σχετίζεται με την τροφοδοσία των Ισραηλιτών, αλλά έχει ευχαριστιακό χαρακτήρα. Βλ. περισσότερα Ι. Γαλάνη, «Το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων και των ιχθύων στην ερμηνευτική παράδοση της Ανατολικής Εκκλησίας», Βιβλικές Ερμηνευτικές και Θεολογικές Μελέτες , ΒΒ 20, Θεσσαλονίκη 2001, 284, Ι. Καραβιδόπουλου, Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο , ΕΚΔ 2, Θεσσαλονίκη 1988, 223 εξ. Π. Βασιλειάδη, «Η θεολογική κατανόηση του μυστηρίου στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο», Χριστός και Ιστορία , Θεσσαλονίκη 1993, 239-250.
[xx] Exodus Typology in the Fourth Gospel, JBL 81 (1962), 340.
[xxi] Η θεολογική σημασία των θαυμάτων στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο ( Διατρ.), Θεσσαλονίκη 1997, 65.163. Κατά τον Σ. Αγουρίδη, [«Ιωαν. 2,1-11 (Βιβλική μελέτη)», ΔΒΜ 4,1 (1976), 98] «είναι αδύνατο να μην αναγνωρίσει κανείς το συμβολικό ή καλύτερα τον ?εικονικό? χαρακτήρα των θαυμάτων στον Ιωάννη. Όποια έννοια έχει η ?εικόνα? στην ορθόδοξη παράδοση τέτοια περίπου έννοια έχουν και οι αφηγήσεις των ?σημείων? στον Ιωάννη. Εκείνο το οποίο πρέπει να εξαρθεί είναι ο αγιοπνευματικός και εσχατολογικός χαρακτήρας των ?σημείων? στον Ιωάννη. Μόνο υπ? αυτό το πρίσμα τα ?σημεία? οδηγούν στην πίστη».
[xxii] Για την έννοια βλ. Γ. Ρηγόπουλου, «Ιησούς Χριστός ο άρτος ζωής», Θεολ . 49 (1978), 888-906.50 (1979), 132-158, 375-408.
[xxiii] Βλ. Ι. Παναγόπουλου, Η Εκκλησία των προφητών. Το προφητικό χάρισμα εν τη Εκκλησία των δύο πρώτων αιώνων, Αθήνα 1979, 203.207.260 (υποσ. 19). Βλ. ακόμη Ι. Γαλάνη, «Το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων και των ιχθύων στην ερμηνευτική παράδοση της ανατολικής εκκλησίας», Βιβλικές ερμηνευτικές και θεολογικές μελέτες , ΒΒ 20,272.
[xxiv] Βλ. Χρ. Βούλγαρη, «Το ιστορικό και θεολογικό υπόβαθρο του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου», ΔΒΜ 4,1 (1976), 44.
[xxv] Οι έννοιες «φως και ζωή» εκφράζουν, κατά τον Ιωάννη, την αναγεννηθείσα πλησίον του Ιησού ψυχή του. Ο Ιησούς είναι η ζωή και το φως του κόσμου. Η αιώνια ζωή αρχίζει με τη γνώση του αληθινού Θεού, του Μεσσία Ιησού. Βλ. περισσότερα Β. Ιωαννίδη, «Η χριστολογία του Ευαγγελιστού Ιωάννη. Ο Χριστός ζωή και φως του κόσμου», ΕΕΘΣΑ 12 (1958), 143-213.
[xxvi] Ερμηνευτές είδαν τη μετατροπή του νερού σε κρασί και από θρησκειολογική άποψη. Έτσι το μοτίβο της μετατροπής του νερού σε κρασί ή γάλα δεν είναι άγνωστο και σε άλλες θρησκείες. Μνημονεύουμε τις Βάκχες του Ευριπίδη και το μύθο του θεού Διόνυσου, που δεν αποκλείεται να ήταν αρκετά γνωστός και μεταξύ όχι μόνο των Ιουδαίων της Διασποράς, αλλά και της Παλαιστίνης. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας και τα περί «βρώσεως της σαρκός» του Υιού του Ανθρώπου στο κεφάλαιο 6, η υπόθεση πως ο Ευαγγελιστής γνώριζε το μύθο του Διονύσου δεν είναι απίθανη. Πρέπει να σημειώσουμε, όμως, ότι αυτή η υπόθεση δεν αντιστρατεύεται προς την αλήθεια της αφήγησης του Ιωάννη, ούτε νοθεύει το ευαγγελικό νόημα. Βλ. Σ. Αγουρίδη, «Ιωαν. 2,1-11 (Βιβλική μελέτη)», ΔΒΜ 4,1 (1976), 88.
[xxvii] Κατά τον Δ. Δόικο, Το θαύμα κατά την Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 1972, 104, «το «σημείο» είναι πράγμα φανερό και παράλληλα κεκρυμμένο, ένας μυστικός λόγος είναι ένα είδος οιωνού (πρβλ. και τον ελληνικό όρο «διοσημία» και «διοσημεία»). Το «τέρας» είναι ένα έκτακτο φαινόμενο - ως επί το πλείστον ουράνιο - το οποίο εντυπωσιάζει. Είναι αποτέλεσμα θείας ενέργειας και λόγω της σημασίας του παραμένει χαραγμένο στη μνήμη των ανθρώπων. Είναι ιδιότυπο θαυμαστό σημείο, δια του οποίου ενεργεί ο Κύριος». Βλ . ακόμη S.V. McCasland, «Signs and Wonders», JBL 76 (1957), 149-152.
[xxviii] Κατά τον Π. Τρεμπέλα ( Υπόμνημα εις τας Πράξεις των Αποστόλων, Αθήνα 3 1991, 243) η σύναξη των Ιουδαίων στην έρημο ήταν εκκλησία του Θεού, καίτοι ακόμη δεν είχε πλήρως διαμορφωθεί, όπως αργότερα, στη γη της επαγγελίας. Ήταν κοινωνία ιερή, ευλογημένη με τη θεία αποκάλυψη.
[xxix] Βλ. Ι. Παναγόπουλου, Θεολογικό Υπόμνημα στις Πράξεις των Αποστόλων, Αθήνα 1984, 213.
[xxx] Πρβλ. Ι. Παναγόπουλου, Ο Θεός και η Εκκλησία. Η θεολογική μαρτυρία των ΠράξεωνΑποστόλων, (Διατρ.), Αθήνα 1969, 89 .
[xxxi] Βλ. Σ. Αγουρίδη, Αποστόλου Παύλου πρώτη προς Κορινθίους Επιστολή, Θεσσαλονίκη 1985, 166. Για την τυπολογική μέθοδο στον Απόστολο Παύλο βλ. E. Ellis, Paul? s Use of the Old Testament, Edinburgh 1957, 126.
[xxxii] Ο Θεοδώρητος Κύρου, Ερωτήσεις εις την Έξοδον, PG 80, 257 Α.Β., ερμηνεύοντας τυπολογικά το Α/ Κορ. 10,1-6 ερωτά ρητορικά, πώς πρέπει να κατανοηθούν, όσα αναφέρονται σε αυτό, και απαντά: «... Τύπος ην των νέων τα παλαιά, και σκιά μεν ο νόμος Μωυσέως, σώμα δε η χάρις, επειδή τοίνυν εδίωκον τους Εβραίους Αιγύπτιοι, διαβάντες δε την Ερυθράν Θάλατταν οι Εβραίοι της πικράς των Αιγυπτίων απηλλάγησαν δεσποτείας τύπον έχει της κολυμβήθρας η θάλαττα η δέ νεφέλη, του πνεύματος ο δε Μωυσής, του σωτήρος Χριστού του σταυρού δε, η ράβδος του διαβόλου, ο Φαραώ των δαιμόνων, οι αιγύπτιοι το δε μάννα, της θείας τροφής το δε της πέτρας ύδωρ, του σωτηρίου αίματος... » . Βλ. και Θεοδώρητου Κύρου, Ερμηνεία της πρώτης Επιστολής προς Κορινθίους, PG 82,301 CD , όπου έχουμε ανάλογη ερμηνεία. « Δια τί η πέτρα Χριστός ωνομάσθη; Ως τύπος γενομένη του δεσπότου Χριστού, ούτω και η θάλαττα βάπτισμα προσηγορεύθη, καίτοι ουδενός εν αυτή βαπτισθέντος κεκονιαμένος γαρ μάλλον αυτήν η διάβροχος διήλθεν ο Ισραήλ... ».
[xxxiii] Βλ. Σ. Αγουρίδη, Αποστόλου Παύλου πρώτη προς Κορινθίους Επιστολή ..., 164.
[xxxiv] Βλ. Π. Σκαλτσή, «Η βαπτισματική αναγέννηση», Λειτουργικές Μελέτες 1, Θεσσαλονίκη 1999, 46.
[xxxv] Βλ . D.A. Koch, Die Schrift als Zeuge des Evangeliums. Untersuchungen zur Verwendung und zum Verstandnis der Schrift bei Paulus, BHTh 69 (1986), 215.
[xxxvi] Πρβλ. Γ. Γρατσέα, Η έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο κατά τους συγγραφείς των χρόνων της Καινής Διαθήκης, Αθήνα 1981, 99 εξ. Βλ. επίσης κ. Καραϊσαρίδη, Λειτουργικά Ανάλεκτα, 16. Τ . Baarda, «I korinthe 10,1-13», GThT 76 (1976), 1-14.
[xxxvii] Βλ. Γ. Γρατσέα, ό.π., 101.
[xxxviii] Αναλυτική ερμηνεία της περικοπής βλ. Χ. Ατματζίδη, Η έννοια της δόξας στην Παύλεια Θεολογία, (Διατρ.), Θεσσαλονίκη 1999, 127 εξ.
[xxxix] E. Bammel, «Paulu ς , der Moses des neuen Bundes», Θεολ . 54,2 (1983), 408.
[xl] Βλ. Ι. Παναγόπουλου, Η ερμηνεία της Αγίας Γραφής στην Εκκλησία των Πατέρων. Οι τρεις πρώτοι αιώνες και η αλεξανδρινή εξηγητική παράδοση ως τον πέμπτο αιώνα, τ. Α/, Αθήνα 1991, 123.
[xli] Βλ. Ι. Καραβιδόπουλου, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, ΒΒ 1, Θεσσαλονίκη 2 1988, 396. Για την επιστολή βλ. ακόμη Χ. Βούλγαρη, «Η προς Εβραίους Επιστολή. Περιστατικά, παραλήπται, συγγραφεύς, τόπος και χρόνος συγγραφής», ΕΕΘΣΑ 27 (1986), 55-95. Μ. Γκουτζιούδη, Η προς Εβραίους Επιστολή στην αρχαία εκκλησιαστική παράδοση και στη νεότερη βιβλική έρευνα, Θεσσαλονίκη 2000. Κυρ. Παπαδημητρίου, Η χρήση της κοινής από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Μια άδηλη ταυτότητα. Συμβολή στο ζήτημα του συγγραφέα της προς Εβραίους Επιστολής, (Διατρ.), Θεσσαλονίκη 1998.
[xlii] Για τα παλαιοδιαθηκικά παραθέματα στην προς Εβραίους επιστολή βλ. Ι. Τσαγγαλίδη, «Αναφορές της προς Εβραίους επιστολής στην Παλαιά Διαθήκη. Παραθέματα στην προς Εβραίους, στην προς Γαλάτας και στους λόγους του Απ. Παύλου [Πράξ. Αποστ.]», ΕΕΘΣΤμΠοιμ 4 (1995), 141-155. J.C. McCullough, «The Old Testament Quotations in Hebrews» , NTS 26 (1980), 349-379. K.J. Thomas, «The Old Testament Citations in Hebrews», NTS 11 (1964/65), 303-325.
[xliii] Βλ. Γ. Γρατσέα, Προς νέα κατάπαυση υπό νέο Αρχηγό. Κριτικό Υπόμνημα στην περικοπή Εβρ. 3,1-4,13, Αθήνα 1984, 40.
[xliv] (Εβρ. 5,7): «... ός εν ταίς ημέραις της σαρκός αυτού, δεήσεις τε και ικετηρίας προς τον δυνάμενον σώζειν αυτόν εκ θανάτου μετά κραυγής ισχυράς και δακρύων προσενέγκας και εισακουσθείς από της ευλαβείας ...».
[xlv] Th.K.Oberholtzer, «The kingdom Rest in Hebrews 3:1-4:13», Bibliotheca sacra / April-June 1988, 2.
[xlvi] Ο Θεοδώρητος Κύρου, Ερμηνεία εις την προς Εβραίους Επιστολήν, PG 63,698, και αντικατοπτρίζοντας την εποχή του, τονίζει ιδιαίτερα σημεία του χωρίου, που έχουν σημασία για το χριστολογικό δόγμα και τη θεϊκή φύση του Ιησού Χριστού. Γράφει χαρακτηριστικά: « Πλείονος γαρ δόξης ούτος παρά Μωυσήν ηξίωται καθ? όσον πλείονα τιμήν έχει του οίκου ο κατασκευάσας αυτόν. «Όση, φησί, ποιήματος προς ποιητήν διαφορά τοσαύτη Μωυσέως προς τον Χριστόν. Τούτο γάρ και τα εξής διδάσκει σαφέστερον. «Πας γαρ οίκος κατασκευάζεται υπό τινος· ο δε τα πάντα κατασκευάσας, Θεός. «Ειδέναι μέντοι χρη, ως την μεν υπεροχήν από της θείας έδειξε φύσεως· πλείονος δε αυτόν ηξιώσθαι δόξης κατά το ανθρώπινον είρηκεν. Επειδή γαρ και Θεός και άνθρωπος ο Δεσπότης Χριστός, αμφότερα δε εν τω ενί θεωρείται προσώπω, αναγκαίως και τα υψηλά και τα ταπεινά, περί αυτού λέγειν εις δήλωσιν των δύο φύσεων αναγκάζετα... » .
[xlvii] Για την περικοπή βλ. Γ. Γρατσέα, Το Σάββατο εν Κουμράν και τη Καινή Διαθήκη, (Διατρ.), Αθήνα 1971, 158 εξ.
[xlviii] Ό.π., 159.
[xlix] Στην Π.Δ. η λέξη «θεράπων» χρησιμοποιείται για εξέχουσες προσωπικότητες της θείας οικονομίας, όπως ο Μωυσής, οι Πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ (Δευτ. 9,27), ο Ιώβ (Ιώβ 2,3).
[l] Για την έννοια του όρου «Απόστολος» στην Κ.Δ. βλ. Χ. Βούλγαρη, Η περί σωτηρίας διδασκαλία του Ευαγγελιστού Λουκά, Αθήνα 1971, 204 εξ.
[li] Βλ. Χ. Βούλγαρη, Η εν Χριστώ τελείωσις της θείας οικονομίας κατά την προς Εβραίους Επιστολήν, Αθήνα 1985, 59.
[lii] Οι Πατέρες της Εκκλησίας ομιλούν περί τριών καταπαύσεων: « τρεις φησί καταπαύσεις είναι· μίαν του σαββάτου, εν η ο Θεός κατέπαυσεν από των έργων αυτού·δευτέραν την της Παλαιστίνης, εις ην εισελθόντες οι Ιουδαίοι έμελλον αναπαύεσθαι από της ταλαιπωρίας της πολλής και των πόνων· τρίτην την και όντως ανάπαυσιν, την βασιλείαν των ουρανών, ης οι τυχόντες αναπαύονται αληθώς των κόπων και των μόχθων... ». Βλ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ερμηνεία εις την προς Εβραίους Επιστολή, PG 63,704. Ανάλογα και ο Θεοδώρητος Κύρου, Ερμηνεία εις την προς Εβραίους Επιστολήν, PG 82,53 και Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, Της του Αγίου Παύλου προς Εβραίους Επιστολής εξήγησις, PG 125,224.
[liii] Πρβλ. Χ. Βούλγαρη, Υπόμνημα εις την προς Εβραίους επιστολήν , Αθήνα 1993, 159 εξ. Του ιδίου, «Απόστολος και Αρχιερεύς του οίκου του Θεού. Το τυπολογικόν υπόβαθρον του Εβρ. 3,1», ΕΕΘΣΑ 26 (1984), 328 εξ.
[liv] Βλ. Σ. Στογιάννου, Πρώτη Επιστολή Πέτρου, ΕΚΔ 15, Θεσσαλονίκη 1980, 158.
[lv] Ό.π. 28. Βλ. επίσης Χ. Βούλγαρη, Υπόμνημα εις την πρώτην Καθολικήν Επιστολήν του Αποστόλου Πέτρου, Αθήνα 1979, 150 εξ.
[lvi] Η επουράνιος λατρεία....,. 26. Βλ . ακόμη J.S. Casey, Exodus Typology in the Book of Revelation , ( Διατρ .), Louisville 1981, 198.
[lvii] Με αφορμή τις «πληγές» ο Σ. Αγουρίδης ( Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, Ιστορική και συγχρονιστική ερμηνευτική προσπάθεια, Αθήνα 1978, 47) σημειώνει: «οι «πληγές» αυτές, όπως και οι «πληγές» κατά του Φαραώ, αποτελούν «τα σημεία και τέρατα» μιας νέας εξόδου από τη δουλεία, μιας τελικής απελευθέρωσης των ανθρώπων από κάθε σκλαβιά. Είναι πέρα από κάθε αμφιβολία ότι όχι μόνο οι παραπάνω στίχοι, αλλά και πολλές από τις λεπτομέρειες των κεφαλαίων 6-17 αποτελούν επεξεργασία του θέματος της εξόδου των Ισραηλιτών. Πολλοί σύγχρονοι ερμηνευτές της Αποκάλυψης σχετίζουν την όλη εικόνα του Αρνίου με το αρνί του Πάσχα της εξόδου» .
[lviii] Το μοτίβο της «υαλίνης θάλασσας» συνδέεται, προφανώς, με την παλαιοδιαθηκική αντίληψη για ύπαρξη υπεράνω του ουρανίου στερεώματος. Πιθανή είναι και η σύνδεσή του με τη στρογγυλή χάλκινη θάλασσα στον κυρίως ναό του Σολομώντα, που χρησίμευε για το πλύσιμο των χεριών και των ποδιών των ιερέων. Βλ. π. Ι. Σκιαδαρέση, Λειτουργικές σκηνές και Ύμνοι στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, Θεσσαλονίκη 1999, 76. Με το επίθετο «υαλίνη», εκτός από τον τονισμό της «πολυτέλειας» του επουράνιου Ναού, υπογραμμίζεται η επουράνια μακαριότητα, αφού η ήρεμη θάλασσα βρίσκεται σε αντίθεση με τη φουρτουνιασμένη επίγεια θάλασσα. Η ηρεμία, όμως, της επουράνιας θάλασσας σημαίνει ταυτόχρονα απόλυτη διαύγεια. Ο «καθήμενος επί του θρόνου» βλέπει καθαρά όσα συμβαίνουν στη γη και τα καθορίζει απολύτως. Βλ. Σ. Δεσπότη, Η επουράνιος λατρεία..., 58 .
[lix] Κατά τον Π. Βασιλειάδη, «Ιστορία και Έσχατα (Σχόλιο στο Αποκ. 1,1.22,6)», Επίκαιρα αγιογραφικά θέματα. Αγία Γραφή και Ευχαριστία, ΒΒ 15,157, «οι πληγές του Φαραώ δεν είναι σημεία εκδίκησης και απαισιοδοξίας, ούτε στοιχεία τρόμου και εκφοβισμού, αλλά μήνυμα ελπίδας και απολύτρωσης, όπως και οι «πληγές» αποτελούσαν ελπιδοφόρα σημάδια που προμήνυαν τη λύτρωση του λαού Ισραήλ από τη δουλεία της Αιγύπτου».
[lx] Λειτουργικές σκηνές..., 173. Βλ. επίσης του ιδίου, Γένεση και Αποκάλυψη, Ανάτυπο από ΔΒΜ 7 (1988), 16.
[lxi] Ο Π. Μπρατσιώτης ( Η Αποκάλυψη του Ιωάννου. Κείμενο-Εισαγωγή-Σχόλια-Εικόνες , Αθήνα 1992, 235) σημειώνει: «Δεν είναι άστοχος η γενόμενη συσχέτιση από μερικούς ερμηνευτές της ενταύθα χρησιμοποιούμενης εικόνας προς την Ερυθρά Θάλασσα, την οποία συσχέτιση καθιστά λίαν πιθανή αφ? ενός μεν η ανωτέρω μνεία των πληγών (στχ. 1), αφ? ετέρου δε η αμέσως επακολουθούσα μνεία της εξοδίου ωδής του Μωυσή (στχ. 3)».
[lxii] Βλ. Σ. Αγουρίδη, Η Αποκάλυψη του Ιωάννη , ΕΚΔ. 18, Θεσσαλονίκη 1994, 358.
[lxiii] J . Danielou , Αγία Γραφή και Λειτουργία. Η βιβλική θεολογία των μυστηρίων και των εορτών κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, Αθήνα 1981, 97.105.
[lxiv] M . deCroote , ( ed .), OecumeniiCommentariusinApokalypsin , Leuven 1999, στη σειρά TraditioExegeticaGraeca 8, 205 [βλ. και Κ. Μπελέζου, Η «ερμηνεία» του Οικουμενίου του Σχολαστικού στην Αποκάλυψη του Ιωάννου, Αθήνα 1999]. Στο ίδιο πνεύμα και ο Αρέθας ( Συλλογή εξηγήσεων εις την Ιωάννου του Θεολόγου του ηγαπημένου και ευαγγελιστού Αποκάλυψιν, PG 106,700 C ) αναφέρει: « Την δε ωδήν Μωυσέως δούλου Κυρίου εκείνην πάντας εικός έστι νοήσαι, ην ήσεν επι τη καταποντώσει Φαραώ των Αιγυπτίων. Των μεν προ νόμου και εν τω νόμω νικηφόρων η ωδή, ως είρηται, εκ των διά Μωυσέως προστάγματι Θεού ενηργημένων νοείται. Η δε του Αρνίου ωδή τις αν άλλη, ει μη υπ? αυτού του χρηματίζοντος συντεθειμένη, ην και άσουσιν οι από Χριστού και μετά Χριστόν αισίως πολιτευσάμενοι, την ακατάπαυστον εν χάριτι, το μεγαλείον εξαγγέλλοντες τω Αρνίω, ήτοι τω Κυρίω Ιησού Χριστού, ωκονομημένης σωτηρίας ημίν της παντοκρατορικής, δικαίας και αληθινής οδηγία...». Ανάλογα και ο Ανδρέας Καισαρείας ( Ερμηνεία εις την Αποκάλυψιν του αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου, PG 106, A . C ): «Εν πυρί γαρ ώφθη τω Μωυσή ο Θεός· και εν είδει γλωσσών πυρός το άγιον Πνεύμα τοις αποστόλοις επεφοίτησε... και άδοντας την ωδήν Μωυσέως του δούλου του Θεού, και την ωδήν του αρνίου λέγοντας· μεγάλα και θαυμαστά τα έργα σου, Κύριε ο Θεός ο παντοκράτωρ· δίκαιαι και αληθιναί αι οδοί σου, βασιλεύ των εθνών...».
[lxv] Κατά τον Ι. Καραβιδόπουλο («Εκκλησία και πνευματική ζωή στην Αποκάλυψη», Βιβλικές Μελέτες 9, Θεσσαλονίκη 1995, 197) οι ?πληγές? που εξαπολύονται από τις επτά φιάλες επιτελούν και ένα είδος κάθαρσης μέσα στον κόσμο: καλούν τους ανθρώπους σε μετάνοια. Η διαπίστωση όμως του προφήτη είναι ότι οι άνθρωποι δεν μετανόησαν και δεν έπαψαν να προσκυνούν τα δαιμόνια, τα πέτρινα και ξύλινα είδωλα (Αποκ. 9,20-21)».
[lxvi] Περισσότερα για τις τυπολογικές αναλογίες βλ. π. Ι. Σκιαδαρέση, Λειτουργικές σκηνές..., 232 εξ.
[lxvii] Βλ. Ι. Καραβιδόπουλου, «Υπόσχεση και Εκπλήρωση στην Αποκάλυψη», Βιβλικές Μελέτες 9, Θεσσαλονίκη 1995, 169.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου